Έχει προοπτική, αλλά χάνει σε στρέμματα φέτος η βιομηχανική ντομάτα

Η αγορά σηκώνει τις υψηλότερες τιμές παραγωγού, οι συσχετισμοί ευνοούν τη χώρα μας, όμως οι Θεσσαλοί παραγωγοί παραμένουν απρόθυμοι

Aπόρροια των ευοίωνων προοπτικών που διαφαίνονται για τη χώρα μας στη διεθνή και δη στην ευρωπαϊκή αγορά τοματικών προϊόντων χαρακτηρίζει o Δημήτρης Νομικός το τιμολόγιο που προτείνει φέτος η εταιρεία του στους καλλιεργητές βιομηχανικής ντομάτας, με το οποίο δίνεται η δυνατότητα να «φιξάρουν» από τώρα μια τιμή της τάξης των 110 ευρώ/τόνο για το 50% της σοδειάς τους.

Μιλώντας στην «ΥΧ», ο επικεφαλής της ΑΒΕΚ Νομικός (στο κέντρο της φωτό) εξηγεί ότι οι συσχετισμοί προσφοράς και ζήτησης που έχουν διαμορφωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο «σηκώνουν» σημαντικές αυξήσεις στις τιμές παραγωγού, οι οποίες, όπως τονίζει, είναι πράγματι αναγκαίες, προκειμένου να αντισταθμιστούν τα διογκωμένα κοστολόγια των αγροτών. Παράλληλα, βέβαια, υπογραμμίζει ότι και οι μεταποιητές καλούνται να διαχειριστούν μια πολύ δύσκολη έως πρωτόγνωρη συνθήκη στην οποία αρνητικός πρωταγωνιστής είναι το κόστος της ενέργειας.

«Οδηγός μας πάντα είναι η αγορά. Είμαστε αναγκασμένοι να πορευόμαστε με τα σημάδια που μας δίνει και να προσαρμοζόμαστε σε αυτά», δηλώνει στην «ΥΧ» ο κ. Νομικός. «Εν προκειμένω, με τις πωλήσεις που προβλέπουμε ότι θα πραγματοποιήσουμε, κρίναμε ότι μας παίρνει να προσθέσουμε για τις συγκεκριμένες ποσότητες πρώτης ύλης αυτά τα έξτρα 10 ευρώ/τόνο στα 100 ευρώ/τόνο μίνιμουμ που είχαμε ανακοινώσει αρχικά.

Στην πράξη, ένας καλλιεργητής που θα εκμεταλλευτεί αυτήν τη δυνατότητα μέχρι την 28η Φεβρουαρίου που έχουμε ορίσει ως προθεσμία και ανεξάρτητα από την πορεία της αγοράς από εδώ και πέρα, θα κλειδώσει μια ελάχιστη τιμή 105 ευρώ/τόνο για το σύνολο της σοδειάς του. Τη στιγμή που μιλάμε, αυτή η τιμή είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη», εξηγεί.

Η καλύτερη χρονιά της τελευταίας πενταετίας

Σε εμπορικό επίπεδο, η περσινή σεζόν ήταν η καλύτερη της τελευταίας πενταετίας, με την τιμή του πελτέ διεθνώς να ενισχύεται κατά περίπου 10% και την αύξηση στις ελληνικές εξαγωγές να ξεπερνά το 15%. Mάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία του WPTC, στο δωδεκάμηνο Δεκεμβρίου 2020-Νοεμβρίου 2021, οι εξαγωγές πελτέ της χώρας μας ήταν αυξημένες κατά 28,8% ή κατά 10.081 τόνους σε σύγκριση με το αντίστοιχο προηγούμενο δωδεκάμηνο, την ώρα που το ίδιο διάστημα οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές «δυνάμεις» του κλάδου κινήθηκαν πτωτικά (-11% η Ισπανία, -6,5% η Πορτογαλία,-4,2% η Ιταλία).

Η φετινή χρονιά, σύμφωνα με τον κ. Νομικό, έχει τις προϋποθέσεις για να κυλήσει εξίσου καλά, αν όχι και καλύτερα: «Ξεκινώντας από την Κίνα, η κυρίαρχη, αυτήν τη στιγμή, εκτίμηση είναι ότι θα απέχει και φέτος από την ευρωπαϊκή αγορά λόγω του απαγορευτικού μεταφορικού κόστους.

Από τους υπόλοιπους τροφοδότες της Ευρώπης, οι ΗΠΑ και, πιο συγκεκριμένα, η Καλιφόρνια αντιμετωπίζει προβλήματα αποθεμάτων που οφείλονται στην έλλειψη νερού και το πιθανότερο είναι τελικά να εισάγει αντί να εξάγει ντοματοπελτέ. Τη ζήτηση αυτή λογικά θα σπεύσει να καλύψει η Χιλή, αφήνοντας κατά μέρος, λόγω των πολύ ακριβών ναύλων, την ευρωπαϊκή αγορά».

Τα παραπάνω σημαίνουν ότι, εκτός απροόπτου, η Ευρώπη θα πρέπει τη νέα σεζόν να πορευτεί με τη δική της εσωτερική παραγωγή, η οποία, ενώ είναι ούτως ή άλλως οριακή για τις ανάγκες της, δεν αποκλείεται, σύμφωνα με τον συνομιλητή μας, να μειωθεί έτι περαιτέρω: «Η Ισπανία, λόγω έλλειψης νερού, αναμένεται να έχει φέτος μείωση.

