Κάνει κοιλιά η ζήτηση στα επιτραπέζια ροδάκινα

Αρκετά υποτονικές για τα δεδομένα της εποχής εμφανίζονται τις τελευταίες εβδομάδες οι εμπορικές ροές στο επιτραπέζιο ροδάκινο και στα νεκταρίνια, με τη ζήτηση, ιδίως από τις αγορές του εξωτερικού, να κάνει κοιλιά και να συμπαρασύρει και τις τιμές.

Καθώς η συγκομιδή προχωράει πλέον στις όψιμες και, κατά κανόνα, μεγαλόκαρπες ποικιλίες, στελέχη εξαγωγικών εταιρειών και συνεταιρισμών διαπιστώνουν μείωση νέων παραγγελιών, την οποία αποδίδουν στην τάση των καταναλωτών να περιορίζουν ή και να κόβουν εντελώς, ένεκα του υψηλού πληθωρισμού, τις δαπάνες για είδη που δύσκολα μπορούν να χαρακτηρισθούν «πρώτης ανάγκης», όπως τα φρούτα. «Υπάρχει μια πτώση της ζήτησης και αυτό το καταλαβαίνουμε από τον αριθμό των παραγγελιών που λαμβάνουμε αλλά και τις ποσότητες που αυτές αφορούν. Το ίδιο μας μεταφέρουν από την πλευρά τους και οι εξαγωγείς», δηλώνει στην «ΥΧ» ο διευθυντής του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μέσης, Θανάσης Μπρανιώτης.

Αυτή η τάση, όπως σημειώνει, έχει μεταφερθεί και στις τιμές, η πίεση στις οποίες αρχίζει να γίνεται εμφανής. «Την περασμένη εβδομάδα οι τιμές παραγωγού στον συνεταιρισμό μας ήταν στα 40 λεπτά για το επιτραπέζιο ροδάκινο και στα 55-60 λεπτά/κιλό για το νεκταρίνι. Σε γενικές γραμμές οι τιμές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως τώρα σταθερές, ωστόσο διαφαίνεται πλέον μια πτωτική τάση», εξηγεί.

Διακριτική η παρουσία των Ισπανών

Όπως προσθέτει ο ίδιος, αυτή η υποτονική ζήτηση δεν έχει επιτρέψει στη χώρα μας να εκμεταλλευθεί στο έπακρο τις ευκαιρίες που δημιούργησε η σαφώς πιο… διακριτική φέτος παρουσία της Ισπανίας στις ευρωπαϊκές αγορές. «Οι ποσότητες των Ισπανών είναι σίγουρα μειωμένες, λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπισαν με την παραγωγή τους, όμως ακριβώς λόγω της πτώσης της κατανάλωσης δεν μπορούμε να πούμε ότι κερδίσαμε αυτά που περιμέναμε. Κι αυτό σε μια χρονιά που, πέρα από την αύξηση του κόστους, είχαμε να αντιμετωπίσουμε και τις απώλειες παραγωγής από τις έντονες βροχοπτώσεις και τα υπόλοιπα καιρικά φαινόμενα», υπογραμμίζει ο κ. Μπρανιώτης.

«Η ζήτηση από τις δυτικές αγορές έχει πέσει αρκετά. Είναι λογικό κι επόμενο όταν ο πληθωρισμός καλπάζει και το διαθέσιμο εισόδημα περιορίζεται, ο κόσμος να αρχίσει να “κόβει” από αυτά τα οποία δεν θεωρεί απολύτως απαραίτητα για την επιβίωσή του», σχολιάζει ο Γιώργος Γκάλαβος, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κουλούρας «Εύφορη Γη». «Γι’ αυτό υπάρχει τις τελευταίες μέρες ένα γενικότερο κώλυμα στις εμπορικές ροές. Ακούμε από συναδέλφους σε άλλους συνεταιρισμούς, καθώς και από εξαγωγείς, ότι υπάρχουν σημαντικές ποσότητες στα ψυγεία. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι δεν θα μείνουν τελικά ροδάκινα αδιάθετα, κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό», συμπληρώνει.

«Πόνεσε» η απώλεια της Ουκρανίας

Ο ίδιος στέκεται και στην απώλεια της ουκρανικής αγοράς, στην οποία τα τελευταία χρόνια, και ιδίως μετά την επιβολή του ρωσικό εμπάργκο, κατευθύνονταν σημαντικές ποσότητες επιτραπέζιων ροδάκινων και νεκταρινιών. «Μετά το εμπάργκο δεινοπαθήσαμε σαν κλάδος να βρούμε νέους εξαγωγικούς προορισμούς και η Ουκρανία, όπως και η Λευκορωσία, έδωσαν μια ανάσα, έστω κι αν πρόκειται γενικά για αγορές με μικρότερη οικονομική επιφάνεια. Τώρα βλέπουμε να τις χάνουμε κι αυτές», επισημαίνει.

