Γάλα: Σταθερότητα και πιθανή άνοδο της τιμής παραγωγού δείχνει η αγορά

Θετική εξέλιξη αν η εκκίνηση γίνει από τα 1,6 ευρώ, δηλώνουν κτηνοτρόφοι

Παρότι βρισκόμαστε περίπου έναν με ενάμιση μήνα πριν από την έναρξη της γαλακτοπαραγωγικής περιόδου, οι συζητήσεις μεταξύ των παραγωγών για τα δεδομένα της επερχόμενης σεζόν στην αγορά γάλακτος δίνουν και παίρνουν, τη στιγμή που οι ανάγκες λόγω του αυξημένου κόστους παραγωγής είναι δεδομένες.

Υπάρχει η βάσιμη αισιοδοξία ότι το «κατώφλι εκκίνησης» στην τιμή παραγωγού φέτος θα είναι υψηλότερο σε σύγκριση με πέρσι. Ως γνωστόν, η περασμένη περίοδος ξεκίνησε με ορισμένες επιχειρήσεις να προσπαθούν να κρατήσουν κλειστά τα χαρτιά τους ως προς τις τιμές εκκίνησης, καταβάλλοντας μάλιστα προσπάθειες να μην ξεφύγουν πάνω από το 1,40 ευρώ το κιλό, κάτι που εντέλει δεν κατέστη εφικτό.

Στην αρχή της περσινής σεζόν, σημαντικός αριθμός παραγωγών απόλαυσαν τιμές από 1,50 ευρώ και πάνω, με ορισμένους συνεταιρισμούς να πετυχαίνουν συμφωνίες ακόμα και πάνω από τα 1,60 ευρώ/κιλό. Ωστόσο, την περασμένη άνοιξη υπήρξαν μειώσεις από 5 έως 10 λεπτά/κιλό. Ποια είναι όμως σήμερα η εκτίμηση για την εξέλιξη της τιμής της νέας περιόδου;

  • Δεδομένο πρώτο: Δεν περισσεύει γάλα στην αγορά

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, το διάστημα Ιανουάριος 2023 – Μάιος 2023 δηλώθηκαν στο ΑΡΤΕΜΙΣ εισκομίσεις 460.052 τόνων, έναντι εισκομίσεων 453.751 τόνων για το ίδιο διάστημα του 2022. Πρόκειται για μια αύξηση 1,5% που δείχνει μια σταθεροποιητική τάση στις παραγόμενες ποσότητες γάλακτος. Ταυτόχρονα, η επικείμενη είσοδος επιχειρήσεων, όπως η ΜΕΒΓΑΛ και η ΚΟΛΙΟΣ, στην Ελασσόνα, από τη νέα χρονιά, είναι ενδεικτικές του γεγονότος ότι η αγορά και φέτος θα ψαχτεί για περισσότερο γάλα… αν καταφέρει να το εξασφαλίσει (σε επικοινωνία με την «ΥΧ» στις 29/8 η ΜΕΒΓΑΛ διέψευσε την ανωτέρω πληροφορία).

Όλα αυτά, τη στιγμή που σε ορισμένες περιοχές της χώρας η μείωση του ζωικού κεφαλαίου είναι σημαντική και συνεχιζόμενη. Για παράδειγμα, στη Θεσσαλία, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα απογραφής ζωικού κεφαλαίου της ΕΛΣΤΑΤ που είχε παρουσιαστεί από την «ΥΧ», μέσα σε μια δεκαετία περίπου (2009 – 2020) «χάθηκε» το 16% των προβάτων και το 27% των αιγών, και όλα αυτά πριν από την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Βεβαίως, εδώ θα πρέπει να ειπωθεί ότι η συρρίκνωση του κλάδου δεν σημαίνει αντίστοιχης έκτασης πιθανή μείωση της παραγωγής γάλακτος, καθώς σε σημαντικό βαθμό και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια βγαίνουν από την προβατοτροφία πολύ μικρές και μη ανταγωνιστικές εκμεταλλεύσεις.

