Σε περίπτωση που επιτευχθεί ο φιλόδοξος στόχος της Γερμανίας να καταστήσει το 30% της γεωργικής της γης βιολογικό έως το 2030, αυτό μπορεί να σηματοδοτήσει την εξοικονόμηση έως και 4 δισ. ευρώ περιβαλλοντικού και κλιματικού κόστους που προκαλείται από εκπομπές αζώτου και αερίων θερμοκηπίου. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μια μακροχρόνια μελέτη από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου, με την υποστήριξη του γερμανικού υπουργείου Γεωργίας.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, το έμμεσο κόστος της αροτραίας καλλιέργειας είναι 75 έως 80 ευρώ υψηλότερο ανά στρέμμα για τη συμβατική γεωργία. Θεωρητικά, η βιολογική γεωργία θα μπορούσε να εξοικονομήσει δισεκατομμύρια, ωστόσο μελανή κηλίδα παραμένουν οι αποδόσεις της, οι οποίες ακόμη υστερούν σημαντικά σε σχέση με αυτές της συμβατικής γεωργίας.

«Η βιολογική γεωργία προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα, όμως η μελέτη δείχνει ξεκάθαρα ότι αυτή απαιτεί σχεδόν διπλάσια γη για να παράγει τον ίδιο αριθμό σιτηρών με τη συμβατική γεωργία», εξηγεί ο Peter Breunig, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών Weihenstephan-Triesdorf. Άρα, μια μαζική μετάβαση στη βιολογική παραγωγή θα αύξανε την πίεση στις ήδη περιορισμένες φυσικές περιοχές, καταλαμβάνοντας περισσότερες από αυτές, με συνέπειες για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα.

Ο επικεφαλής συγγραφέας της γερμανικής μελέτης, Kurt-Jurgen Hulsbergen, παραδέχεται ότι υπάρχει «ένα κενό απόδοσης σε σύγκριση με τη συμβατική γεωργία», ωστόσο δηλώνει αισιόδοξος και τονίζει ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε η βιολογική γεωργία γεφυρώσει το παραγωγικό χάσμα. «Κατά την άποψή μου, αυτό είναι εφικτό μέσα από έρευνα, ανάπτυξη και βελτιστοποίηση του συστήματος», αναφέρει.