ΕΕ: Απότομη άνοδος των εμπορικών συναλλαγών τον Μάρτιο

Μετά από ένα νωχελικό ξεκίνημα, το εμπόριο αγροδιατροφικών προϊόντων της ΕΕ για το 2021 βρίσκει τον δρόμο του, φθάνοντας σε αξία 75,8 δισ. ευρώ μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου. Αυτή η τιμή είναι μικρότερη κατά 4% συγκριτικά με την ίδια περίοδο το 2020.

Οι εξαγωγές της ΕΕ σημείωσαν πτώση 0,9% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο το 2020, φθάνοντας τα 46,4 δισ. ευρώ. Οι εισαγωγές κυμάνθηκαν στα 29,3 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 8,1% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2020. Ωστόσο, τον Μάρτιο η αξία των ευρωπαϊκών εξαγωγών του 2021 αυξήθηκε κατά 20% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Ομοίως, οι εισαγωγές στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά 24% σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.

Για τον Ιανουάριο-Μάρτιο του 2021, και σε σύγκριση πάντα με την ίδια περίοδο το 2020, οι εξαγωγές της ΕΕ μειώθηκαν περισσότερο στο Ηνωμένο Βασίλειο (σ.σ. κατά 1,079 δισ. ευρώ).

Οι σημαντικές μειώσεις στην αξία των εξαγωγών της ΕΕ επηρέασαν την πλειονότητα των αγροδιατροφικών προϊόντων, με το χοιρινό κρέας (μείωση 116 εκατ. ευρώ), τα πούρα και τα τσιγάρα (κατά 108 εκατ. ευρώ) και τα παρασκευάσματα κρέατος (κάτω από 101 εκατ. ευρώ) να βρίσκονται σε χειρότερη μοίρα.

Παρ’ όλα αυτά, οι μηνιαίες εξαγωγές της ΕΕ έχουν σταδιακά αυξηθεί από το τέλος της μεταβατικής περιόδου για το Brexit. Η αξία των εξαγωγών της ΕΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν 27% υψηλότερη τον Μάρτιο του 2021, σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα και 1,3% υψηλότερη από τον Μάρτιο του 2020.

Άλλοι προορισμοί για τους οποίους η αξία των εξαγωγών αγροδιατροφής στην ΕΕ μειώθηκε περισσότερο σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο πέρυσι είναι η Αίγυπτος (μείωση κατά 168 εκατ. ευρώ), η Ιαπωνία (μείωση κατά 155 εκατ. ευρώ), η Ρωσία (μείωση κατά 145 εκατ. ευρώ) και η Σαουδική Αραβία (μείωση κατά 136 εκατ. ευρώ).

Οι υψηλότερες αυξήσεις για το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2021 στις εξαγωγικές τιμές της ΕΕ σημειώθηκαν στην Κίνα (αύξηση κατά 914 εκατ. ευρώ). Κινητήριος δύναμη της ανόδου ήταν η αύξηση της αξίας των ευρωπαϊκών εξαγωγών χοιρινού κρέατος (κατά 360 εκατ. ευρώ), των δευτερογενών σιτηρών (coarse grains) (συν 185 εκατ. ευρώ), καθώς και της ελαιοκράμβης και του ηλίανθου (συν 161 εκατ. ευρώ).

Η Ελβετία ακολουθεί, εκεί όπου οι εξαγωγές της ΕΕ αυξήθηκαν κατά 169 εκατ. ευρώ.