  • Δεδομένο δεύτερο: Οι εξαγωγές φέτας δείχνουν να ανακάμπτουν

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, για το διάστημα Ιανουάριος 2023 – Ιούνιος 2023, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022, παρατηρείται μονοψήφια αύξηση των εξαγωγών φέτας τόσο σε όγκο, όσο και σε αξία, που φτάνει έως το 5%. Να σημειωθεί πάντως ότι εκπρόσωποι της βιομηχανίας αμφισβητούν τα εν λόγω στοιχεία, εκφράζοντας στην «ΥΧ» τη θέση ότι η φετινή σεζόν θα ολοκληρωθεί με «χασούρα» στις εξαγωγές φέτας και μάλιστα σε διψήφιο νούμερο.

Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), το α’ τετράμηνο του 2023 (Ιανουάριος – Απρίλιος) οι εξαγωγές φέτας διαμορφώθηκαν σε όγκο 25.700 τόνων και σε αξία 215 εκατ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις εγχώριες πωλήσεις φέτας για το α’ εξάμηνο του 2023, πηγές της αγοράς σημειώνουν στην «ΥΧ» ότι τόσο στο «χύμα», όσο και στο συσκευασμένο προϊόν, οι όγκοι κινούνται πτωτικά σε σύγκριση με πέρσι, αν και η αξία τους σημειώνει διψήφια άνοδο.

  • Δεδομένο τρίτο: Οι συνεταιρισμοί θα διεκδικήσουν και φέτος υψηλότερες τιμές

Την περσινή περίοδο, οι συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών αναδείχθηκαν για ακόμα μια χρονιά σε σημαντικό παράγοντα ενίσχυσης της διαπραγματευτικής θέσης των κτηνοτρόφων, συντελώντας να οριστεί ένα βιώσιμο «κατώφλι» τιμής παραγωγού. Ρόλο σε αυτό είχε διατελέσει και η μεγάλη πανελλαδική συνέλευση παραγωγών από όλη τη χώρα, που είχε πραγματοποιηθεί στη Λάρισα, με τη συμμετοχή συνεταιριστών και εκπροσώπων από όλους τους φορείς του κλάδου (ΣΕΚ, ΠΕΚ, Ομοσπονδία Θεσσαλών Κτηνοτρόφων κ.ά.). Αν και μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν υπήρχε κάποια συγκεκριμένη πληροφορία για τον ακριβή τόπο και χρόνο της φετινής συνάντησης, είναι δεδομένο ότι αυτή θα πραγματοποιηθεί, με μια αρχική σκέψη να την τοποθετεί στις αμέσως προσεχείς εβδομάδες. Υπενθυμίζεται ότι πέρσι η συνάντηση των παραγωγών είχε πραγματοποιηθεί στη Λάρισα τον Οκτώβριο.

Σταθερότητα με περιθώρια αύξησης τιμών ζητούν οι κτηνοτρόφοι

Τις εκτιμήσεις της μοιράστηκε με την «ΥΧ», ενόψει της νέας γαλακτοκομικής περιόδου, η αντιπρόεδρος της ΠΕΚ, Μυρτώ Λύκα: «Αν και είναι νωρίς ακόμα για να πούμε κάτι με βεβαιότητα, πολλά λέγονται και ακούγονται στην πιάτσα, χωρίς ακόμα να είναι διασταυρωμένα.

Θεωρώ ότι θα υπάρξει από μερίδα επιχειρήσεων μια αντίστοιχη προσπάθεια μείωσης της τιμής παραγωγού, είναι ένα φαινόμενο που παρατηρούμε ακόμα και τώρα στη λήξη της σεζόν. Προσωπικά, είδα μείωση στην τιμή παραγωγού περίπου δέκα λεπτών κατά τη διάρκεια της σεζόν. Σημαντικό πρόβλημα για τους παραγωγούς είναι η απώλεια του Πρασινίσματος και τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί με την προσπάθεια ένταξης στη βιολογική παραγωγή, καθώς αυτό δυσκολεύει τον προγραμματισμό μας».

