Φθίνουσες τάσεις για την καλλιέργεια της Τσακώνικης μελιτζάνας

Μια πολύ καλή χρονιά κατέγραψαν οι παραγωγοί της Τσακώνικης μελιτζάνας, με δεδομένο ότι οι τιμές και η ποιότητα βρέθηκαν στο επιθυμητό επίπεδο. Ωστόσο, στον απόηχο του φεστιβάλ Melitzazz, που είναι αφιερωμένο στη συγκεκριμένη ποικιλία, ο προβληματισμός για το μέλλον του προϊόντος είναι πλέον έντονος και οι προβλέψεις δυσοίωνες.

Σύμφωνα με τον παραγωγό, Μιχάλη Κοντολέων, «η κατάσταση δεν είναι ευχάριστη, αφού μέσα σε όλα ήρθε να προστεθεί και η έλλειψη εργατικών χεριών. Φέτος, η Τσακώνικη πήγε πολύ καλά, αν και οι ποσότητες δεν ήταν μεγάλες, λόγω έλλειψης εργατικών χεριών. Η τιμή της κατά μέσο όρο ήταν 60-70 λεπτά, ενώ την περασμένη χρονιά ήταν 30-40. Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε την αύξηση της τιμής των πρώτων υλών».

Σχετικά με το μέλλον της καλλιέργειας, ο κ. Κοντολέων… δεν το βλέπει. «Ακόμα και αυτοί που φεύγουν δεν αφήνουν αντικαταστάτες. Δυστυχώς, όλοι εγκαταλείπουν, χωρίς να περνάνε τη γνώση στην επόμενη γενιά».

Ο υπεύθυνος του Φεστιβάλ Melitzazz, τεχνολόγος Τροφίμων Δημήτρης Κολινιώτης, εξηγεί: «Το προϊόν βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία. Έχω ασχοληθεί πολλά χρόνια, αλλά δεν πετύχαμε τους στόχους μας, αφού δεν έχουμε καταλάβει τη διατροφική του αξία. Αν την είχαμε αντιληφθεί, τότε θα είχαμε περάσει στη συσκευασία του ένα ισχυρό brand name και θα μπορούσαμε να μιλάμε και για εξαγωγές. Η έλλειψη πνεύματος συνεργασίας οδήγησε στην αποτυχία και σήμερα οι περισσότεροι ασχολούνται με τα υβρίδια, που έχουν διάφορα άλλα πλεονεκτήματα, όπως η εμφάνισή τους. Ο καταναλωτής δυστυχώς αγοράζει με το μάτι, όχι με τη γεύση».

Στην ερώτηση αν υπάρχει δυνατότητα ανάκαμψης, ο κ. Κολινιώτης ανέφερε: «Αν όλοι εργαστούν συλλογικά, τότε μπορεί να γίνει κάτι. Η Τσακώνικη μελιτζάνα είναι ΠΟΠ από το 1996, αλλά δεν αξιοποιήθηκε ποτέ όπως έπρεπε και γι’ αυτό καταλήξαμε έτσι». Η παραγόμενη ποσότητα σήμερα είναι 1.200-1.500 τόνοι, από 300-500 στρέμματα. Στο παρελθόν, η καλλιέργεια κάλυπτε 1.500 στρέμματα και η παραγωγή ξεπερνούσε τους 2.500 τόνους.