Η ποιότητα του έξτρα παρθένου ελαιολάδου σαν οικονομική αξία

γράφει ο Βασίλης Ζαμπούνης

Ας αρχίσουμε με κάποιους αποκαλυπτικούς αριθμούς όπως αποτυπώνονται στον πίνακα 1.

Τιμές παραγωγού, ανά χώρα και ποιοτική κατηγορία, για το χρονικό διάστημα Μάιος 2016 (τιμή βυτίου στην έξοδο αποθήκης)

 

Iταλία

Ισπανία

Τυνησία

Ελλάδα

Έξτρα

3,30

3,05

3,00

3,10-3,20

Παρθένο

2,90

2,90

Λαμπάντε

2,60

2,85

2,70

2,50*

* Οξύτητα 5.0o

Διαπιστώνουμε ότι οι διαφορές μεταξύ των ποιοτικών κατηγοριών είναι πολύ μικρές και δεν δικαιολογούν ούτε την αξία ενός πολύ καλού έξτρα παρθένου, ούτε το επιπλέον κόστος παραγωγής του. Υπάρχει, δηλαδή, μια τάση ισοπέδωσης προς έναν μέσο όρο μετριότητας μαζικής παραγωγής.

Επιπλέον, μια τάση των τελευταίων ετών αποτελεί η καθιέρωση ολοένα και υψηλότερων ποιοτικών απαιτήσεων που βάζουν οι αγοραστές (εμπόριο, εμφιάλωση, αλυσίδες σούπερ μάρκετ). Οι ποιοτικές αυτές απαιτήσεις αφορούν τα γνωστά Προϊόντα Γεωγραφικών Ενδείξεων, τα βιολογικά (organics), αλλά ολοένα και πιο συχνά πρόκειται για συμφωνίες Β2Β, που απαιτούν υψηλότερα ποιοτικά στάνταρντς. Από αυτή την τάση βγαίνει σίγουρα κερδισμένος ο καταναλωτής, που απολαμβάνει ένα καλύτερο προϊόν. Σχεδόν πάντοτε, όμως, βγαίνει χαμένος ο ελαιοπαραγωγός, στον οποίο καταλήγουν όλες αυτές οι απαιτήσεις, χωρίς η τιμή που απολαμβάνει να αντισταθμίζει το υψηλότερο κόστος. Με άλλα λόγια, οι ελαιοπαραγωγοί αντιμετωπίζουν έναν εμπορικό «εκβιασμό»: για να μπορέσουν να πουλήσουν το προϊόν τους, θα πρέπει να βελτιώνουν συνεχώς την ποιότητα, άρα να αυξάνουν το κόστος τους, χωρίς όμως να τους επιτρέπεται να αυξήσουν την τιμή που πουλάνε, γιατί τότε θα πάψουν να είναι «ανταγωνιστικοί».

Σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητη μια διευκρίνιση: αυτήν τη βελτίωση της ποιότητας και το υψηλότερο κόστος το επωμίζεται όχι μόνο ο ελαιοπαραγωγός, αλλά σε έναν βαθμό και ο ελαιοτριβέας, καθώς και ο εμφιαλωτής.

Η απάντηση σε αυτό το μπρα-ντε-φέρ της διαπραγμάτευσης δεν μπορεί παρά να είναι μόνο μία: μεγάλοι συνεταιρισμοί, δημοκρατικά οργανωμένοι, επιχειρηματικά κερδοφόροι και με καθετοποίηση της παραγωγής τους από τους ελαιώνες έως το τελικό προϊόν για το ράφι των σούπερ μάρκετ.

Στο σχετικό σχεδιάγραμμα απεικονίζονται οι βασικές ροές του παγκόσμιου εμπορίου.

Οι βασικές διαπιστώσεις είναι οι εξής:

  • Η μεγάλη σημασία των εισαγωγών στις νέες καταναλώτριες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, που με 300.000 τόνους περίπου αποτελεί την «ατμομηχανή» του παγκόσμιου εμπορίου.

διεθνές εμπόριο ελαιολάδου σε τόνους

  • Η συνεχής ενδυνάμωση της Ισπανίας, η οποία έχει πια ξεπεράσει σημαντικά την Ιταλία στις εξαγωγές. Αν λάβουμε υπόψη το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε κάθε χώρα και τους 350.000 τόνους που εφοδιάζει η Ισπανία την Ιταλία, τότε η παγκόσμια υπεροχή της Ισπανίας είναι ακόμη μεγαλύτερη.

Δυστυχώς, οι ελληνικές εξαγωγές είναι κατά 70%-80% χύμα προς Ιταλία και Ισπανία και μόνο το υπόλοιπο 20%-30% είναι επώνυμο εμφιαλωμένο.

Ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας είναι η παγκόσμια τάση μεταξύ της παραγωγής και της κατανάλωσης.

Διαπιστώνουμε μια «δύσκολη ισορροπία», η οποία, όμως, κρατά καθηλωμένες τις τιμές παραγωγού διεθνώς.

Παγκόσμια τάση παραγωγής και κατανάλωσης ελαιολάδου
Παγκόσμια τάση παραγωγής και κατανάλωσης ελαιολάδου

Τα αποθέματα παραμένουν σε λογικά επίπεδα παρά τις ετήσιες διακυμάνσεις της παραγωγής. Με άλλα λόγια, σήμερα στην παγκόσμια αγορά υπάρχουν δύο μοντέλα και τάσεις. Την πρώτη θα την ονόμαζα ελαιοκομία των μεγάλων ποσοτήτων και του χαμηλού κόστους, που παράγει ένα προϊόν commodity, το οποίο έχει ως βασικό του όπλο στον ανταγωνισμό τη χαμηλή του τιμή.

Το δεύτερο μοντέλο είναι η οικογενειακή/ συνεταιριστική ελαιοκομία, της υψηλής ποιότητας, της διαφοροποίησης, που μπορεί να διεκδικήσει από τους καταναλωτές μια υψηλότερη τιμή, αρκεί φυσικά να μπορεί να τους πείσει για την αυθεντικότητα, τη φυσικότητα και την ποιοτική της υπεροχή.

Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να σταματήσουμε την ελαιοκομία της πυκνής φύτευσης, των τεράστιων ελαιοτριβείων, των αμφιλεγόμενων μεθόδων παραγωγής.

Τι μπορούμε, όμως, και τι προτείνω να κάνουμε:

1. Πόλεμος στη νοθεία και σε κάθε μορφή αθέμιτου ανταγωνισμού και παραπλάνησης των καταναλωτών.

Δεν χρειάζονται εδώ άλλες εξηγήσεις παρά μόνο να σημειώσω ότι από τη στιγμή που οι αγορές έχουν παγκοσμιοποιηθεί, το ίδιο παγκόσμιος πρέπει να είναι και ο έλεγχος. Άρα, χρειαζόμαστε ένα ενιαίο νομικό πλαίσιο, με καθαρή βούληση όλων των χωρών-παραγωγής και κατανάλωσης, καθώς και των υπερεθνικών μηχανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιοκομίας (IOC).

2. Αν και η σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία έχουν βελτιώσει τα εργαλεία τους, ωστόσο, η πιο αποτελεσματική μέθοδος προστασίας του καλού έξτρα παρθένου ελαιολάδου παραμένει πάντοτε η οργανοληπτική ανάλυση (πάνελ τεστ). Σήμερα αποτελεί –και το υπογραμμίζω– το πιο κρίσιμο ζήτημα, που διχάζει την παγκόσμια κοινότητα του ελαιολάδου. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι προσπαθούν να υποβαθμίσουν ή και να καταργήσουν το πάνελ τεστ ως δήθεν «υποκειμενική» μέθοδο, και άλλα αβάσιμα επιχειρήματα. Επίσης, είναι επικίνδυνη η μόδα με πλήθος διαγωνισμών που διεξάγονται σε όλο τον κόσμο, με αμφιλεγόμενους κριτές χωρίς τις απαραίτητες πιστοποιήσεις, που απονέμουν εκατοντάδες βραβεία μέσα από διαδικασίες όχι πάντοτε διαφανείς. Ίσως έτσι ικανοποιούν έναν μεγάλο αριθμό παραγωγών/τυποποιητών, όμως, το συνολικό τελικό αποτέλεσμα υποσκάπτει την αξιοπιστία της οργανοληπτικής αξιολόγησης.

