Ανάβει φωτιές σε βιοντίζελ και ενεργειακά η Motor Oil (upd)

Βιομηχανίες καταγγέλλουν την εταιρεία για σχέδιο εξόντωσης του κλάδου

Σε νέο κύκλο αναστάτωσης μοιάζει να εισέρχεται ο κλάδος των ενεργειακών καλλιεργειών, λίγο πριν σηκωθεί η αυλαία της φετινής συγκομιδής στην ελαιοκράμβη και με τον ηλίανθο να παίρνει σειρά λίγες εβδομάδες μετά.

Μια χρονιά που φαινόταν να ξεκινά υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις, με αύξηση συνολικά των συμβεβλημένων στρεμμάτων και, στην περίπτωση του ηλίανθου, με ανεβασμένες ύστερα από αρκετά χρόνια τιμές παραγωγού (37 λεπτά/κιλό έναντι 35 λεπτά/κιλό μέχρι πέρυσι), κινδυνεύει να πάρει απρόβλεπτη τροπή λόγω του μετώπου που έχει ανοίξει τουλάχιστον ένα δυιλιστήριο με μια μεγάλη μερίδα μεταποιητικών επιχειρήσεων.

Ο λόγος για τη Motor Oil (Διυλιστήρια Κορίνθου), την οποία βιομηχανίες κατηγορούν για προσπάθεια εκμετάλλευσης της πρωτόγνωρης ομολογουμένως κατάστασης που έχει διαμορφώσει ο κορωνοϊός εις βάρος του εγχώριου βιοντίζελ.

Η εταιρεία, που απορροφά το 1/3 της ετήσιας κατανομής φυτικού βιοντίζελ (132.500 τόνοι για το 2020), φέρεται να έχει προχωρήσει εδώ και αρκετό καιρό σε μείωση της τιμής αγοράς του τελικού προϊόντος στα 1.100 ευρώ/χιλιόλιτρο σε σχέση με τα 1.250 ευρώ των ΕΛΠΕ (Ελληνικά Πετρέλαια), τα οποία απορροφούν τα υπόλοιπα 2/3 της κατανομής. Η μειωμένη ζήτηση για καύσιμα (άρα και για προσμείξεις) λόγω της καραντίνας οδήγησε, σύμφωνα με πληροφορίες, και τα ΕΛΠΕ να υιοθετήσουν από τα μέσα Απριλίου την ίδια τιμή.

Ενώ, όμως, τα τελευταία εμφανίζονται εσχάτως διατεθειμένα να επαναφέρουν την τιμή στα 1.250 ευρώ, αντίστοιχη πρόθεση δεν διαφαίνεται από πλευράς Motor Oil, η οποία φέρεται να επιμένει στα 1.100 ευρώ, τη στιγμή που σε κάποιες μονάδες ακούγεται ότι έχουν προταθεί και χαμηλότερες τιμές της τάξης των 1.050 ευρώ.

«Επιλεκτική αντιμετώπιση»

Πέραν αυτού, όμως, η Motor Oil εγκαλείται από ορισμένους παράγοντες του κλάδου και για «επιλεκτική» συμπεριφορά. Πιο συγκεκριμένα, ενώ τα ΕΛΠΕ ακολουθούν οριζόντια τιμολογιακή πολιτική, τα Διυλιστήρια Κορίνθου, όπως καταγγέλλουν συγκεκριμένοι επιχειρηματίες, επιφυλάσσουν διαφορετική αντιμετώπιση στις βιομηχανίες με τη μεγαλύτερη παραγωγή, προσφέροντάς τους υψηλότερες τιμές (από 1.150 έως 1.180 ευρώ/χιλιόλιτρο, όπως αναφέρουν), αλλά και απορροφώντας από αυτές μεγαλύτερες ποσότητες.

«Αυτό που έχουν καταφέρει εντέλει είναι να διχάσουν τον κλάδο», λέει στην «ΥΧ» ιδιοκτήτης μονάδας από τη Βόρεια Ελλάδα που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του «φωτογραφίζοντας», κατά κύριο λόγο, τις τρεις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, οι οποίες, βάσει των κατανομών των τελευταίων δύο ετών, παράγουν πάνω από το 60% της εγχώριας κατανομής (61,27% για το 2019 και 65,23% για το 2020). «Μέχρι πριν από λίγο καιρό, διαμαρτύρονταν μαζί μας, τώρα δεν τους βλέπω να αντιδρούν», συμπληρώνει.

Στο βάθος η κατανομή

Το διακύβευμα, πάντως, φαίνεται ότι είναι μεγαλύτερο και ξεπερνά τη φετινή χρονιά. Οι επιχειρήσεις βιοντίζελ χρεώνουν στη Motor Oil σχέδιο υπονόμευσης της εγχώριας παραγωγής και με σκοπό την κάλυψη των αναγκών τους με εισαγόμενο προϊόν. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η εταιρεία βρίσκεται στο στόχαστρο για τη στάση της απέναντι στους υπόλοιπους συντελεστές του κλάδου.

