Αναδρομή στο παρελθόν: Ο ξακουστός πρόγονος και η αντιφατική πορεία του μεγαλύτερου ακινήτου της συμπρωτεύουσας
Το επιβλητικό Καραβάν Σαράι ορθώνεται στη γωνία των σημερινών οδών Ελ. Βενιζέλου και Βαμβακά και αποτελεί διατηρητέο νεότερο μνημείο της Θεσσαλονίκης. Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, πρόκειται για το μεγαλύτερο οικόπεδο, εκτάσεως περίπου 3.200 τετραγωνικών μέτρων, που υπάρχει στο κέντρο της πόλης. Το Καραβάν Σαράι κατασκευάστηκε πάνω στα ερείπια του ομώνυμου παλαιότερου κτηρίου του 15ου αιώνα, κληρονομώντας το όνομά του και συνεχίζοντας μέχρι σήμερα μια ιστορία που μετρά πάνω από μισή χιλιετία. Δίπλα του βρίσκεται το επίσης διατηρητέο μνημείο του Χαμτζά Μπέη τζαμί (το γνωστό «Αλκαζάρ»).
Σύμφωνα με αξιόπιστες επιστημονικές πηγές [Ελένη Γαβρά, «Χάνια και καραβάν σεράγια από τη Θεσσαλονίκη έως την πόλη των Σερρών και γύρω από αυτήν από το 1774 έως το 1913». Περιοδικό «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ» (Ε.Μ.Σ.), τ.25ος, Θεσσαλονίκη 1985-86, σσ.143-179], τα «καραβάν σεράγια» ήταν γνωστά στην Ανατολία από την εποχή των Σελτζούκων (1077-1308), μιας μουσουλμανικής σουνιτικής δυναστείας που δέχθηκε επιρροές από τον περσικό πολιτισμό και σταδιακά μετατράπηκε σε μία εκπερσισμένη κοινωνία. Ο όρος «καραβάν σαράι» (ή «καραβάν σεράι» ή «καραβάν σεράγι») είναι περσικής προέλευσης και περιέγραφε έναν μεγάλο και πολυτελή ξενώνα – πανδοχείο. Αυτά τα κτίσματα συνήθως προορίζονταν να προσφέρουν νυχτερινό κατάλυμα, ασφάλεια και ησυχία στους οδοιπόρους και, κυρίως, τα καραβάνια. Ο χρόνος διαμονής εκεί ήταν περιορισμένος· συνήθως μία νύχτα. Παράλληλα, προσφέρονταν και ως χώροι για αγορές και σε περίοδο πολέμου ως αποθήκες προμηθειών και πολεμικού υλικού.
Τα καραβάν σαράι των Οθωμανών (1299-1923), σε σύγκριση με τα προγενέστερα των Σελτζούκων, ήταν μικρότερα σε διαστάσεις και κατώτερα στην κατασκευή και τη διακόσμηση. Μια καινοτομία των οθωμανικών καραβάν σαράι σε σχέση με τα αντίστοιχα σελτζουκικά ήταν η πρόβλεψη ανοιγμάτων στους τοίχους των χτισμάτων και, αργότερα, από τον 16ο αιώνα και μετά, η εμφάνιση καταστημάτων στο ισόγειο, καθώς είχε ενισχυθεί ο εμπορικός τους χαρακτήρας.
Στον βαλκανικό χώρο, ο αρχιτεκτονικός τύπος των μεγάλων τουρκικών χανιών ή καραβάν σεραγιών, τα οποία περιελάμβαναν καταστήματα, εσωτερική αυλή και στοές, εμφανίζεται πολύ σπανιότερα από ό,τι στην Ασία. Ωστόσο, σύμφωνα με κεφάλαιο από το βιβλίο «Θεσσαλονίκης χαλκεία και χαλκεύματα» (Εκδόσεις IANOS, 2022) των Λένας Καλαϊτζή-Οφλίδη και Σίμου Οφλίδη, μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, μερικά από τα πρώτα κτίσματα των Οθωμανών στα χριστιανικά εδάφη ήταν τα καραβάν σαράι. Αυτό ήταν λογικό, καθώς σε αυτούς τους εμπορικούς χερσαίους δρόμους του ελλαδικού χώρου, οι οποίοι παρέμεναν ανοιχτοί, αποτελώντας αρτηρίες ανάμεσα στα πιο σημαντικά αστικά κέντρα, η διακίνηση των εμπορευμάτων γινόταν με καραβάνια. Για την εξυπηρέτηση των τελευταίων, είχε δημιουργηθεί το συγκεκριμένο δίκτυο σταθμών· είτε κοινά χάνια, είτε –σπανιότερα– καραβάν σαράι.
Ενίσχυση του εμπορικού χαρακτήρα με μοχλό την αγροτική οικονομία
Όπως επιβεβαιώνει στην «ΥΧ» η Ελένη Γαβρά, καθηγήτρια Οικιστικής και Πολιτιστικής Κληρονομιάς στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, και συγγραφέας σχετικής ερευνητικής εργασίας το 1986, ιδιαίτερα κατά το τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα, στον ελληνικό χώρο, η αγροτική οικονομία άλλαξε μορφή και από «κλειστή» έγινε εμπορευματική. Αυτό είχε ως συνέπεια την ανάπτυξη της μονοκαλλιέργειας σε ορισμένες περιοχές και τη δημιουργία αξιόλογων κέντρων εσωτερικού και εξωτερικού εμπορίου.
