Ασφάλιση: Με κόφτη η σύνταξη όσων χρωστούν έως 10.000 ευρώ

Τη μεγάλη πλειονότητα των αγροτών που βρίσκονται στο κατώφλι της συνταξιοδότησης, αλλά αδυνατούν… να το περάσουν, λόγω χρεών από απλήρωτες ασφαλιστικές εισφορές, «πιάνει» η νέα ρύθμιση που προωθεί το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

Η σχετική διάταξη του νομοσχεδίου, η οποία παρουσιάστηκε στο υπουργικό συμβούλιο της Τετάρτης 18 Οκτωβρίου και πρόκειται να κατατεθεί άμεσα προς ψήφιση στη Βουλή, ανεβάζει στα 10.000 ευρώ το ανώτατο όριο οφειλών για τη συνταξιοδότηση των αγροτών. Πρόκειται για τη δεύτερη αύξηση του εν λόγω πλαφόν μέσα σε μια τριετία, καθώς, μόλις το 2021, είχε αναπροσαρμοσθεί από τα 4.000 στα 6.000 ευρώ, που ισχύουν μέχρι σήμερα. Η νέα αναπροσαρμογή εκτιμάται ότι καλύπτει το 70% των αγροτών-οφειλετών που χρωστούν στον π. ΟΓΑ έως 10.000 ευρώ.

Με το νέο καθεστώς, η σύνταξη του αγρότη-οφειλέτη θα εκδίδεται κανονικά, ωστόσο για κάποιους μήνες και, ειδικότερα, μέχρι το χρέος του να υποχωρήσει στα 6.000 ευρώ ή κάτω από αυτά, θα λαμβάνει μόνο το 40% αυτής, καθώς το υπόλοιπο 60% θα παρακρατείται για τη μείωση της οφειλής. Από τη στιγμή που η τελευταία θα πέσει κάτω από τα 6.000 ευρώ, θα εντάσσεται, όπως και σήμερα, στις 60 δόσεις, μέχρις ότου εξοφληθεί πλήρως. Βάσει του νέου πλαισίου, δεν αλλάζει κάτι για όσους έχουν χρέος έως 6.000 ευρώ.

Η αίτηση συνταξιοδότησης θα γίνεται αποδεκτή, και για έως 60 μήνες θα παρακρατείται ένα μίνιμουμ ποσό 50 ευρώ (ελάχιστη μηνιαία δόση), μέχρι να αποπληρωθεί η οφειλή. Αντίστοιχα, όσοι έχουν χρέος που υπερβαίνει το νέο αυξημένο όριο, δηλαδή τα 10.000 ευρώ, θα πρέπει πρώτα να καταβάλουν εφάπαξ το υπερβάλλον ποσό και στη συνέχεια να ενταχθούν στη νέα ρύθμιση.

Βασική προϋπόθεση, βέβαια, για να μπορέσει ο αγρότης να αξιοποιήσει τις νέες διατάξεις, είναι οι τραπεζικές καταθέσεις του να μην ξεπερνούν τα 6.000 ευρώ. Το εν λόγω κριτήριο, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, εισάγεται προκειμένου να στοιχειοθετηθεί πραγματική οικονομική αδυναμία και να αποκλειστούν οι λεγόμενοι στρατηγικοί κακοπληρωτές.

Παράδειγμα 1: Έστω ότι ένας αγρότης χρωστά 7.500 ευρώ και δικαιούται σύνταξη 450 ευρώ. Η σύνταξή του εκδίδεται κανονικά και η παρακράτηση ανέρχεται σε 270 ευρώ, επομένως έχει λαμβάνειν 180 ευρώ. Σε 6 μήνες θα έχουν παρακρατηθεί 1.620 ευρώ, άρα η οφειλή του θα έχει υποχωρήσει στα 5.880 ευρώ.

Από το σημείο αυτό και μετά, μπορεί να ενταχθεί στη ρύθμιση των 60 δόσεων, με την παρακράτηση να διαμορφώνεται σε 98 ευρώ/μήνα, επομένως για τα επόμενα πέντε χρόνια θα λαμβάνει 352 ευρώ/μήνα

Επίδομα μητρότητας 780 ευρώ για 9 μήνες σε νέες αγρότισσες
Με άλλη διάταξη του νομοσχεδίου, επεκτείνεται σε αγρότισσες και αυτοαπασχολούμενες το επίδομα μητρότητας της ΔΥΠΑ. Έτσι, όλες οι νέες μη μισθωτές, ασφαλιστικά ενήμερες μητέρες, θα λαμβάνουν μηνιαίο επίδομα μητρότητας από τη ΔΥΠΑ ύψους 780 ευρώ (κατώτατος μισθός) για εννέα μήνες. Παράλληλα, το επίδομα θα λαμβάνουν και οι μισθωτές ασφαλισμένες, οι οποίες έως σήμερα αποκλείονταν λόγω διαφορετικών κανόνων των πρώην ταμείων τους (π.χ. ασφαλισμένες π. ΤΑΥΤΕΚΩ, έμμισθες ασφαλισμένες π. ΕΤΑΑ).