Toν Οκτώβριο του 2015 με επιστολή τους προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, παραγωγοί ενεργειακών φυτών κατηγορούσαν την εταιρεία ότι αρνούνταν να παραλάβει ολόκληρη την ποσότητα βιοντίζελ που προέβλεπε η κατανομή του 2015, αλλά και ότι ασκούσε πιέσεις στις μεταποιητικές βιομηχανίες, προκειμένου να ρίξουν τις τιμές σε επίπεδα ακόμα και κάτω του κόστους.

Αποτέλεσμα αυτών ήταν να καθυστερεί η πληρωμή των καλλιεργητών για τη σοδειά του 2015. «Η εν λόγω εταιρεία με τη στάση της δείχνει αδιαφορία για το συμφέρον της χώρας και των πολιτών-πελατών της», σημειωνόταν χαρακτηριστικά στην εν λόγω επιστολή.

Μερικούς μήνες αργότερα, την άνοιξη του 2016, η τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ενέργειας είχε δώσει σε διαβούλευση σχέδιο «Εξορθολογισμού και Απλοποίησης του υφιστάμενου πλαισίου κατανομής βιοντίζελ», το οποίο, μεταξύ άλλων, προέβλεπε μείωση στο 75% (από 85%, όπως εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα) του ποσοστού κατανομής του εγχώριου βιοντίζελ και, αντίστοιχα, αύξηση στο 25% (από 15%) του ποσοστού που προέρχεται από την ελεύθερη διαπραγμάτευση.

Όπως έγραφε τότε σε σχετικό ρεπορτάζ η «ΥΧ», η σφοδρή αντίδραση του Συνδέσμου Βιοκαυσίμων και Βιομάζας Ελλάδος (ΣΒΙΒΕ) και η παρέμβαση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης είχαν ως αποτέλεσμα το σχέδιο να μπει, τελικά, στο συρτάρι.

Ωστόσο, στη δική της τοποθέτηση επί του σχεδίου η Motor Oil τασσόταν υπέρ μιας πολύ πιο… ριζικής αναπροσαρμογής των ποσοστών σε αναλογία 50-50 (50% από την κατανομή και 50% από την ελεύθερη διαπραγμάτευση), υποστηρίζοντας ότι το ισχύον πλαίσιο «έχει συντελέσει στη διόγκωση στρεβλώσεων και μονοπωλιακών καθεστώτων, με αποτέλεσμα να καλούνται να βρουν λύση οι υπόχρεοι ανάμειξης και διακίνησης».

Κίνδυνος να πληρώσουν το μάρμαρο οι αγρότες

O ΣΒΙΒΕ έχει πυκνώσει τις τελευταίες εβδομάδες τις επαφές του με τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Αγροτικής Ανάπτυξης, ελπίζοντας ότι θα βρει, κυρίως στο δεύτερο, ευήκοα ώτα για τις διαμαρτυρίες του. Όπως αναφέρουν στην «ΥΧ» επιχειρηματίες του κλάδου, η τιμή των 1.100 ευρώ/χιλιόλιτρο αντιστοιχεί στην τιμή κόστους του βιοντίζελ που παράγεται από ενεργειακούς σπόρους, με το πρόβλημα να είναι εντονότερο για τις μονάδες, που βρίσκονται μακριά από τις εγκαταστάσεις της Motor Oil, καθώς τα μεταφορικά αγγίζουν τα 40 ευρώ/χιλιόλιτρο.

Οι ίδιοι σημειώνουν ότι, σε περίπτωση που δεν αλλάξουν τα δεδομένα, οι βιομηχανίες προειδοποιούν ότι θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε μείωση της τιμής του ηλίανθου στα 320 ευρώ/τόνο (από 370 ευρώ/τόνο σήμερα) και αντίστοιχα της ελαιοκράμβης στα 370 ευρώ/τόνο (από 400 ευρώ/τόνο), με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις εκτάσεις, αλλά και τις καλλιεργητικές επιλογές των αγροτών. Δεδομένων των προβλημάτων ρευστότητας, ζήτημα ενδέχεται να προκύψει και με την αποπληρωμή της φετινής σοδειάς αφού, όπως αναφέρει στην «ΥΧ» επικεφαλής βιομηχανίας, «μέχρι τώρα έχουμε απορροφήσει εμείς το κόστος, όμως πλέον δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ότι δεν θα μετακυλισθεί στους παραγωγούς».

Ο ίδιος «θυμίζει» ότι, βάσει στοιχείων του ΟΠΕΚΕΠΕ, το 2019 ο κλάδος του φυτικού βιοντίζελ μέσω της συμβολαιακής καλλιέργειας ηλίανθου, ελαιοκράμβης και σόγιας προσέφερε στους αγρότες εισόδημα 88 εκατ. ευρώ ενώ, αν συνυπολογιστεί και η αγορά του βαμβακόσπορου, το συνολικό ποσό ξεπέρασε τα 100 εκατ. ευρώ.

 

Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ η «ΥΧ» επικοινώνησε με την Motor Oil προκειμένου να λάβει και τη δική της θέση ωστόσο, μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, δεν υπήρχε κάποια ανταπόκριση.