Οι δαπάνες που μπαίνουν στα έξοδα και εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα των αγροτών

των Φωτεινής Μακρή, Κατερίνας Κουσουνή-Ρόμπολα, Λογίστριες-φοροτεχνικοί

Η δαπάνη των καυσίμων είναι από τις πιο σημαντικές για τη μείωση του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος των αγροτών. Για τον λόγο αυτόν, είναι κρίσιμο να δούμε πώς μπορούμε σωστά να τη χρησιμοποιούμε για τα λογιστικά μας αρχεία.

Η απόφαση ΔΕΛΖ 1126959 ΕΞ 2019 της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων λύνει κάθε απορία σχετικά με τις αποδείξεις λιανικής καυσίμων. Συγκεκριμένα αναφέρει: «[…] καθώς και από πωλητές πετρελαίου θέρμανσης προς άλλες οντότητες, εφόσον τα καύσιμα αυτά θεωρούνται μη εμπορεύσιμα για τον αγοραστή και η αξία τους δεν υπερβαίνει τα 100 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, ανά συναλλαγή, παρέχεται η δυνατότητα να εκδίδεται απλοποιημένο τιμολόγιο».

Ο νόμος των ελληνικών λογιστικών προτύπων στο άρθρο 10 μας αναφέρει πως ως απλοποιημένο τιμολόγιο λογίζεται και η απόδειξη λιανικής πώλησης.

Μέχρι 300 ευρώ αρκεί ο αριθμός κυκλοφορίας

Πολύ σημαντική είναι η εγκύκλιος 1003/2014 (ΠΟΛ) που διευκρινίζει ότι στα στοιχεία που εκδίδουν τα πρατήρια υγρών καυσίμων για χονδρικές πωλήσεις βενζίνης, πετρελαίου κίνησης και υγραερίου αξίας μέχρι 300 ευρώ, δύναται να αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του μέσου μεταφοράς, αντί των στοιχείων του πελάτη (ΑΦΜ, πλήρη επωνυμία και πλήρη διεύθυνση).

Να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι δεν είναι δυνατόν ο αγρότης να έχει στην κατοχή του πετρελαιοκίνητο ΦΙΧ όχημα και να πραγματοποιεί δαπάνες που αφορούν βενζίνη.
Η ελεγκτική αρχή θα τις αξιολογήσει ως μη εκπιπτόμενες (ΔΕΔ Α 1571/20).

Οι δαπάνες καυσίμων που αφορούν λιανικές συναλλαγές πρέπει να καταχωρίζονται ανά προμηθευτή. Σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 5 του ν.4308/2014, «τα διάφορα έσοδα και έξοδα μια επιχείρησης δύνανται να καταχωρίζονται στα λογιστικά βιβλία του απλογραφικού λογιστικού συστήματος ή του διπλογραφικού λογιστικού συστήματος (ημερολόγιο, καθολικό) με συγκεντρωτική εγγραφή, εφόσον ανάλυση (απαιτούμενες αναλυτικές πληροφορίες) προκύπτει από άλλα τηρούμενα βοηθητικά αρχεία, καταστάσεις κ.λπ. της επιχείρησης, και με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται η δυνατότητα διενέργειας οποιουδήποτε ελέγχου με αποτελεσματικό τρόπο».

Στο myData οι αποδείξεις λιανικής

Στα ηλεκτρονικά βιβλία, που τηρούνται στην ΑΑΔΕ για κάθε επιχείρηση, θα καταχωρίζονται εκτός από τα τιμολόγια και οι αποδείξεις λιανικής πώλησης. Στο ερώτημα «πώς ελέγχουμε ποιες δαπάνες εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα», ως λογιστές-φοροτεχνικοί πρέπει να έχουμε κατά νου ότι πρέπει να πληρούν τρία χαρακτηριστικά:

1. Πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της.

2. Αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.

3. Εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.

Ηλεκτρονικά οι πληρωμές άνω των 500 ευρώ

Κάθε είδους δαπάνη που αφορά αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ, θα πρέπει να εξοφλείται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή μέσω πιστωτικού ιδρύματος.

Προσοχή: Ως αξία συναλλαγής λαμβάνεται υπόψη το καθαρό ποσό της αξίας της συναλλαγής, προ ΦΠΑ. Να τονίσουμε εδώ ότι κάποιες δαπάνες, ανεξαρτήτως ποσού, για να εκπέσουν, θα πρέπει να πληρώνονται μέσω τραπέζης ή με ηλεκτρονικά μέσα -χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ τα ενοίκια και η μισθοδοσία. Τέλος, μια και διανύουμε περίοδο πληρωμής αρκετών υποχρεώσεων, ο ΕΝΦΙΑ, τα τέλη κυκλοφορίας και τα χαρτόσημα εκπίπτουν κανονικά στη φορολογία, σε αντίθεση με τον φόρο εισοδήματος.