Η φύση στην πρώτη γραμμή μάχης για την αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων

Αυτοφυή ποώδη και δενδρώδη είδη στο «μικροσκόπιο» του Ινστιτούτου Γενετικής Βελτίωσης & Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ

Στη φύση στρέφει την προσοχή της η ερευνητική κοινότητα, προκειμένου να βρει αποτελεσματικούς τρόπους για την αντιμετώπιση των καταστροφικών συνεπειών από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Δεδομένων των αλλαγών στην κλιματική ισορροπία του πλανήτη και την εμφάνιση ολοένα και συχνότερων και εντονότερων φυσικών φαινομένων (π.χ. καύσωνες, ξηρασίες, πυρκαγιές, πλημμύρες), οι επιστήμονες αναλαμβάνουν δράση αναζητώντας λύσεις μέσα από την ίδια τη φύση, που θα μετριάζουν ή θα προλαμβάνουν τις φυσικές καταστροφές.

Το δίχτυ ασφαλείας για αυτές τις περιπτώσεις το αναζητούν μέσα από το έργο με το ακρωνύμιο Sol-na «Λύσεις βασισμένες στη φύση για την πρόληψη και τον μετριασμό των φυσικών καταστροφών» του Προγράμματος Ευρωπαϊκής Εδαφικής Συνεργασίας Interreg Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας 2014-2020, που συγχρηματοδοτείται από την ΕΕ και εθνικούς πόρους. Το έργο υλοποιεί στη χώρα μας το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης & Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και, όπως επισημαίνει η διευθύντρια του Ινστιτούτου, Ελένη Μαλούπα, διερευνάται η ικανότητα επιλεγμένων ειδών να λειτουργήσουν προληπτικά έναντι των φυσικών καταστροφών ή να αναγεννήσουν το οικοσύστημα μετά από δασικές πυρκαγιές για την πρόληψη των πλημμυρών. Ως περιοχές μελέτης στην Ελλάδα έχουν οριστεί περιαστικές περιοχές της Θεσσαλονίκης και της Πέλλας.

Φυσική προστασία και αναγέννηση

Για το έργο Sol-na, έχει γίνει επιλογή δέκα αυτοφυών ποωδών ειδών (οκτώ πολυετή και δύο ετήσια) και τριών αυτοφυών δενδρωδών ειδών. Στη λίστα υπάρχουν αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, όπως είναι ο σιδερίτης, κάποια είδη θυμαριού ή είδη σατουρέγιας και ανθοκομικά, όπως είναι η βιόλα. Τα πολυετή ποώδη είδη είναι τα εξής: Galium rhodopeum (γάλιο της Ροδόπης), Erysimum microstylum Hausskn, Viola arsenica (βιόλα), Carex echinata, Potentilla detommasii, Alchemilla serbica, Silene frivaldszkyana και Betonica scardica.

Όσον αφορά τα ετήσια ποώδη, πρόκειται για τα Anthemis macedonica και Silene conica. Ταυτόχρονα, έχουν επιλεχθεί και τρία δενδρώδη είδη, τα Sambucus nigra (Κουφοξυλιά), Rosa canina (Αγριοτριανταφυλλιά) και Cornus sanguinea (Αγριοκρανιά).

Τα παραπάνω ποώδη αποτελούν είδη προτεραιότητας σε συνέχεια του προηγούμενου έργου Conse-pp. «Αυτά τα είδη παρατηρήσαμε ότι ανταποκρίνονταν σε ακραίες συνθήκες καλύτερα. Το γεγονός αυτό μας έδωσε την ιδέα, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, να υποβάλουμε το Sol-na για να μπορέσουμε να μελετήσουμε την ανταπόκριση αυτών των ειδών σε ακραίες συνθήκες, όπως είναι η πλημμύρα και σε συνθήκες μετά από μια πυρκαγιά, δημιουργώντας περιβάλλοντα, τα οποία προσομοίαζαν σε αυτά τα φαινόμενα, με τα ανάλογα δασικά εδάφη», εξηγεί η κα Μαλούπα.

Η ίδια συνεχίζει, λέγοντας ότι «αξιολογούμε τα εν λόγω είδη ως προς την ικανότητα ανάπτυξης πλούσιου ριζικού συστήματος υπό διαφορετικά υποστρώματα και την ικανότητα αντιπλημμυρικής/αντιδιαβρωτικής προστασίας, την ικανότητα ανάπτυξης και φυσιολογίας των επιλεγμένων ειδών υπό διαφορετικά επίπεδα σκίασης, όπως αυτά που επικρατούν μετά από πυρκαγιά, και σε τρίτο στάδιο σε ειδικό θερμοκηπιακό χώρο, την ανάπτυξη και τη φυσιολογία των επιλεγμένων ειδών υπό συνθήκες υψηλού διοξειδίου του άνθρακα στο πλαίσιο αποκατάστασης των πληγεισών περιοχών».

