Με τις εξαγωγές ξεπέρασε τον κάβο της πανδημίας η Ποτοποιία Θράκης

Νέα premium προϊόντα και επενδύσεις στη γραμμή παραγωγής από την ακριτική εταιρεία

Μείωση πωλήσεων στην εσωτερική αγορά, αλλά και αύξηση στις εξαγωγές παρουσίασε η Ποτοποιία – Οινοποιία Θράκης την περσινή χρονιά, η οποία «σημαδεύτηκε» από την κλειστή για μεγάλο διάστημα, λόγω του κορωνοϊού, εστίαση.

Η μείωση στην ελληνική αγορά ήταν μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα ο κύκλος εργασιών στο διάστημα από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2020 να σημειώσει πτώση 2,2% και να διαμορφωθεί στα 19,225 εκατ. ευρώ από 19,660 εκατ. ευρώ το 2019. Τις εξαγωγές κράτησαν ψηλά η Γερμανία και το Ιράκ, δύο χώρες που πρωταγωνιστούν στις αγορές του διάσημου «Ούζου 7» και ακολούθησαν η Βουλγαρία και η Κύπρος.

«Ειδικά η Γερμανία παρουσίασε μεγάλη αύξηση, γιατί οι Γερμανοί δεν έφυγαν για τουρισμό, παρέμειναν στη χώρα τους και αύξησαν την εκεί κατανάλωση», περιγράφει στην «ΥΧ» ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Βάιος Κουδουμάκης.

Η δυναμική θρακιώτικη επιχείρηση χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια και διακινεί τα προϊόντα της σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και σε Αυστραλία, ΗΠΑ και Ισραήλ. Η ιστορία της ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα με την εμφιάλωση ούζου. Το πρώτο σημαντικό επιχειρηματικό βήμα έγινε το 1977 με την ένωση 17 μικρών ποτοποιών, που δημιούργησαν την Ποτοποιία – Οινοποιία Θράκης ΑΒΕΕ με έδρα την Κομοτηνή.

Το 1982 κατασκευάστηκε το εργοστάσιο στη Βιομηχανική Περιοχή Κομοτηνής. Σταδιακά ξεκίνησε η παραγωγή βότκας, τσίπουρου, παλαιωμένου τσίπουρου, σε αυστηρά περιορισμένο αριθμό φιαλών, τζιν, κονιάκ, σειράς λικέρ και σαμπούκας, αμαρέτο, γρεναδίνης.

Πέτυχε το μπράντι με μέλι

Το νέο premium προϊόν, που εντάχθηκε στην οικογένεια της Θρακιώτικης Ποτοποιίας, είναι ένα αλκοολούχο ποτό τύπου μπράντι με ελληνικό μέλι που κυκλοφόρησε αρχικά σε περιορισμένη ποσότητα, μόλις 400 φιάλες, μετά από πολλές δοκιμές.

Παλαιώνει σε δρύινα βαρέλια για ενάμιση χρόνο και μετά εμφιαλώνεται. «Τα σχόλια που εισπράξαμε ήταν πολύ θετικά, γι’ αυτό αποφασίσαμε να συνεχίσουμε και να αυξήσουμε την παραγωγή του», εξηγεί ο κ. Κουδουμάκης, τονίζοντας και την πολύ μεγάλη ανταπόκριση που έχουν επίσης η βότκα και το τζιν που παράγει η εταιρεία και η οποία έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες τους. Ειδικά η βότκα, μάλιστα, έχει κατακτήσει την αγορά της Ρωσίας, στοιχείο που αποδεικνύει την ποιότητα και τα γευστικά της χαρακτηριστικά.

Σταθερή θέση στην παραγωγή της Ποτοποιίας – Οινοποιίας Θράκης κρατούν βέβαια τα λικέρ, τα οποία παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση ειδικά στις κάβες της Θεσσαλονίκης. «Ο έλεγχος των πρώτων υλών που γίνεται στην εταιρεία μας εκτιμώ ότι δεν γίνεται σε καμία άλλη ποτοποιία», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Η εταιρεία ολοκλήρωσε φέτος μέσω ΕΣΠΑ μια επένδυση ύψους 700.000 ευρώ, η οποία αφορά σε επέκταση των εγκαταστάσεών της, προβολή προϊόντων και μηχανολογικό εξοπλισμό. Απασχολεί 82 εργαζομένους σε δύο βάρδιες και τρεις γραμμές παραγωγής που διαμορφώνουν μια δυναμικότητα 12.000 φιαλών την ώρα.

Παράγουμε, αλλά δεν πίνουμε ούζο

Ναυαρχίδα των προϊόντων της εταιρείας είναι το «Ούζο 7», το οποίο ωστόσο, όπως αναφέρει ο κ. Κουδουμάκης, καταναλώνεται, κατά κύριο λόγο, από ξένους. «Στην Ελλάδα, πίνουν ούζο μόνο οι τουρίστες. Οι Έλληνες πίνουν περισσότερο τσίπουρο, κάτι που οφείλεται κυρίως στο τσίπουρο των διήμερων αποσταγματοποιών, που είναι αμφίβολης ποιότητας και χαμηλής τιμής, έχοντας και πολύ χαμηλότερη φορολογία», τονίζει με παράπονο.

Επισημαίνει ότι, παρότι η Ελλάδα έκανε μεγάλο αγώνα να κατοχυρώσει το ούζο ως προϊόν ΠΟΠ, οι Έλληνες δεν το καταναλώνουν και προβλέπει ότι θα ζητήσουν και άλλες χώρες να το παράγουν, κάτι που θα πλήξει τις ελληνικές ποτοποιίες.

Ο κ. Κουδουμάκης διαπιστώνει ότι τα premium προϊόντα, όπως το τσίπουρο «Εωθινόν Παλαιωμένο» ή το μπράντι με μέλι έχουν έντονη ζήτηση, ενώ αντίθετα χάνουν έδαφος τα κοινά αλκοολούχα. Το ίδιο συμβαίνει με τα ουίσκι, που τα παλαιωμένα 18-20 ετών ανεβάζουν τις μετοχές τους.

Όπως όλα δείχνουν, η επιδημιολογική και οικονομική κρίση μεγάλωσαν την ψαλίδα και διαμόρφωσαν ένα διαφορετικό προφίλ κατανάλωσης. Παρ’ όλα αυτά, ελπίζει ότι η εστίαση δεν θα ξανακλείσει και ότι η κατανάλωση θα επανέλθει.