Την εποχή εκείνη, η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε σημαντικό εμπορικό κέντρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας στη Μεσόγειο, ούσα κόμβος στο σύστημα των μεγάλων χερσαίων και θαλάσσιων δρόμων Ανατολής και Δύσης. Μέσα από αυτούς γινόταν η διακίνηση των προϊόντων της Μακεδονίας προς την Κεντρική Ευρώπη και εισάγονταν τα προϊόντα της αναπτυσσόμενης ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Το «μικρό» και το «μεγάλο» καραβάν σαράι
Επί τουρκοκρατίας, αναφέρονται δύο καραβάν σαράι στον ελλαδικό χώρο, αμφότερα στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Βασίλη Δημητριάδη, διευθυντή του Ιστορικού Αρχείου Μακεδονίας από το 1955 μέχρι το 1984 και γνωστό για την πολύτιμη συνεισφορά του στον κλάδο της τουρκολογίας: «Εκτός από τα χάνια, στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν και δύο καραβάν σεράγια, στα οποία μπορούσαν να καταλύσουν οι ταξιδιώτες δωρεάν. Αυτά ήταν το Μεγάλο (Büyük Kervan Saray) και το Μικρό (Küçük Kervan Saray)».
Αμφότερα τα κτήρια χτίστηκαν μεταξύ του 1498 και του 1505, από τον Koca Mustafa Pasa, μπεηλέρμπεη (έπαρχο) της Ρούμελης. Κατά τον Δημητριάδη, το Μεγάλο Καραβάν Σαράι, στη συμβολή των σημερινών οδών Εγνατίας και Ελ. Βενιζέλου, ήταν αυτό που έδωσε τη θέση του στο γνωστό μας σύγχρονο κτήριο, που μετέπειτα στέγασε τη δημαρχία της πόλης. Είχε επιζήσει για πάνω από 400 χρόνια, ωστόσο, στα τέλη του 19ου αιώνα, τα απομεινάρια του παρουσίαζαν εικόνα εγκατάλειψης.
Σύμφωνα με το το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το 1924, το μισογκρεμισμένο κτήριο του 15ου αιώνα πέρασε στους Ιωάννη Σαπουντζή, Νικόλαο Κουκουφλή, Γιούζα Βαρσάνο και τους αδερφούς Λάζαρο και Ευάγγελο Πανταζίεβιτς, οι οποίοι αποφάσισαν προπολεμικά να μετατρέψουν τα ερείπια σε ένα ξενοδοχείο.
Ωστόσο, τα απρόοπτα που ακολούθησαν αποτέλεσαν τροχοπέδη στην υλοποίηση της ιδέας, με το πολυώροφο κτήριο να παραμένει για πολλά χρόνια ένα ανολοκλήρωτο γιαπί. Έτσι, στα έτη του Εμφυλίου Πολέμου, χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει εκτοπισμένους κατοίκους της υπαίθρου της Μακεδονίας, εμπνέοντας –όπως προαναφέραμε– την ταινία «Καραβάν Σαράι».
Σήμα κατατεθέν ή φτωχός συγγενής;
Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα παραδοσιακά καραβάν σαράι ήταν μεγάλα διώροφα (και σπάνια τριώροφα) οικοδομήματα, εξ ολοκλήρου λιθόκτιστα, με πλούσια εσωτερική διακόσμηση και έντονο μνημειακό χαρακτήρα, η μισοτελειωμένη και μονότονη εικόνα του νεότερου κτίσματος σίγουρα δεν ήταν αντάξια του ένδοξου παρελθόντος.
Το ίδιο ισχύει και για τις εκ διαμέτρου αντίθετες ιστορίες που στέγασαν τα δύο κτήρια. Από τη μία, το μεγαλοπρεπές κτίσμα του 15ου αιώνα, που αποτέλεσε διάσημο κόμβο εμπορικών συναλλαγών και πνοής ανέμου εξωστρέφειας για την αγροτική οικονομία επί των ημερών της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Από την άλλη, ένα γιαπί των μέσων του 20ού αιώνα, χωρίς πόρτες και παράθυρα, ντυμένο με πρόχειρες κουρελούδες για να καλύπτονται τα κενά, που σηματοδότησε ημέρες μιζέριας, κακομεταχείρισης και αδιεξόδου για τους ανθρώπους της αγροτικής υπαίθρου της νεότερης Ελλάδος, εν μέσω Εμφυλίου. Μάλλον μόνο ως φτωχός συγγενής θα μπορούσε να λογίζεται το δεύτερο.
Αργότερα, από το 1958 έως το 2011, το νεότερο Καραβάν Σαράι στέγασε το παλιό δημαρχείο της Θεσσαλονίκης, φιλοξενώντας τις υπηρεσίες του δήμου. Έκτοτε, έχει βρεθεί και αυτό με τη σειρά του μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Παρ’ όλα αυτά, το όνομα του διατηρητέου κτίσματος έρχεται συχνά πυκνά στην επικαιρότητα, λόγω της προσέλκυσης ξένου επενδυτικού ενδιαφέροντος για την αξιοποίησή του. Αργά ή γρήγορα, αυτό αναμένεται να σηματοδοτήσει έναν νέο κύκλο ζωής για το μεγαλύτερο ακίνητο της συμπρωτεύουσας. Ο χρόνος θα δείξει αν αυτός θα είναι και πιο ένδοξος από εκείνον του πρόσφατου παρελθόντος…