Εθνική και με υψηλή αντιπροσωπευτικότητα η Διεπαγγελματική Ρυζιού

Στην αναγνώριση ως Εθνικής της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελληνικού Ρυζιού προχώρησε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, γεγονός που συνιστά ακόμα ένα βήμα για την εδραίωση της οργάνωσης, προσωρινός πρόεδρος της οποίας είναι ο επικεφαλής της ΕΑΣ Θεσσαλονίκης, Χρήστος Τσιχήτας.

Όπως αναφέρεται, μάλιστα, στη σχετική απόφαση, η Διεπαγγελματική κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης αναγνώρισης τεκμηρίωσε ότι αντιπροσωπεύει διά των μελών της το 57% (Μέσος Σταθμικός Όρος) του συνόλου των ποσοτήτων ρυζιού που παρήχθησαν σε επίπεδο χώρας και, ταυτόχρονα, παραδόθηκαν στους συνεταιρισμούς για την τελική διάθεσή τους στο εμπόριο.

Παράλληλα, αντιπροσωπεύει το 84% (Μέσος Σταθμικός Όρος) στον κλάδο μεταποίησης και εμπορίας ρυζιού από τις εταιρείες Μεταποίησης και Εμπορίας μελών της Δ.Ο. σε επίπεδο χώρας κατά την τριετία 2018-2020.

Στην ίδια απόφαση, σημειώνεται ότι η «Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Ελληνικού Ρυζιού» εγγράφεται στο Εθνικό Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών φορέων, με σχετική ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μετά την έκδοση της απόφασης αναγνώρισης.

Υπενθυμίζεται ότι ο «σπόρος» της Διεπαγγελματικής έπεσε το 2018, οπότε και δημιουργήθηκε το καταστατικό της οργάνωσης, με στόχο την ανάδειξη του ελληνικού ρυζιού, την εδραίωσή του στην εγχώρια αγορά και, φυσικά, το άνοιγμα νέων εξαγωγικών προορισμών.

Βασική προτεραιότητα ήταν, επίσης, ο κλάδος να αποκτήσει ενιαία φωνή και εκπροσώπηση στα ευρωπαϊκά φόρα αποφάσεων, δεδομένων και των πιέσεων που υφίσταται από τις εισαγωγές των ασιατικών χωρών (Μιανμάρ και Καμπότζη).

Ψηλότερα ο πήχης για τη νέα σεζόν

Ενόψει της νέας εμπορικής σεζόν, στόχος των συνεταιρισμών, οι οποίοι διαχειρίζονται το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας παραγωγής, είναι να αξιοποιήσουν την ευνοϊκή συγκυρία που έχει διαμορφωθεί διεθνώς για τα σιτηρά.

Όπως δήλωνε σε πρόσφατο ρεπορτάζ της «ΥΧ» ο κ. Τσιχήτας, «αποθέματα στις αποθήκες δεν υπάρχουν και η αφετηρία φέτος δείχνει ψηλότερη από πέρυσι», με την προσδοκία «η κατάσταση που επικρατεί στον ευρύτερο τομέα των σιτηρών να συμπαρασύρει και το ρύζι προς τα πάνω».

Η περσινή εμπορική χρονιά σημαδεύτηκε από την «απουσία» της τουρκικής ζήτησης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα η τιμή για τις μεσόσπερμες ποικιλίες (οι οποίες αποτελούσαν και το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής παραγωγής) να διαμορφωθεί μεσοσταθμικά στα 27-28 λεπτά/κιλό.

Τα μακρύσπερμα, από την άλλη πλευρά, κατάφεραν να «πιάσουν» τα 34 λεπτά, δεδομένου ότι σε ένα μεγάλο ποσοστό κατευθύνθηκαν στην εσωτερική κατανάλωση.