Θανάσης Παπαδόπουλος: «Έφυγε» ο ακούραστος εργάτης του ελληνικού σινεμά
Κάνοντας το κινηματογραφικό του «ξεπέταγμα» το 1961, στην ταινία «Κατήφορος», που μεταξύ άλλων ηθοποιών τον επέλεξε ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο Θανάσης Παπαδόπουλος έφτασε να έχει στο ενεργητικό του μια μακροχρόνια σταδιοδρομία, που ξεπέρασε τις έξι δεκαετίες. Τον θυμόμαστε ως τον «τεντιμπόη» που διαπομπεύεται επειδή γιαούρτωσε τον καθηγητή του στον «Νόµο 4000» (1962), τον μεσαίο γιο του Λάμπρου Κωνσταντάρα στην αξέχαστη κωμωδία του Αλέκου Σακελλάριου «Ο Στρίγγλος Που Έγινε Αρνάκι» (1968), τον λαχειοπώλη στην ταινία «Η Λίζα και η Άλλη» (1961) του Ντίνου Δημόπουλου, αλλά και την κινηματογραφική μεταφορά του πασίγνωστου θεατρικού έργου του Δημητρίου Βυζαντίου, «Βαβυλωνία» (1970).
Διαβάστε επίσης την αποκλειστική συνέντευξη του Θάνου Παπαδόπουλου στην “ΥΧ” το 2015
Ήταν ένας εκ των παραγωγικότερων Ελλήνων ηθοποιών, με αναρίθμητα credits στο σινεμά στην πάροδο του χρόνου. Συνεργάστηκε με ιερά τέρατα που σφράγισαν τη «χρυσή» περίοδο του ελληνικού κινηματογράφου, όπως ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, η Μάρω Κοντού, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η Τζένη Καρέζη. Τη δεκαετία του 1980, συμπρωταγωνίστηκε σε πλειάδα ταινιών δίπλα σε νεότερα ονόματα όπως ο Σωτήρης Μουστάκας και ο Στάθης Ψάλτης.
Εξομολόγηση από καρδιάς
Μια χειμωνιάτικη μέρα του Δεκέμβρη του 2010, ο Θανάσης Παπαδόπουλος με υποδέχθηκε στο θέατρο Παραμυθιάς, στην περιοχή του Κεραμεικού, όπου εκείνη την περίοδο πρωταγωνιστούσε στη θεατρική παράσταση «Free Rider», μαζί με έναν θίασο νεότερων ηθοποιών. Εκείνο το πρωί, οι πρόβες στερήθηκαν την παρουσία του, καθώς είχα τη χαρά να τον «απασχολήσω», στο πλαίσιο της προκαθορισμένης συνέντευξής μας.
Μεταξύ άλλων, τον ρώτησα πώς πήρε την απόφαση να γίνει ηθοποιός. Η απάντηση δεν ήταν εκείνη που περίμενα:
«Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Μεταξουργείο, κοντά στο θέατρο ΠΕΡΟΚΕ. Όταν ήμουν μικρός, είχε εκεί γύρω κάτι καφενεία, κάτι σφαιριστήρια, που παίζαμε ποδοσφαιράκι κ.λπ. Οι ηθοποιοί που παίζανε στο ΠΕΡΟΚΕ, οι μεγάλοι πρωταγωνιστές, όπως ο Νίκος Σταυρίδης, ο Μίμης Φωτόπουλος και ο Κώστας Χατζηχρήστος, εκτός από μεγάλοι ηθοποιοί ήταν και απλοί άνθρωποι. Όταν είχανε διάλειμμα, βγαίνανε στο καφενείο, καθόντουσαν και μιλάγανε μεταξύ τους για να περάσει η ώρα, μέχρι να αρχίσει η επόμενη παράσταση. Εμείς, πιτσιρίκια, τους θαυμάζαμε, καθόμασταν κοντά τους και κρυφακούγαμε τι λέγανε. Από τις ιστορίες, λοιπόν, που λέγανε για τη ζωή τους και για το επάγγελμά τους, τις οποίες κρυφάκουγα εγώ και άλλοι φίλοι, γοητεύτηκα! Αυτό με έκανε να θέλω να γίνω και εγώ ηθοποιός. Έτσι ξεκίνησα, έτσι το αποφάσισα, όχι γιατί μέσα μου κάτι μίλησε και είπε «πήγαινε να σώσεις το ελληνικό θέατρο»· όχι! Το έκανα επειδή μου άρεσαν οι ιστορίες που άκουγα από εκείνους τους ηθοποιούς. Που κρυφάκουγα, μάλλον!», μου είχε πει.
