Αντισώματα στην κρίση έδειξε η ευρωπαϊκή αγελαδοτροφία

Μετά από μια δύσκολη δεκαετία, ο κλάδος επιχειρεί να ξαναβρεί τον βηματισμό του

Σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής στις ευρωπαϊκές αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις, κατά την τριετία 2017-2019 που, όμως, ανακόπηκε από τις αρχές του 2020 διαπιστώνει πρόσφατη μελέτη της Κομισιόν. Παράλληλα, γίνεται λόγος για μείωση, έστω και οριακή, της ακαθάριστης προσόδου των παραγωγών με τάσεις σταθεροποίησης, αφού όμως υπήρξε προηγουμένως σημαντική πτώση της από το 2017 μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Για την ανάλυση αξιοποιήθηκαν στοιχεία του Δικτύου Γεωργικής Λογιστικής (FADN), γνωστού και ως «RICA» για την περίοδο 2008-2020. Το συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι, παρά τις δυσκολίες που προκάλεσε η πανδημία, οι αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις αποδείχτηκαν ανθεκτικές στην κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία. Ωστόσο, τα δεδομένα για την ελληνική αγελαδοτροφία δεν συνάδουν απόλυτα με αυτό το συμπέρασμα.

Κόστος παραγωγής

Στην έκθεση διευκρινίζεται ότι το κόστος παραγωγής διαμορφώνεται κυρίως από το κόστος της ενέργειας και της αγοράς ζωοτροφών. Όπως αναφέρεται, «μετά την κρίση της διετίας 2015 – 2016, ο δείκτης της ακαθάριστης προσόδου γάλακτος έφτασε στο ανώτατο σημείο του το 2017». Ακολούθησε η… κατρακύλα του δείκτη το 2018 (-17%), ενώ το 2019 υπήρξε και πάλι μικρή πτώση. Το 2020, λόγω και της αυξημένης παραγωγής γάλακτος κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, ο δείκτης άρχισε να ανακάμπτει, σύμφωνα με την Κομισιόν. Πάντως, στη μελέτη αναφέρεται ότι την περίοδο 2008 – 2019 το κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 10%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του FADN, το 2019 υπήρξε αύξηση στις τιμές των ζωοτροφών, οι οποίες στις αρχές του 2020 άρχισαν να αποκλιμακώνονται (βλ. την εξέλιξη του κόστους παραγωγής το 2019 στον πίνακα 1) .

Δείκτης προσόδου γάλακτος

Για να αποτυπώσει τις οικονομικές επιδόσεις των αγελαδοτροφικών μονάδων γαλακτοπαραγωγής, η Κομισιόν επιστρατεύει τον λεγόμενο δείκτη ακαθάριστης προσόδου γάλακτος. Ο δείκτης διαμορφώνεται από την τιμή παραγωγού, το κόστος παραγωγής και τα περιθώρια κέρδους μιας εκμετάλλευσης. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «οι γαλακτοπαραγωγικές εκμεταλλεύσεις υπέστησαν τρεις αξιοσημείωτες πτώσεις στην τιμή του προϊόντος, το 2012, το 2014 και ιδιαίτερα κατά τη διετία 2014 – 2016. Τις πτώσεις αυτές ακολούθησε η ανάκαμψη των τιμών», ενώ σημειώνεται επίσης ότι η πτώση του 2016 αποτέλεσε ιστορικό χαμηλό.

Ωστόσο, το 2017 οι τιμές αυξήθηκαν σημαντικά (+20%), ως αποτέλεσμα της μείωσης της παγκόσμιας παραγωγής και της αυξημένης ζήτησης για αγελαδινό βούτυρο και τυρί. «Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με μια μικρή αύξηση στο κόστος παραγωγής (+2%), οδήγησε τον δείκτη προσόδου αγελαδινού γάλακτος σε μεγάλη αύξηση (+65%). Ωστόσο, το 2018, ο δείκτης σημείωσε πτώση 17%, λόγω της έλλειψης ζωοτροφών που αύξησε στις τιμές τους και τα λειτουργικά κόστη (+7%) με παράλληλη μείωση της τιμής (-2,4%). Σύμφωνα με την έκθεση, το 2019 σημειώθηκε περαιτέρω αύξηση του κόστους παραγωγής (πάνω από 2%), η οποία σε συνδυασμό με μια οριακή αύξηση στην τιμή (+1%) επέφερε εκ νέου πτώση του δείκτη κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες.

Σημάδια ανάκαμψης το 2020, αλλά ο δρόμος μακρύς

Εξετάζοντας αναλυτικότερα την περίοδο 2019-2020 και την εξέλιξη του δείκτη αναφέρεται ότι «οι διακυμάνσεις που παρατηρούνται οφείλονται στο ασταθές κόστος παραγωγής, τη στιγμή που δεν υπήρξαν σοβαρές μεταβολές στην τιμή παραγωγού». Λόγω των καλών καιρικών συνθηκών που βοήθησαν τη βοσκή, «η παραγωγή γάλακτος αυξήθηκε τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2020 (+2% σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα το 2019), ενώ η τιμή παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα κατά το α’ τρίμηνο του 2020 και, εν συνεχεία, έπεσε το β’ τρίμηνο κατά 6%, λόγω κυρίως της αυξημένης παραγωγής και της αυξημένης ζήτησης.

Το κόστος παραγωγής μειώθηκε, κατά το ίδιο διάστημα, όχι όμως αρκετά, ώστε να διατηρήσει στα ίδια επίπεδα τον δείκτη γάλακτος», σημειώνουν οι συγγραφείς της μελέτης. Αξίζει, πάντως, να αναφερθεί ότι στην Ελλάδα το α’ τρίμηνο του έτους οι αγελαδοτρόφοι είδαν μειώσεις στην τιμή παραγωγού, οι οποίες σε ορισμένους επιβλήθηκαν και στις αρχές του β’ τριμήνου του 2020, κατά τη διάρκεια των πρώτων περιοριστικών μέτρων για την πανδημία (στοιχεία ΕΛΓΟ και ρεπορτάζ «ΥΧ»). Μάλιστα, οι μειώσεις αυτές κυμαίνονταν από 0,5 έως 1,5 λεπτά/κιλό και δεν αναπληρώθηκαν κατά το επόμενο διάστημα.

Επιστρέφοντας στην έκθεση της Κομισιόν, το τελικό συμπέρασμά της είναι ότι «φαίνεται πως οι γαλακτοπαραγωγικές εκμεταλλεύσεις επέδειξαν ανθεκτικότητα στην κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού, παρά την πτώση του δείκτη, κατά το πρώτο μισό του 2020». Ωστόσο, σε εγχώριο επίπεδο και σε συνδυασμό με την ανωτέρω ανάλυση, γίνεται σαφές ότι οι Έλληνες αγελαδοτρόφοι αντιμετώπισαν περισσότερες αντιξοότητες, τη στιγμή που τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται αξιοσημείωτη αύξηση στις ζωοτροφές (ελαιοκράμβη, καλαμπόκι, σόγια) που επιβαρύνει εκ νέου το κόστος παραγωγής.