Οι Έλληνες ερευνητές μελέτησαν περισσότερο τα πολυετή ποώδη και θαμνώδη είδη και ένα δενδρώδες, τα οποία είναι τα πρώτα που βγαίνουν μετά από πυρκαγιά.

Ενθαρρυντικά αποτελέσματα

Τα πειράματα βρίσκονται υπό εξέλιξη, ενώ λαμβάνεται πληθώρα σημαντικών δεδομένων. Το έργο αποσκοπεί στο να διακριθούν είδη, τα οποία μέσω της ανάπτυξης του ριζικού τους συστήματος, αλλά και της προσαρμογής τους στις ειδικές συνθήκες που επικρατούν μετά από πυρκαγιά να μπορούν να χρησιμοποιηθούν, κατ’ αρχάς για προληπτικό εμπλουτισμό της δασικής και περιδασικής χλωρίδας, αλλά και για τη διαχείριση των ειδικών μεταπυρικών συνθηκών σε μια πληγείσα περιοχή μέσω προγραμμάτων αποκατάστασης.

«Πήραμε, για παράδειγμα, τον σιδερίτη και τον βάλαμε σε συνθήκες αυξημένης ποσότητας νερού και σε συνθήκες πιο μειωμένης. Είδαμε πώς μεγαλώνει το ριζικό του σύστημα και πώς ανταποκρίνεται. Αυξάνεται, λοιπόν, γρήγορα και μπορεί να συγκρατήσει τη διάβρωση του εδάφους», υπογραμμίζει η κα Μαλούπα.

Στόχος η ενημέρωση αρχών και φορέων

Από τους πολλούς και σημαντικούς στόχους του έργου είναι τα παραπάνω φυτά να μην αξιοποιηθούν μόνο ως δασικά είδη, αλλά να γίνει ενημέρωση των τοπικών αρχών, των διευθύνσεων δασών, των οργανώσεων, των φορέων και των φυτωριούχων για τη χρησιμότητα των ειδών και τη σχετική σύσταση για τη χρησιμοποίησή τους, ώστε να έχουν καλύτερη ανταπόκριση στις ακραίες πλέον συνθήκες που επικρατούν με την κλιματική αλλαγή.

Η κα Μαλούπα εκτιμά, επίσης, πως η αναπτυσσόμενη τεχνογνωσία, ως προς τα πρωτόκολλα αναπαραγωγής, αλλά και τα αποτελέσματα του πειραματισμού, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από ιδιωτικά ή δασικά φυτώρια, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα μαζικής παραγωγής του φυτικού υλικού σε συνδυασμό με την παροχή μητρικών φυτών από το εγκεκριμένο φυτώριο του Ινστιτούτου.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα είδη προτεραιότητας θα μπορούν να αξιοποιηθούν από τη δασική υπηρεσία, αλλά και από ιδιώτες που βρίσκονται σε περιοχές που υπάρχει κίνδυνος πλημύρας ή/και πυρκαγιάς, συμβάλλοντας έτσι στην αειφορική αξιοποίηση των συγκεκριμένων φυτογενετικών πόρων.

«Ο κόσμος δεν γνωρίζει τι φυτά μπορεί να βάλει, ενώ τα φυτώρια δεν έχουν προσαρμοστεί στο να βάζουν είδη τα οποία μπορούν να ανταποκριθούν καλά στις δικές μας συνθήκες. Στόχος είναι η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση για να μπορέσουν να υιοθετηθούν τέτοιες πρακτικές», σημειώνει η διευθύντρια του Ινστιτούτου.

Τονίζει, τέλος, ότι βρίσκεται στα σκαριά συνέργεια με τον ΦΟΔΣΑ Κεντρικής Μακεδονίας, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν κάποια από τα παραπάνω φυτά, εκτός από τις ακραίες συνθήκες, μπορούν σε περιοχές φυτοϋγειονομικής ταφής απορριμμάτων να βοηθήσουν στην αναγέννηση και στην αποκατάσταση του υποβαθμισμένου περιβάλλοντος και στην προστασία της βιοποικιλότητας.