Από την όμορφη κουβέντα που είχαμε, διέκρινα έναν ευχάριστο και θετικό άνθρωπο, ο οποίος, όντας σεμνός, εγκάρδιος και ταυτόχρονα ευθύς, σε κέρδιζε από την πρώτη στιγμή. Κάτι σαν την παρουσία του στο μεγάλο πανί, δηλαδή, που συνήθως σου έμενε εντυπωμένη, ακόμα και αν επρόκειτο ένα πέρασμα ή μια ολιγόλεπτη συμμετοχή. Και εκεί την ίδια γνησιότητα απέπνεε, που τον έκανε να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους.
Ο Θανάσης Παπαδόπουλος διακρίθηκε για την εργατικότητα, το ήθος και τη σεμνότητά του, τα οποία του εξασφάλισαν δικαίως μια συνεπή παρουσία. Η τελευταία του εμφάνιση σε ταινία μεγάλου μήκους ήταν στον «Κοινό Παρονομαστή» (2014) του Σωρήρη Τσαφούλια. Στο θέατρο, συμπρωταγωνίστησε στο πλευρό μερικών εκ των μεγαλύτερων βεντετών της εποχής, όπως οι προαναφερθείσες Τζένη Καρέζη στο «Μεγάλο μας τσίρκο» και Αλίκη Βουγιουκλάκη στην «Εύθυμη Χήρα», σε δύο από τους απαιτητικότερους ρόλους που κλήθηκε να ερμηνεύσει, όπως ο ίδιος μου είχε εκμυστηρευθεί.
Η παράλληλη «καριέρα» ως χρυσοχόος
Όταν αποφάσισε να σπουδάσει ηθοποιός και άρχισε να κάνει τις πρώτες μου δουλειές, ο κ. Παπαδόπουλος θέλησε να ζητήσει μια γονεϊκή συμβουλή, η οποία τελικά τον οδήγησε στο παράλληλο μονοπάτι μιας άλλης… τέχνης. «Μίλησα στη μητέρα μου, γιατί δεν είχα πατέρα, μόνο μητέρα με μεγάλωσε, και αφότου της είπα πως θέλω να γίνω ηθοποιός και ότι θα πάω να σπουδάσω θέατρο, σαν σοφή που ήταν, μου είπε: «Ναι, πολύ ωραία ιδέα, αλλά μάθε και μια δουλειά!». Δεν θεωρούσε το θέατρο δουλειά (γέλια) και πράγματι όταν δεν είχα μαθήματα στη δραματική σχολή πήγαινα σε ένα εργαστήριο χρυσοχοΐας και έμαθα να δουλεύω τον χρυσό, οπότε για ένα διάστημα δούλευα στον κινηματογράφο και στο θέατρο και παράλληλα δούλευα σε ένα εργαστήριο χρυσοχοΐας κατασκευάζοντας κοσμήματα, τότε τα κοσμήματα ήταν χειροποίητα και είχε πολύ ενδιαφέρον. Ήταν κι αυτό ας πούμε ένα είδος καλλιτεχνικής δουλειάς και δημιουργικής. Έτσι, λοιπόν, μπορούσα να τα συνδυάζω, γιατί ούτε το μεροκάματο του θεάτρου ήταν πολύ σπουδαίο, ούτε υπήρχε σιγουριά. Όταν πια άρχισα να πηγαίνω καλά στο θέατρο, να δουλεύω αρκετά τακτικά και να κάνω και ταινίες, σιγά σιγά αποσύρθηκα, όχι για κανέναν άλλο λόγο, κουραζόμουνα και δεν μπορούσα να αποδώσω σωστά τη δουλειά!», μου είχε εξομολογηθεί.
Αναπαύσου εν ειρήνη, Θανάση Παπαδόπουλε…