Ο τεχνικός σύμβουλος του ΣΕΚ, Θωμάς Μόσχος, δήλωσε στην «ΥΧ»: «Η κατάσταση είναι δύσκολη, οι ζωοτροφές βρίσκονται ακόμα στα ύψη, όπως και το πετρέλαιο, το ρεύμα και άλλες δαπάνες. Στην περιοχή μου (Καστοριά), πέρσι υπήρξε μεγάλη μείωση του ζωικού κεφαλαίου. Υπάρχει ανησυχία για την εξέλιξη της τιμής παραγωγού, η οποία σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μειωθεί.

Επιπλέον, το πρόβλημα της νοθείας στο γάλα παραμένει και επηρεάζει αρνητικά πρωτίστως τους κτηνοτρόφους, ενώ κατά τη γνώμη μου υπάρχουν φαινόμενα αισχροκέρδειας στη λιανική». Σε ερώτησή μας, πώς θα χαρακτήριζε μια πιθανή εξέλιξη όπου η τιμή παραγωγού θα ξεκινούσε φέτος από τα 1,6 ευρώ/κιλό, μας απάντησε: «Θα είναι σίγουρα θετικό για τους κτηνοτρόφους, ωστόσο υπάρχει ανησυχία για το τι θα συμβεί αν δεν επαληθευτεί ένα τέτοιο σενάριο».

Ο πρόεδρος του κτηνοτροφικού συνεταιρισμού Τυρνάβου, Αργύρης Μπαϊραχτάρης δήλωσε σχετικά: «Η εκτίμησή μου είναι ότι η τιμή στο γάλα θα παραμείνει τουλάχιστον σταθερή και στην εξέλιξη της σεζόν θα πάμε σε υψηλότερα νούμερα. Προσωπικά, θεωρώ ότι μια ισορροπία στην αγορά μπορεί να επιτευχθεί στη ζώνη των 1,5-1,6 ευρώ/κιλό, καθώς δεν θα πρέπει να λησμονούμε και τους άλλους κρίκους της αλυσίδας. Άλλωστε, είμαστε και οι ίδιοι καταναλωτές και οικογενειάρχες».

«Οι συνθήκες δείχνουν πιθανή αύξηση της τιμής παραγωγού»

Τη δική του εκτίμηση έκανε στην «ΥΧ» το στέλεχος συμβουλευτικής εταιρείας και Διδάκτορας Ζωικής Παραγωγής του ΑΠΘ, Ιωάννης Καϊμακάμης, σε ό,τι αφορά τη δυναμική της τιμής παραγωγού για τη νέα σεζόν: «Είναι νωρίς να μιλήσουμε για το ορόσημο εκκίνησης της τιμής για τη νέα γαλακτοκομική σεζόν.

Ωστόσο, με τα δεδομένα που υπάρχουν αυτήν τη στιγμή, μπορώ να σας πω ότι προς το παρόν δεν έχουμε δει κινήσεις που να δείχνουν πρόθεση μείωσης της τιμής του γάλακτος την ερχόμενη περίοδο από τους μεταποιητές. Τουναντίον, υπάρχουν και κινήσεις που ενδεχομένως να προοικονομούν την αύξησή της.

Σε κάθε περίπτωση και βάσει των συνθηκών της αγοράς -τη δεδομένη στιγμή πάντα- θεωρώ ότι υπάρχει η δυνατότητα η τιμή παραγωγού να παραμείνει σταθερή ή και να υπάρχουν αυξήσεις κατά περιπτώσεις, στις διαπραγματεύσεις των παραγωγών με τους μεταποιητές».

Με την ανωτέρω θέση συντάσσεται και εκπρόσωπος μεγάλης τυροκομικής επιχείρησης, ο οποίος ζήτησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, επισημαίνοντας ότι «ούτως ή άλλως ακόμα είναι νωρίς για να πούμε κάτι με βεβαιότητα. Ωστόσο, στην αγορά επικρατεί σταθερότητα και φαίνεται ότι μετά τις μικρές διορθώσεις της άνοιξης, υπάρχει ισορροπία».