Ηυπεραλίευση και οι οικονοµικές επιβαρύνσεις, ως παράγοντες που µπορεί να απειλήσουν σε βάθος χρόνου τη βιωσιµότητα της ελληνικής αλιείας, αλλά και ο σηµαντικός κοινωνικοοικονοµικός ρόλος του κλάδου, κυρίως στις παράκτιες και νησιωτικές περιοχές της χώρας, καθώς και οι δυνατότητες ανάπτυξής του, αναδεικνύονται µέσα από την Ετήσια Οικονοµική Έκθεση 2018 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον αλιευτικό στόλο της ΕΕ.

Μειώνεται ο στόλος

Σύµφωνα µε τα στοιχεία της έκθεσης, τα επισήµως καταγεγραµµένα αλιευτικά σκάφη της Ελλάδας από το 2008 µέχρι και το 2018 παρουσιάζουν συστηµατική µείωση, µε εξαίρεση το 2014 και το 2015. Το 2008 ανέρχονταν σε 17.248 και το 2018 σε 14.778, µειωµένα περισσότερο από 14% µε µέσο όρο ηλικίας τα 31 έτη. Από αυτά, το συντριπτικά µεγαλύτερο ποσοστό είναι µικρά σκάφη. Φέτος, το 92,7% επί του συνόλου είναι µικρά σκάφη και µόλις το υπόλοιπο 7,3% µεγάλα.

Ακόµη, τα µικρά σκάφη αντιπροσωπεύουν το 95% των συνολικών ηµερών όλων των αλιευτικών σκαφών στη θάλασσα και το 77% του συνόλου της απασχόλησης στον κλάδο. Σε επίπεδο χωρητικότητας τονάζ, τα µικρά, σύµφωνα µε τα πιο πρόσφατα διαθέσιµα αναλυτικά στοιχεία (2017), είχαν συνολική χωρητικότητα 25.200 γιγατόνους, έναντι 42.200 µεγατόνων των µεγάλων αλιευτικών σκαφών. Το 2017, η συνολική χωρητικότητα τονάζ του ελληνικού αλιευτικού στόλου υπολογίστηκε σε 71.100 γιγατόνους και η συνολική ισχύς του σε χιλιάδες kW.

Διαβάστε ακόμη: Ταμείο Αλληλοβοήθειας για τους επαγγελματίες αλιείς το 2019

Σηµειώνεται, δε, ότι η µείωση του στόλου θα συνεχιστεί τα επόµενα χρόνια βάσει της εφαρµογής του Μέτρου 6.1.10 του Ευρωπαϊκού Ταµείου Θάλασσας και Αλιείας (EMFF) στο πλαίσιο της Κοινής Προτεραιότητας 1 για µόνιµη παύση. Ακόµη, ως σηµαντική παράµετρος για τη µείωση του στόλου, υπογραµµίζεται η γήρανση του πληθυσµού, ενώ την ίδια στιγµή δεν υπάρχουν κίνητρα για διαδοχή στο επάγγελµα.

Επιδόσεις αλιευτικού στόλου

Η βασική πηγή εισοδήµατος για τα ελληνικά αλιευτικά σκάφη είναι οι ισχθυόσκαλες. Δεν εµφανίζονται άλλα εισοδήµατα, όπως, π.χ. εισόδηµα από δικαιώµατα αλίευσης, ερασιτεχνική αλιεία και τουρισµός.

Το εισόδηµα που προέρχεται από την εκφόρτωση αλιευµάτων εµφανίζεται αρκετό, ώστε να καλύπτει όλα τα έξοδα του ελληνικού αλιευτικού στόλου. Το 2016 ήταν η πρώτη χρονιά µε θετικό απολογισµό για τον δείκτη του καθαρού κέρδους των εκφορτώσεων. Οι οικονοµικές επιδόσεις του κλάδου βελτιώθηκαν χάρη στην αντίστοιχη βελτίωση της αξίας των ιχθυόσκαλων.

psarema-stin-elladaΕπιπλέον, όπως σηµειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης, συµπεριλαµβάνοντας την τεκµαρτή αξία της απλήρωτης εργασίας προκύπτει ένα θετικό εισόδηµα για τους αλιείς το 2016. Καθώς η πλειονότητα των ελληνικών αλιευτικών σκαφών στηρίζεται ως επί το πλείστον στην οικογενειακή εργασία, αυτός ο δείκτης δίνει µια πιο καθαρή εικόνα της βελτίωσης της οικονοµικής βιωσιµότητας του κλάδου. Κρίνεται, επίσης, σκόπιµο να υπογραµµιστεί ότι αυτό εκτιµάται ως το κόστος ευκαιρίας της εργασίας, χρησιµοποιώντας τη µέση ηµερήσια αµοιβή ενός αλιέα. Εξάλλου, σε πολλές περιπτώσεις, εξαιτίας της έλλειψης ζήτησης εργαζοµένων στις τοπικές οικονοµίες, κάτι το οποίο εντείνεται λόγω της συνεχιζόµενης οικονοµικής ύφεσης, το κόστος ευκαιρίας της εργασίας στην πραγµατικότητα είναι χαµηλότερο ή και µηδενικό.

Τα συνολικά έξοδα του ελληνικού στόλου είναι 415 εκατ. ευρώ. Μεταξύ άλλων, τα κύρια έξοδα των σκαφών είναι οι αµοιβές των εργαζοµένων σε αυτά και η τεκµαρτή αξία της απλήρωτης εργασίας, άλλα µεταβλητά κόστη, όπως και το κόστος ενέργειας. Το τελευταίο υπολογίζεται σε 18% των συνολικών εξόδων και αντιστοιχεί σε 76 εκατ. ευρώ. Τα έξοδα προσωπικού αντιστοιχούν σε 46% ήτοι 91 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο προκύπτει κυρίως από τα µεγάλα σκάφη. Από την άλλη, το τεκµαρτό εργασιακό κόστος υπολογίζεται στα 95 εκατ. ευρώ και προέρχεται κυρίως από τα µικρά σκάφη, που στηρίζονται στην οικογενειακή εργασία.

Ακόµη, σε 78 εκατ. ευρώ εκτιµώνται άλλα λειτουργικά κόστη και κόστη εµπορίας, σε 33 εκατ. ευρώ υπολογίζεται το κόστος επισκευών και συντήρησης, η ετήσια απόσβεση σε 36 εκατ. ευρώ.

Έλλειψη ρευστότητας και υψηλό κόστος εισροών

Οι βασικές παράµετροι που επηρεάζουν τις οικονοµικές επιδόσεις της ελληνικής αλιείας συµπεριλαµβάνουν το γενικότερο οικονοµικό περιβάλλον και τη συνεχιζόµενη ύφεση, καθώς και ειδικότερα χαρακτηριστικά του κλάδου. Η µείωση της ρευστότητας, η περιορισµένη πρόσβαση στο πιστωτικό σύστηµα, οι αυξανόµενες ασφαλιστικές εισφορές και η φορολογία µαζί µε το υψηλό κόστος εισροών συνιστούν δυσµενείς συνθήκες για τη δραστηριότητα του αλιέα. Επιπλέον, οι χαµηλές τιµές των βασικών αλιευµάτων συνδέονται και µε τη µείωση της καταναλωτικής δυνατότητας των ελληνικών νοικοκυριών εξαιτίας της οικονοµικής κρίσης.

Ένα από τα προβλήµατα που αναφέρουν ως καίρια οι ίδιοι οι αλιείς αφορά τις ζηµιές που προκαλούν στον εξοπλισµό των σκαφών προστατευόµενα είδη, όπως δελφίνια, θαλάσσιες χελώνες και θαλάσσια πουλιά, οι οποίες αυξάνουν το κόστος επισκευής και συντήρησης των σκαφών και επηρεάζουν αρνητικά το εισόδηµά τους, τη στιγµή, µάλιστα, που οι αλιείς δεν λαµβάνουν καµία αποζηµίωση.

alieia-me-arithmous
Η ακτινογραφία του Ελληνικού στόλου

Επιπροσθέτως, η µείωση των αποθεµάτων στη Μεσόγειο συνολικά επηρεάζει αρνητικά και τις οικονοµικές επιδόσεις του ελληνικού κλάδου της αλιείας. Οι πιέσεις στα αποθέµατα αυξάνονται εξαιτίας του ανταγωνισµού ελληνικών αλιευτικών σκαφών µε σκάφη από άλλες χώρες που δεν υποχρεούνται να ακολουθούν την ευρωπαϊκή νοµοθεσία και τις απαγορεύσεις, όπως η Τουρκία.

Επίσης, υπάρχει µια ισχυρή σύγκρουση µεταξύ µικρών και µεγάλων σκαφών που επισηµάνθηκε από ψαράδες ως σηµαντικός παράγοντας που επηρεάζει τα οικονοµικά τους. Τέλος, αναφέρεται και η σύγκρουση µεταξύ επαγγελµατιών και ερασιτεχνών ψαράδων, οι οποίοι συχνά, όπως σηµειώνεται, ψαρεύουν σε παράκτιες περιοχές και διαθέτουν παράνοµα τις ψαριές τους σε χαµηλές τιµές.

Μειώνονται τα αποθέµατα

Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήµατα για τον κλάδο στην Ελλάδα είναι η µείωση των αποθεµάτων, όπως σε όλη τη Μεσόγειο, εξαιτίας κυρίως της υπεραλίευσης και της παράνοµης αλιείας. Πολλά από τα σηµαντικά και εµπορικά είδη υπεραλιεύονται σε νεαρή ηλικία και σε µικρά µεγέθη, γεγονός που εµποδίζει την επαρκή αναπαραγωγή., Σύµφωνα µε την έκθεση της Επιτροπής, θα πρέπει να τονιστεί ότι παρόλο που πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη διαχείριση αυτών των ειδών, δεν υπάρχουν πλαφόν γι’ αυτά στην περιοχή της Μεσογείου, εκτός από τον τόνο.

Το πρόβληµα της υπεραλίευσης, µιλώντας για έναν κλάδο µε ισχυρό κοινωνικοοικονοµικό αποτύπωµα κυρίως σε παράκτιες και νησιωτικές περιοχές, εκτός από την περιβαλλοντική διάσταση, έχει ακριβώς και την κοινωνική και οικονοµική. Όπως τονίζεται, η µείωση των αποθεµάτων των θαλάσσιων ειδών που συνδέονται άµεσα µε την ελληνική αλιεία απειλεί ευθέως τη βιωσιµότητα αυτών των περιοχών.

Σε ό,τι αφορά την κατάσταση των βασικών ειδών ενδιαφέροντος για τις µηχανότρατες, τα αποθέµατα στη κόκκινη γαρίδα βαθιάς θάλασσας έχει πλήρως αλιευτεί στη γεωγραφική υποπεριοχή (GSA) 20, τα αποθέµατα σε µπακαλιάρο έχουν πλήρως αλιευτεί στις υποπεριοχές 20 και 22, ενώ τα αποθέµατα σε µπαρµπούνι στις ίδιες υποπεριοχές εκτιµώνται σε καλά επίπεδα. Σε ό,τι αφορά τα είδη µικρού πελάγους, τα οποία αντανακλούν τη δραστηριότητα των γρι-γρι, τα αποθέµατα σε γαύρο είναι λίγο υψηλότερα από τα επιθυµητά επίπεδα διαχείρισης, ενώ η σαρδέλα έχει υψηλό δείκτη αλίευσης.

Επίκεντρο το Αιγαίο

Σε σχέση µε το ίδιο το αλιευτικό έργο, το 2016 για κάθε αλιευτικό σκάφος αντιστοιχούσαν κατά µέσο όρο 150 ηµέρες αλιευτικού έργου, το οποίο συγκεντρώθηκε κυρίως στο Αιγαίο, σε ποσοστό 73%, ακολούθως στο Ιόνιο, κατά 23,5% και, τέλος, στη θαλάσσια περιοχή της Κρήτης κατά 3,5%. Η παραγωγή της ελληνικής αλιείας συνίσταται σε µια ευρεία ποικιλία ειδών. Κυρίως, βάσει του βάρους των αλιευµάτων που ξεφορτώνονται στις ιχθυόσκαλες, πρόκειται για γαύρο, σαρδέλα, µπακαλιάρο, µπαρµπούνι, χταπόδι, κόκκινη γαρίδα βαθέων νερών και κουτσοµούρα.

Κυρίως στις ιχθυόσκαλες διαθέτουν τα µεγάλα σκάφη

psarema-skafosΣε ό,τι αφορά τη δοµή της εµπορίας, οι αλιείς ανέφεραν ότι κατά µέσο όρο το 50% των αλιευµάτων τους διατίθεται µέσα από το κανάλι των χονδρεµπόρων και µέσα από τις ιχθυόσκαλες, ενώ το 45% διαθέτει απευθείας σε καταναλωτές. Απευθείας πωλήσεις πραγµατοποιούν κυρίως οι ιδιοκτήτες µικρών σκαφών. Αντίθετα, οι αλιείς µε µεγάλα σκάφη διαθέτουν το 80% των αλιευµάτων τους σε χονδρεµπόρους και ιχθυόσκαλες.

Καινοτοµία και ανάπτυξη

Ο ελληνικός στόλος αποτελείται κυρίως από µικρού µεγέθους, οικογενειακού χαρακτήρα σκάφη, τα οποία χρησιµοποιούν παραδοσιακό εξοπλισµό. Επιπλέον, οι επενδύσεις είναι περιορισµένες εξαιτίας της οικονοµικής κρίσης, ενώ ο µέσος όρος ηλικίας των σκαφών αυξάνεται. Αυτό το περιβάλλον αφήνει περιορισµένα περιθώρια για νέες και καινοτόµες τεχνικές, όχι µόνο για µικρούς αλιείς, αλλά και για τα µεγάλα σκάφη, από τη στιγµή που και τα τελευταία αντιµετωπίζουν κόστη που τρέχουν µε υψηλούς ρυθµούς.

Ωστόσο, το ελληνικό επιχειρησιακό πρόγραµµα 2014-2020 στοχεύει στον εκσυγχρονισµό του τοµέα της αλιείας και στη βιωσιµότητά του µέσα από την υποστήριξη της χρήσης πιο επιλεκτικών µέσων αλιείας, καθώς και άλλων επενδύσεων στα σκάφη και στον εξοπλισµό, του εκσυγχρονισµού των υποδοµών και της βελτίωσης της διαχείρισης των αλιευµάτων.Ακόµη, για τα επιτυχή εργαλεία διαχείρισης και πολιτικές, οι οποίες συµβάλλουν στη βιωσιµότητα και στην ανάπτυξη του κλάδου, φορείς όπως το Ελληνικό Ινστιτούτο Αλιείας, το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών προωθούν την απαραίτητη επιστηµονική γνώση. Στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράµµατος, µια βελτιωµένη εκδοχή αλιευτικού εξοπλισµού τράτας σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε, προκειµένου να βελτιώσει τα τεχνικά χαρακτηριστικά του σκάφους.

Ακόµα ένα αναπτυξιακό σχέδιο για την ελληνική αλιεία περιλαµβάνει το MSC πρότυπο αλιείας, το οποίο για πρώτη φορά θα εφαρµοστεί στη Μεσόγειο. Η WWF Hellas, το Ελληνικό Ινστιτούτο Αλιείας και ιδιωτική εταιρεία λιανικών πωλήσεων, µαζί µε αλιείς που χρησιµοποιούν γρι-γρι συνεργάζονται, σύµφωνα µε το πρότυπο του MSC, προκειµένου να υποστηρίξουν τη βιωσιµότητα του κλάδου και την προώθηση της πιστοποίησης και υψηλής ποιότητας προϊόντων στους καταναλωτές.