Στην Εξτρεμαδούρα ειδικότερα, που είναι και η βασική παραγωγική ζώνη, τα πάντα θα εξαρτηθούν από τις βροχοπτώσεις του διμήνου Φεβρουαρίου-Μαρτίου. Το ίδιο και στην Πορτογαλία, η οποία επίσης έχει ως βασική πηγή άρδευσης τον ποταμό Τάγο. Στην ιβηρική χερσόνησο, επομένως, αναμένεται στην καλύτερη περίπτωση να έχουμε μια παραγωγή όμοια της περσινής κα στη χειρότερη μια μειωμένη κατά 20%-30%».

Οι Σειρήνες από το βαμβάκι και ο φόβος των αγροτών

Στην Ιταλία, εν τω μεταξύ, μετά από μια εξαιρετική από πλευράς αποδόσεων περσινή καμπάνια, οι παραγωγοί είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμοι να αυξήσουν τις εκτάσεις τους, οι μεταποιητές όμως δεν δείχνουν τον ίδιο ενθουσιασμό, καθώς έχουν στις αποθήκες τους αρκετό στοκ. Τέλος, στην Τουρκία, που πέρυσι πήγε ομολογουμένως πολύ καλά στις εξαγωγές της (+32,5% στο δωδεκάμηνο Δεκέμβριος 2020 – Νοέμβριος 2021), πολλοί παραγωγοί «φλερτάρουν» φέτος με το βαμβάκι.

Το ίδιο, βέβαια, συμβαίνει και στη χώρα μας και αυτός είναι ένας από τους λόγους που ο κ. Νομικός διαβλέπει ότι φέτος θα μειωθούν τα καλλιεργούμενα στρέμματα στον θεσσαλικό κάμπο, κάτι που ενδεχομένως να οδηγήσει σε απώλεια κάποιων τουλάχιστον από τις θέσεις που κέρδισε η Ελλάδα κατά την περσινή σεζόν.

Ωστόσο, πέρα από την έλξη που μπορεί να ασκούν ανταγωνιστικές καλλιέργειες, ο ίδιος εκτιμά ότι το κύριο θέμα είναι «ο γενικευμένος, απροσδιόριστος φόβος που, λόγω των συνθηκών, νιώθουν αυτήν τη στιγμή οι παραγωγοί και ο οποίος τους οδηγεί σε πιο ‘συμβατικές’ καλλιεργητικές επιλογές».

Αυτό, όπως υπογραμμίζει, «έχει ως αποτέλεσμα να ξεχνάμε ότι η ντομάτα είναι μεν μια καλλιέργεια υψηλού ρίσκου που, όμως, αν τα βάλει κανείς κάτω με χαρτί και μολύβι, αφήνει σοβαρό κέρδος στον παραγωγό».

Πάντως, όπως εξηγεί ο ίδιος, το σημερινό πληθωριστικό κύμα επ’ ουδενί αφήνει αλώβητη τη βιομηχανία: «Η ενέργεια πάντα ήταν σημαντικό κομμάτι του κόστους μας, όμως πλέον έχει αναχθεί στο μεγαλύτερο και στο Νο1 αστάθμητο παράγοντα.

Οι αυξήσεις εκεί ξεπερνούν το 100% και σε αυτές προστίθενται, πέρα από την πρώτη ύλη, οι αυξήσεις στα υλικά συσκευασίας και ιδίως στα κουτάκια από λευκοσίδηρο που φτάνουν το 55%-60%. Στα βαρέλια το κόστος έχει ανέβει κατά 35%, στα πλαστικά κατά 30%-35% και στα χαρτόνια κατά 50%-60%.

Σε επίπεδο τελικού προϊόντος, οι αυξήσεις φτάνουν το 27%-30% στον ντοματοπολτό, ενώ στις ψιλοκομμένες ντομάτες, επειδή υπεισέρχονται και τα κουτάκια που προαναφέραμε, αγγίζουν το 50%», υπογραμμίζει ο επιχειρηματίας.

Σε εταιρικό επίπεδο, η Νομικός ΑΒΕΚ αναμένεται να απορροφήσει φέτος περί τους 180.000 τόνους ντομάτας, όσους δηλαδή απορρόφησε και πέρυσι (πάνω από το 40% της συνολικής εγχώριας παραγωγής), ποσότητα που υπολείπεται βέβαια κατά πολύ της δυναμικότητάς της, η οποία ανέρχεται σε 300.000 τόνους. «Εξυπακούεται ότι θα θέλαμε να παραλάβουμε πάνω από 200.000 τόνους, γιατί, εκτός των άλλων, συμβάλλει και στη συγκράτηση του κόστους», σημειώνει ο κ. Νομικός.

Όπως ο ίδιος συμπληρώνει, η περσινή χρήση ήταν η πρώτη κερδοφόρα, μετά από τέσσερα χρόνια για την εταιρεία, ενώ και ο τζίρος της αυξήθηκε, ξεπερνώντας τα 57 εκατ. ευρώ.