 

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ
Στο 50% της ασφαλιστικής κλάσης η εισφορά που αντικαθιστά το πέναλτι του 30%

To νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο περιέχει και την πολυαναμενόμενη διάταξη με την οποία καταργείται η περικοπή του 30% της σύνταξης για τους εργαζόμενους συνταξιούχους.

Στη θέση της, θεσπίζεται μια νέα εισφορά ή «μη ανταποδοτικός πόρος υπέρ e-ΕΦΚΑ», όπως αποκαλείται από το υπουργείο Εργασίας, ο οποίος στις περιπτώσεις μη μισθωτής απασχόλησης ισούται με το 50% της επιλεγείσας ασφαλιστικής κλάσης για την κύρια σύνταξη που επιλέγει ο συνταξιούχος. Για τους μισθωτούς εργαζόμενους συνταξιούχους, ο πόρος αυτός διαμορφώνεται στο 10% των ασφαλιστέων αποδοχών τους. Σε κάθε περίπτωση, το ύψος του δεν μπορεί να υπερβαίνει το 12πλάσιο της εθνικής σύνταξης (413 ευρώ τον μήνα ή 4.956 ευρώ ετησίως), ενώ ο πρόσθετος ασφαλιστικός χρόνος που προκύπτει από την απασχόληση θα προσμετράται για την προσαύξηση της σύνταξης.

Τονίζεται, ωστόσο, ότι το νέο καθεστώς δεν καταργεί τις εξαιρέσεις που προβλέπονται σήμερα για τους αγρότες και τους «ετεροσυνταξιούχους». Αυτό σημαίνει ότι δεν θα κληθούν να καταβάλουν τον μη ανταποδοτικό πόρο οι συνταξιούχοι αγρότες που αποκτούν εισόδημα από εργασία υπαγόμενη στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, ανεξάρτητα από το ύψος του εισοδήματος αυτού. Ομοίως, δεν θα υπάρξει επιβάρυνση για τους συνταξιούχους άλλων ταμείων, οι οποίοι αποκτούν εισόδημα έως 10.000 ευρώ από αγροτική δραστηριότητα. Αμφότερες οι παραπάνω κατηγορίες απαλλάσσονται από το «πέναλτι» του 30%.

Αντίθετα, τον νέο πόρο θα πρέπει να καταβάλουν οι συνταξιούχοι αγρότες που απασχολούνται και αποκτούν εισόδημα από δραστηριότητες που δεν σχετίζονται με τον πρωτογενή τομέα (π.χ. ελεύθερο επάγγελμα ή μισθωτή εργασία), για τις οποίες προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον e-EΦΚΑ. Το ίδιο και οι «ετεροσυνταξιούχοι», εφόσον το εισόδημα που αποκτούν από την αγροτική τους δραστηριότητα υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ.

Παράδειγμα 2: Έστω ότι συνταξιούχος του Δημοσίου, με σύνταξη 1.000 ευρώ, αποκτά πρόσθετο ετήσιο εισόδημα ύψους 12.000 ευρώ από πωλήσεις αγροτικών προϊόντων. Με το ισχύον καθεστώς, υφίσταται παρακράτηση 300 ευρώ/μήνα. Με το νέο καθεστώς, εφόσον έχει επιλέξει την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία, που προβλέπει εισφορά 99,78 ευρώ για την κύρια σύνταξη, θα εισπράττει εφεξής ολόκληρη τη σύνταξη και, αντί παρακράτησης, θα καταβάλλει μη ανταποδοτικό πόρο 99,78 x 50% = 49,89 ευρώ/μήνα. Επομένως, θα έχει όφελος 250,11 ευρώ/μήνα.

Παράδειγμα 3: Αν ο συνταξιούχος του προηγούμενου παραδείγματος έχει εισόδημα 9.000 ευρώ τον χρόνο από πωλήσεις αγροτικών προϊόντων (δηλαδή κάτω από το όριο των 10.000 ευρώ), δεν θα δει κάποια αλλαγή. Με το ισχύον καθεστώς, εξαιρείται από την ποινή απομείωσης της σύνταξης κατά 30%, ενώ και από τις νέες διατάξεις δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής το μη ανταποδοτικού πόρου.

Παράδειγμα 4: Έστω ότι συνταξιούχος αγρότης, με σύνταξη 500 ευρώ, ασκεί παράλληλα κάποιο ελεύθερο επάγγελμα από το οποίο προκύπτει εισόδημα 5.000 ευρώ ετησίως. Με το ισχύον καθεστώς, υφίσταται περικοπή 150 ευρώ/μήνα στη σύνταξή του. Με το νέο καθεστώς, εφόσον έχει επιλέξει την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία των ελεύθερων επαγγελματιών/αυτοαπασχολούμενων, θα καταβάλει μη ανταποδοτικό πόρο 169,95 x 50% = 84,975 ευρώ, επομένως θα έχει όφελος 150 – 84,975 = 65,025 ευρώ/μήνα.