Έσπασε το φράγμα των 120 σεντς το βαμβάκι, κλεισμένο σχεδόν το 80% της ελληνικής παραγωγής

Από υψηλό σε υψηλό συνεχίζει να πηγαίνει η αγορά βάμβακος, με τις τιμές να «σπάνε» πλέον και το φράγμα των 120 σεντς/λίμπρα.

Η καθοδική αναθεώρηση της αμερικανικής σοδειάς του 2021 και οι εκτιμήσεις για χαμηλότερη παραγωγή της Ινδίας προσέφεραν επιπλέον καύσιμο στην ήδη έντονα ανοδική τάση οδηγώντας την Τετάρτη τα συμβόλαια Μαρτίου μια ανάσα από τα 124 σεντς (123,95 σεντς/λίμπρα το κλείσιμο, με άνοδο 2,85% σε ημερήσια βάση). Πέρα από τα θεμελιώδη που εξακολουθούν να είναι ευνοϊκά, μεγάλο μέρος του ράλι οφείλεται φυσικά και στο πληθωριστικό κύμα, το οποίο οι περισσότεροι αναλυτές δεν βλέπουν να εκτονώνεται σύντομα, ενώ και τα κερδοσκοπικά κεφάλαια φαίνεται να προκρίνουν σε αυτήν τη φάση την τοποθέτηση στα εμπορεύματα έναντι των άλλων χρηματαγορών.

Στην Ελλάδα, εν τω μεταξύ, λίγοι μπορούν να αξιοποιήσουν τη δεδομένη στιγμή αυτά τα επίπεδα τιμών καθώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων του κλάδου, πάνω από το 80% της εγχώριας παραγωγής έχει είτε πωληθεί, είτε συμβολαιοποιηθεί. Ειδικότερα, από μια εκτιμώμενη παραγωγή 280.000-285.000 τόνων εκκοκκισμένου, υπολογίζεται ότι οι διαθέσιμες προς πώληση ποσότητες δεν ξεπερνούν τους 45.000 τόνους. Κι αυτό γιατί οι υψηλές χρηματιστηριακές τιμές των προηγούμενων μηνών οδήγησαν τους περισσότερους παραγωγούς να «κλείσουν» τα βαμβάκια τους, εισπράττοντας αυτό που τους προσέφερε το χρηματιστήριο. Από την πλευρά τους, και τα εκκοκκιστήρια έσπευδαν σε αντίστοιχες πράξεις πωλήσεων, καθώς εύλογα έκριναν ότι δεν είναι ασφαλές να παίρνουν θέση στα άνω των 74 λεπτών/κιλό που πληρωνόταν το σύσπορο.

Στην Τουρκία πάνω από το μισό εκκοκκισμένο

Τις γρήγορες πωλήσεις βοήθησε βέβαια και η έντονη ζήτηση σε τοπικό επίπεδο, ιδίως από την Τουρκία, η οποία εκτιμάται ότι απορρόφησε φέτος πάνω από το 50% του ελληνικού εκκοκκισμένου βάμβακος.

Τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και το υψηλό κόστος των ναύλων έδωσαν στη χώρα μας σαφές πλεονέκτημα έναντι άλλων προελεύσεων που θα μπορούσαν να καλύψουν τη ζήτηση και τις ανάγκες της γειτονικής χώρας, ενώ και το basis (πριμ επί των χρηματιστηριακών τιμών) που εισέπρατταν οι εγχώριες εκκοκκιστικές επιχειρήσεις για αυτές τις πράξεις ήταν σαφώς υψηλότερο από αυτό που λάμβαναν παραδοσιακά. Φυσικά, δεν συνέβη το ίδιο με τις πωλήσεις στην Ασία, καθώς εκεί το ελληνικό βαμβάκι δεν είχε το αβαντάζ της εγγύτητας.

Προς αύξηση τα στρέμματα

Η αγορά βρίσκεται αυτήν τη στιγμή σε ανοδικό κανάλι, ωστόσο μακροπρόθεσμα οι αναλυτές αναμένουν να «κατασταλάξει» σε ένα νέο σημείο ισορροπίας, καθώς, όπως σημειώνουν, «πολύ δύσκολα μπορούν να συντηρηθούν επί μακρόν και βιώσιμα τιμές της τάξης των 120 σεντς».

Επιπλέον, αναφέρουν, παρά την προφανή απόσταση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, η πρώτη δεν έχει διαταραχθεί σε τέτοιον βαθμό ώστε να δικαιολογεί αυτά τα επίπεδα τιμών. Ακόμα κι έτσι, βέβαια, το χρηματιστήριο αναμένεται να παραμείνει ψηλά, με αποτέλεσμα το βαμβάκι να κερδίζει πόντους στις τάξεις των παραγωγών ενόψει της νέας καλλιεργητικής χρονιάς. Παράγοντες του κλάδου θεωρούν σίγουρη την αύξηση των εκτάσεων στη χώρα μας, η οποία βέβαια θα μετριαστεί έως έναν βαθμό από την αύξηση του κοστολογίου λόγω των ανατιμήσεων σε ενέργεια και εφόδια.

Υπό αυτή την έννοια και ενόψει της νέας σεζόν, οι ίδιες πηγές θεωρούν ότι οι προπωλήσεις θα παραμείνουν επίκαιρες, προσφέροντας σε παραγωγούς που θα έχουν ήδη «φορτωθεί» με υψηλά κόστη ένα δίχτυ ασφαλείας απέναντι σε ενδεχόμενη αποκλιμάκωση των χρηματιστηριακών τιμών.