Κατά τον ίδιο, σε έναν πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η πολιτεία θα πρέπει να προχωρήσει σε έναν στρατηγικό σχεδιασμό για τον επανακαθορισμό των κατευθύνσεων και των προτεραιοτήτων της αγροτικής παραγωγής στη χώρα μας. «Κατά τη γνώμη μου, η αναδιάρθρωση ποικιλιών δεν αρκεί. Κάποιες ποικιλίες ενδεχομένως να μην “τραβάνε” στην αγορά ή και να μην βρίσκονται στα στάνταρ που θέλει το εμπόριο και η βιομηχανία, όμως το πρόβλημα δεν είναι εκεί. Τα ροδάκινα, όπως και άλλα φρούτα, είναι πολυετείς καλλιέργειες, επομένως δεν μπορούν να αλλάζουν από χρονιά σε χρονιά. Κάποιοι άνθρωποι έχουν κάνει επενδύσεις σε νέες φυτείες και δεν τις έχουν αποσβέσει ακόμα», εξηγεί.

«Επομένως, θα πρέπει η πολιτεία να κάνει έναν σχεδιασμό, διαθέτοντας φυσικά και το ανάλογο κονδύλι, ώστε να κατευθύνει τους παραγωγούς σε καλλιέργειες που έχει ανάγκη η χώρα. Αν, για παράδειγμα, χρειαζόμαστε, λόγω των συνθηκών, σιτάρι ή καλαμπόκι, υπάρχουν εκτάσεις στη χώρα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό αυτόν. Όμως, αυτό απαιτεί κάποια κατεύθυνση, δεν είναι κάτι που μπορεί να κάνει ο κάθε παραγωγός μόνος του», υπογραμμίζει.

Αυξημένη κατανάλωση βλέπει για φέτος η Κομισιόν

Aξίζει πάντως να σημειωθεί ότι στην τελευταία έκθεση Βραχυπρόθεσμεων Προβλέψεων (Ιούλιος 2022), η Κομισιόν ανέμενε ότι, παρά τη μείωση της αγοραστικής δύναμης λόγω του υψηλού πληθωρισμού, η κατά κεφαλή κατανάλωση επιτραπέζιων ροδάκινων και νεκταρινιών θα φτάσει φέτος τα 6,1 κιλά, ελαφρώς υψηλότερα δηλαδή από τα 5,9 κιλά του 2021, αλλά 5% χαμηλότερα από τον μέσο όρο της πενταετίας. Σύμφωνα με την ανάλυση της Επιτροπής, η αύξηση αυτή θα είναι το συνδυαστικό αποτέλεσμα της «επιστροφής» του τουρισμού, των ευνοϊκών για την κατανάλωση καιρικών συνθηκών και της μεγαλύτερης διαθεσιμότητας. Αντίθετα, στα μεταποιημένα ροδάκινα η κατά κεφαλή κατανάλωση αναμένεται να πέσει φέτος κάτω από το 1 κιλό.

Κάτω από τους μέσους όρους της πενταετίας η παραγωγή

Σύμφωνα με την Κομισιόν, η συνολική παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών στην ΕΕ θα διαμορφωθεί φέτος στους 3,4 εκατ. τόνους, δηλαδή 3% υψηλότερα σε σχέση με πέρυσι αλλά 9% κάτω από τον μέσο όρο της πενταετίας. Σημειωτέον εδώ ότι την περσινή χρονιά η παραγωγή υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, λόγω των αντίξοων καιρικών συνθηκών. Η Κομισιόν εκτιμά ότι η αύξηση παραγωγής σε Ελλάδα, Ιταλία και Γαλλία θα αντισταθμίσει τις σημαντικές απώλειες της Ισπανίας, που αγγίζουν το 20% σε σχέση με πέρυσι.

Στα επιτραπέζια, η ευρωπαϊκή παραγωγή εκτιμάται ότι θα αυξηθεί φέτος κατά 5%, στους 2,9 εκατ. τόνους, παραμένοντας ωστόσο 7% κάτω από τον μέσο όρο της πενταετίας, τη στιγμή που σε αυτά που κατευθύνονται για βιομηχανική κρίση η παραγωγή αναμένεται φέτος μειωμένη κατά 7%, στους 570.000 τόνους, και πάλι κυρίως λόγω των απωλειών της Ισπανίας, όπου η πτώση σε σχέση με πέρυσι προσεγγίζει το 50% (47%). Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι, όπως έγραψε στο προηγούμενο φύλλο η «ΥΧ», καταγράφεται φέτος έντονη ζήτηση για ελληνικό προϊόν (κονσέρβα και πουρέ) από την ισπανική αγορά.

Στο μέτωπο των εξαγωγών, αναμένεται φέτος οριακή αύξηση 2%, στους 140.000 τόνους για τα επιτραπέζια καθώς, παρά την αύξηση της παραγωγής, τα προσκόμματα στις εξαγωγές προς την Ανατολή προβλέπεται να επηρεάσουν αρνητικά τις πωλήσεις. Άλλωστε, η Ουκρανία και η Λευκορωσία συγκαταλέγονται διαχρονικά στους πέντε πιο δημοφιλείς προορισμούς των ευρωπαϊκών φρούτων. Από την άλλη, οι εισαγωγές από τρίτες χώρες αναμένονται φέτος αυξημένες κατά 11%, στους 47.000 τόνους, συνεχίζοντας ωστόσο να αντιστοιχούν σε ένα μικρό κομμάτι της συνολικής κατανάλωσης, αλλά και της παραγωγής της ΕΕ.

Ουραγός μεταξύ των «μεγάλων» η Ελλάδα στην τιμή

Στα 1,65 ευρώ/κιλό διαμορφώθηκε η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης των ροδάκινων και των νεκταρινιών στην ΕