Ανεβασμένες οι τιμές του πελτέ στα νέα συμβόλαια της βιομηχανίας

Αυξημένες σε σχέση με πέρσι οι τιμές στις προπωλήσεις της νέας σεζόν

Αρκετούς θετικούς οιωνούς, αλλά και ουκ ολίγους αστερίσκους περιλαμβάνει για τους εγχώριους μεταποιητές ντομάτας η εικόνα που αρχίζει να διαμορφώνεται ενόψει της νέας εμπορικής σεζόν.

Τα καλά νέα έρχονται από τις αυξημένες σε σχέση με πέρυσι τιμές στις οποίες έχει ήδη προπωληθεί το μεγαλύτερο μέρος ή και το σύνολο (ανάλογα με την πολιτική κάθε εταιρείας) της παραγωγής. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά στην «ΥΧ» επιχειρηματίες του κλάδου, οι spot τιμές στα συμβόλαια του πελτέ με περιεκτικότητα από 12% έως 30% σε ξηρά ύλη (και τα οποία λειτουργούν τροχιοδεικτικά) κινήθηκαν στα επίπεδα των 800 ευρώ/τόνο, ενώ για όσους διαθέτουν αυτήν τη στιγμή «αδέσμευτο» προϊόν οι προσφορές φτάνουν ακόμα και τα 840-850 ευρώ/τόνο. Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι τέτοια εποχή οι αντίστοιχες τιμές των συμβολαίων κυμαίνονταν από 740 έως 780 ευρώ/τόνο.

Εξάλλου, ευνοϊκά για τις ελληνικές βιομηχανίες φαίνεται ότι λειτουργεί και η εκρηκτική αύξηση που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στις τιμές των ναύλων. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό και με την κοινοτική οδηγία για την επισήμανση της προέλευσης στα τοματικά προϊόντα, αποθαρρύνει τις εισαγωγές από Κίνα στην ΕΕ, δημιουργώντας μία τρόπον τινά κλειστή για τους Ευρωπαίους παίκτες αγορά.

Όπως εξηγεί στην «ΥΧ» ο Δημήτρης Νομικός, επικεφαλής της Νομικός ΑΒΕΚ και πρώην πρόεδρος του WPTC (World Processing Tomato Council), το κόστος για την αποστολή ενός κοντέινερ από την Κίνα ανέρχεται πλέον στα 7.000- 8.000 ευρώ από 1.500-2.000 ευρώ πέρυσι, κάτι που μεταφράζεται σε μια αύξηση τουλάχιστον 250 ευρώ/τόνο. Την ίδια στιγμή, οι αυξήσεις στα μεταφορικά κόστη εντός της ΕΕ, όπου υπάρχουν και περισσότερες εναλλακτικές (π.χ. οδικώς), είναι σαφώς πιο διαχειρίσιμες, αφού ξεκινούν από 5% και δεν ξεπερνούν το 20%.

Ανεβασμένα τα κοστολόγια

Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος, πάντως, για τις εγχώριες βιομηχανίες αυτήν τη στιγμή δεν είναι άλλος από το αυξημένο κόστος παραγωγής και το οποίο συν τοις άλλοις δεν είναι πάντα εύκολο να «περάσει» στην τιμή πώλησης. Σύμφωνα με τον κ. Νομικό, τα υλικά συσκευασίας είναι ακριβότερα σε ποσοστό από 10% έως 30% σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι αυξήσεις στα ενεργειακά κόστη (μαζούτ, ρεύμα) ξεπερνούν το 80%. Αν συνυπολογιστεί και η αύξηση 5% στις τιμές της πρώτης ύλης, όλα τα παραπάνω «συνηγορούν» σε ένα συνολικό κοστολόγιο αυξημένο κατά τουλάχιστον 10%.

Εξάλλου, ανησυχία, αλλά προσώρας τουλάχιστον όχι προβληματισμό, προκαλούν και οι καιρικές συνθήκες των προηγούμενων εβδομάδων, που τις χαλαζοπτώσεις και τις έντονες βροχοπτώσεις ακολούθησε ο καύσωνας. Εκτιμάται ότι η εναλλαγή αυτή θα οδηγήσει σε μια μικρή μείωση της παραγωγής, η οποία ενδεχομένως να οδηγήσει σε αναπροσαρμογή του στόχου για αύξηση 10% των εισκομιζόμενων ποσοτήτων που είχαν θέσει για φέτος οι βιομηχανίες.

Σύμφωνα με τον υπεύθυνο της ομάδας βιομηχανικής ντομάτας του Συνεταιρισμού Λαρισαίων Αγροτών, Παναγιώτη Καλογιάννη, «υπάρχει μια ανησυχία στις βιομηχανίες για το γεγονός ότι, λόγω των φετινών εναλλαγών του καιρού, διαφαίνεται πολύ πιθανό να πάει πιο πίσω η ντομάτα.

Δηλαδή, η καμπάνια αναμένεται να ξεκινήσει μεν στα τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου, ωστόσο οι ποσότητες στην αρχή αναμένεται να είναι μειωμένες και αυτό, εκ των πραγμάτων, δημιουργεί πρόβλημα στα εργοστάσια που θέλουν να έχουν μια ομαλή ροή».

Πρωτιά για την Ελλάδα στις εξαγωγές

Στο μεταξύ, η αυξημένη εγχώρια παραγωγή, τα προβλήματα από τον καιρό που αντιμετώπισαν στη διάρκεια της δικής τους καμπάνιας ανταγωνιστές, όπως η Ισπανία, και το μειωμένο, όπως προαναφέραμε, ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για εισαγωγές από την Κίνα είχαν ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να καταγράψει πέρυσι τη μεγαλύτερη (μεταξύ των παραγωγικών χωρών) αύξηση εξαγωγών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του εξειδικευμένου ιστότοπου tomatonews, στο δωδεκάμηνο Μαΐου 2020-Απριλίου 2021, οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν σε ποσοστό 18% ή κατά 5.696 τόνους σε σχέση με έναν χρόνο πριν, φτάνοντας στην κορύφωσή τους τον Νοέμβριο του 2020, οπότε και εξήχθησαν 4.355 τόνοι (από 2.536 τόνοι τον Νοέμβριο του 2019).

Η διαφορά οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στις αυξημένες αποστολές προς το Ηνωμένο Βασίλειο λόγω της αβεβαιότητας που είχε προκαλέσει το επικείμενο Brexit. Διόλου τυχαίο ότι η δεύτερη καλύτερη «επίδοση» καταγράφηκε τον αμέσως προηγούμενο μήνα, Οκτώβριο, οπότε και οι ελληνικές εξαγωγές ανήλθαν σε 4.193 τόνους (έναντι 2.885 τόνων τον Οκτώβριο του 2019).

Στο πρώτο τετράμηνο του 2021, η μεγαλύτερη άνοδος εξαγωγών εντοπίζεται τον Απρίλιο (3.961 τόνοι έναντι 3.178 τόνοι ένα χρόνο πριν) και σχετίζεται με τα lockdown, χωρίς πάντως να φτάνει στα επίπεδα του πρώτου κύματος περιοριστικών μέτρων (άνοιξη του 2020).

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση εξαγωγών μεταξύ των παραγωγικών χωρών παρατηρήθηκε στις ΗΠΑ (+5,9%), ακολουθούμενη από την Πορτογαλία (+5,3%). Στον αντίποδα, η μεγαλύτερη μείωση εξαγωγών καταγράφηκε στη Χιλή (-24,7%), ενώ σημαντικές απώλειες (-9,6%) κατέγραψε και η Τουρκία.