Δεν είναι μόνο τα καύσιμα που περιμένουν οι αγρότες από την κυβέρνηση

Είναι αρκετοί οι πόροι για τα καύσιμα, την ενέργεια και τις άλλες παρεμβάσεις που εξήγγειλε χθες η κυβέρνηση;

«Λίγα και αργοπορημένα», δήλωσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. «Κάνουμε ό,τι περισσότερο μπορούμε στο πλαίσιο του εφικτού», απάντησε το οικονομικό επιτελείο.

Βέβαια, οι αγρότες παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο τις παραπάνω παρεμβάσεις, αλλά και δύο ακόμη μέτρα πολιτικών.

Πρώτον, την εργαλειοθήκη που θα προκύψει την επόμενη εβδομάδα από τις Βρυξέλλες.

Εκεί θα συζητηθούν και θα ληφθούν οι πρώτες αποφάσεις για θέματα «πολεμοενισχύσεων» κατά τα πρότυπα των «κορωνοενισχύσεων», όπως έγραφε την προηγούμενη εβδομάδα η «ΥΧ».

Δηλαδή, για παράδειγμα, ποια μέτρα είναι επιλέξιμα, τι χρήματα μπορεί να δαπανήσει κάθε χώρα (κυρίως μέσω του κρατικού της προϋπολογισμού) για αυτά που θα επιλέξει, εάν και με ποιον τρόπο συνδέονται με τον προϋπολογισμό του ΠΑΑ είτε του μεταβατικού είτε της προγραμματικής περιόδου συνολικά, εάν θα αξιοποιηθούν οι κοινοτικοί πόροι του αποθεματικού κρίσης ή περισσότεροι, εάν μπορούν να αυξηθούν οι πόροι στη λογική των de minimis που μπορεί να διαθέσει η κάθε χώρα κ.λπ.

Ενδιαφέρον, επίσης, υπάρχει για τα μέτρα αγοράς που θα συζητηθούν, αλλά και για άλλες παρεμβάσεις ενίσχυσης της παραγωγής προϊόντων που σχετίζονται με την κρίση, όπως για παράδειγμα οι ζωοτροφές και οι συνδεδεμένες.

Βέβαια, για τα παραπάνω έχουν αρχίσει και γράφονται διάφορα ευτράπελα για επιταγές κ.λπ., αλλά επειδή οι περιστάσεις είναι κρίσιμες και σοβαρές, με αυτό θα ασχοληθούμε αργότερα.

Δεύτερον, οι αγρότες περιμένουν τα επόμενα βήματα που απορρέουν από την κατεύθυνση που έδωσε ο πρωθυπουργός στο διάγγελμά του προχθές, δηλαδή ότι «είναι ώρα η πολιτική να θέσει κανόνες στις αγορές».

Πράγματι, οι πρακτικές πολλών συντελεστών των αγορών ταλανίζουν συχνά τους αγρότες, τόσο σε ζητήματα διαμόρφωσης του κόστους όσο και στις τιμές που αγοράζουν τα αγροτικά προϊόντα.

Γιατί, στην Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι αυξήσεις και η μετακύλισή τους γίνονται με ιδιαίτερη ευκολία, αλλά η αποκλιμάκωσή τους καθυστερεί, με «μόνιμους» χαμένους τους αγρότες ή τους καταναλωτές.