Όσοι παράγουμε αυθεντικά έξτρα παρθένα ελαιόλαδα θα πρέπει να υπερασπιστούμε τη μέθοδο του πάνελ τεστ, το κύρος και την αξιοπιστία του.

3. Θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μια νέα κατηγορία –την οποία θα ονομάζαμε π.χ. premium– και της οποίας τα ποιοτικά στάνταρντς θα ήταν αυστηρότερα από τα ισχύοντα σήμερα όπως αποτυπώνονται στον πίνακα 2.

 

Όρια που ισχύουν

Πρόταση

Οξύτητα

≤ 0.8

≤ 0.5

Κ270

≤ 0.22

≤ 0.20

Κ232

≤ 2.50

≤ 2.25

Υπεροξείδια

≤ 20

≤ 15

Αιθυλεστέρες

≤ 35

≤ 30

DAG,s

Ισχύει

PPP

Ισχύει

Μετά από όλα τα παραπάνω, δεν χρειάζεται να εξηγήσω γιατί τα συμφέροντα της Ελλάδας και της Ιταλίας στον τομέα του ελαιολάδου είναι κοινά. Οι δύο χώρες βασίζονται στις οικογενειακού χαρακτήρα μικρές εκμεταλλεύσεις και το όπλο τους είναι η ποιότητα, διεκδικώντας υψηλότερες τιμές, απορρίπτοντας το μοντέλο του ανώνυμου προϊόντος commodity.

Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μια έμπρακτη συνεργασία μεταξύ της CNO και των ελληνικών συνεταιρισμών που, έχοντας ως σύμβουλο την ΑΞΙΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ, εφαρμόζουν ένα πρόγραμμα πιστοποιημένης αναβάθμισης της ποιότητας και ιχνηλασιμότητας. Η συνεργασία μας είναι πραγματικά εξαιρετική και πιστεύω ότι έχουμε κατακτήσει ένα υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης.

Γι’ αυτό και πιστεύω ότι μπορούμε να προχωρήσουμε και να αναβαθμίσουμε τη συνεργασία μας:

1. Να την επεκτείνουμε πέραν των προγραμμάτων των Οργανώσεων Ελαιουργικών Φορέων. Ευκαιρίες και δυνατότητες υπάρχουν, όχι μόνο στα διάφορα χρηματοδοτούμενα προγράμματα, αλλά και στον εμπορικό τομέα.

2. Να ενημερώσουμε, να εξηγήσουμε, να πείσουμε, τις κρατικές και άλλες υπηρεσίες (επιμελητήρια, φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης κ.ά.), ώστε να υποστηρίξουν έμπρακτα αυτήν τη συνεργασία μας προς όφελος και των δύο χωρών. Να αξιοποιήσουμε μηχανισμούς όπως η ΕΕ, το IOC και άλλα διακρατικά όργανα.

3. Να εγκαταστήσουμε έναν μόνιμο μηχανισμό μεταξύ μιας συχνής ενημέρωσης, ανταλλαγής απόψεων και παρεμβάσεων σε επίκαιρα θέματα.

xartis-mesogeiou-ellada-italia

* Ομιλία του Βασίλη Ζαμπούνη κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης για τα 50 χρόνια της CNO (Ιταλική Συνομοσπονδία Ελαιοπαραγωγών) στην Ρώμη στις 4/7/2016