Από την αμμωνία ξεκινά η πράσινη στροφή της Yara

Σε φάση αναδιάρθρωσης σε όλα τα επίπεδα βρίσκεται η YARA Ελλάς, όπως αποκαλύπτει στην «ΥΧ» ο εμπορικός διευθυντής της εταιρείας, Νίκος Κυριακίδης, έτσι ώστε να ανταποκριθεί με επιτυχία στις προκλήσεις των επόμενων χρόνων, όπου το περιβαλλοντικό αποτύπωμα ενός τροφίμου θα έχει άμεση σχέση με την τιμή ή ακόμα και με τη θέση του στην αγορά.

Η μητρική εταιρεία ανακοίνωσε πριν από λίγες μόλις ημέρες ότι επενδύει στην παραγωγή «πράσινης» αμμωνίας, ενώ μέσα στο 2021 η YARA Ελλάς σκοπεύει να προωθήσει νέες λύσεις για τον αγρότη στην εγχώρια αγορά. Το 2020, ο κλάδος των λιπασμάτων, αντίθετα με άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, είχε αρκετά καλά αποτελέσματα: «Αυτήν τη στιγμή είμαστε στο επίπεδο που είχαμε υπολογίσει με βάση το πλάνο μας. Η πανδημία δεν επέδρασε στις πωλήσεις, αλλά στον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε με τους εμπορικούς μας συνεργάτες και τους αγρότες. Η προσωπική επαφή μάς έχει λείψει», λέει ο κ. Κυριακίδης.

Η ελληνική αγορά λιπασμάτων, πάντως, επηρεάστηκε από εξωγενείς παράγοντες όπως ο «Ιανός», ο οποίος, όπως σημειώνει ο εμπορικός διευθυντής της YARA, «είχε σημαντικές συνέπειες σε πολλές περιοχές, όχι μόνο λόγω των ζημιών στις καλλιέργειες, αλλά και στις υποδομές. Καταστράφηκαν μηχανήματα από τα πολλά νερά, έχουν γίνει μεγάλες εκπλύσεις, ήρθε χώμα και πέτρες στα χωράφια, με αποτέλεσμα να επηρεαστεί σημαντικά η γονιμότητα του εδάφους», περιγράφει.

Το λίπασμα ως μέρος ενός συστήματος

Άλλος σημαντικός εξωγενής παράγοντας είναι η ξηρασία και η έλλειψη βροχοπτώσεων, φαινόμενο πλέον πολύ συχνό, το οποίο επηρεάζει τον χρόνο σποράς και τη λίπανση.

Επίσης, σημαντικός παράγοντας είναι και οι τιμές του ελαιολάδου, καθώς, όπως λέει ο κ. Κυριακίδης, «οι ελαιώνες αποτελούν έναν μεγάλο καταναλωτή λιπασμάτων». Ωστόσο, η εταιρεία, σε διεθνές επίπεδο, εστιάζει στις αλλαγές που έρχονται και οι οποίες πρέπει να τη βρουν έτοιμη, εφόσον άλλωστε «κάθε αλλαγή είναι και μία ευκαιρία».

«Σήμερα, πιο πολύ από ποτέ, βλέπουμε ότι τα λιπάσματα είναι κομμάτι ενός συστήματος», επισημαίνει ο κ. Κυριακίδης. «Υπάρχουν mega τάσεις διεθνώς: H οργανική γεωργία, η αύξηση των αναγκών για τρόφιμα, οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, η μείωση των εκπομπών άνθρακα. Και η Ελλάδα θα αναγκαστεί να προσαρμοστεί, γιατί αυτές οι τάσεις αντανακλούν σε ευρωπαϊκές στρατηγικές και αποφάσεις στις οποίες συμμετέχει και η χώρα μας», προσθέτει.

«Για εμάς, στη YARA, είναι ξεκάθαρο ότι οι όποιες λύσεις δίνονται στον αγρότη πρέπει στο μέλλον να εξασφαλιστεί ότι θα είναι περιβαλλοντικά ουδέτερες», λέει ο εμπορικός διευθυντής της εταιρείας. «Και αυτό γιατί ο τρόπος παραγωγής των πρώτων υλών στο χωράφι σχετίζεται με τη βιομηχανία τροφίμων.

Ακόμα και αν παράγεις λιπάσματα, δεν μπορείς πλέον να δουλέψεις χωρίς τη βιομηχανία τροφίμων. Αυτοί τοποθετούν τα προϊόντα στην αγορά, αυτοί ορίζουν και τις προδιαγραφές. Υπάρχει, λοιπόν, απαίτηση από την ευρωπαϊκή βιομηχανία να μειωθεί το αποτύπωμα άνθρακα από την παραγωγή τροφίμων», επισημαίνει.

Έξυπνα tailor made εργαλεία και για τον μικρό παραγωγό

«Ξεκινάμε carbon smart farmer practices, δηλαδή κλιματικά “έξυπνες” καλλιεργητικές πρακτικές, οι οποίες επικεντρώνονται στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα. Άρα, ο αγρότης θα ξέρει ότι ακολουθεί μια βέλτιστη πρακτική, όσον αφορά το αποτύπωμα άνθρακα και θα πληρωθεί για αυτό από την αγορά».

Ή τουλάχιστον θα πρέπει να πληρωθεί, γιατί αν οι Ευρωπαίοι αγρότες καλλιεργούν με αυτές τις αυστηρές προδιαγραφές, που σημαίνουν ασφαλώς και αύξηση του κόστους παραγωγής, και στη συνέχεια εισάγονται φθηνά προϊόντα από χώρες που δεν τηρούν τις ίδιες προδιαγραφές, το σύστημα δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει. Καθώς η YARA διεθνώς βρίσκεται σε μια πορεία αναμόρφωσης και στην Ελλάδα αναμένεται να έρθουν νέα εργαλεία.

«Στην Ελλάδα είναι πιο δύσκολη η
υιοθέτηση λύσεων. Ευτυχώς, η μητρική γνωρίζει ότι υπάρχουν πιο κατακερματισμένες αγορές, όπως η ελληνική, με μικρότερες εκμεταλλεύσεις, οι οποίες έχουν άλλα προβλήματα. Οπότε τώρα φροντίζουμε να εφαρμόσουμε λύσεις tailor made. Ήδη έχουμε φέρει κάποια εργαλεία. Θα μπούμε και σε κάποια δορυφορικά προγράμματα, ώστε με βάση τα δορυφορικά δεδομένα και ένα σκανάρισμα, ο αγρότης να μπορεί να έχει κάποιες συμβουλές». Επίσης, αναμένεται μια εφαρμογή σε σχέση με την υδρολίπανση και τα περιβαλλοντικά δεδομένα σε συνεργασία με την IBM, ένα πρόγραμμα που έχει ήδη εφαρμοστεί στην Καλιφόρνια.

Κοκκώδη λιπάσματα και βιοδεγέρτες επίσης θα παίξουν σημαντικό ρόλο τα επόμενα χρόνια στο οπλοστάσιο της εταιρείας που αλλάζει. «Η YARA στο μέλλον θα είναι διαφορετική, δηλαδή καλύτερη», καταλήγει ο κ. Κυριακίδης.

«Πράσινη» αμμωνία

Πώς όμως μπορεί να επιτευχθεί αυτό, όταν ο μεγαλύτερος όγκος λιπασμάτων που χρησιμοποιούνται έχει άζωτο, το οποίο έχει και τις μεγαλύτερες συνέπειες για το περιβάλλον;

«Πρέπει να το δούμε στη βάση των πρώτων υλών των λιπασμάτων, όπως η αμμωνία», εξηγεί ο κ. Κυριακίδης, προσθέτοντας μάλιστα ότι το συγκεκριμένο θέμα «καίει» τη YARA, δεδομένου ότι «είναι η πρώτη εταιρεία στον κόσμο που εμπορεύεται και μεταφέρει αμμωνία».

Οι έρευνες της εταιρείας έχουν εστιάσει στην παραγωγή «πράσινης» αμμωνίας, η οποία, εκτός από πρώτη ύλη στα λιπάσματα, από το 2023 θα μπορεί να χρησιμοποιείται και ως καύσιμο στα πλοία.

«Θα μπορούμε να καίμε “πράσινη” αμμωνία στα εργοστάσια παραγωγής των λιπασμάτων μας, τα οποία στη συνέχεια θα μεταφέρονται με πλοία που επίσης θα κινούνται με “πράσινη” αμμωνία. Αυτομάτως μειώνεται κατά πολύ το τελικό αποτύπωμα άνθρακα», τονίζει, εξηγώντας το σκεπτικό της Yara. «Έτσι, θα μπορείς να δώσεις στη βιομηχανία τροφίμων προϊόντα που έχουν παραχθεί με χαμηλές ή και καθόλου εκπομπές άνθρακα», αναφέρει.

Σημαίνει άραγε αυτό ότι η βιομηχανία τροφίμων έμμεσα θα κατευθύνει τον αγρότη προς ένα συγκεκριμένο λίπασμα, εφόσον αυτό εξασφαλίζει την παραγωγή προϊόντων πιο φιλικών για το περιβάλλον; «Όχι συγκεκριμένο λίπασμα, αλλά συγκεκριμένη λύση. Η Yara δεν πουλάει απλά λίπασμα, το λίπασμα “πάει πακέτο” με τη γνώση και την εφαρμογή», απαντάει ο συνομιλητής μας.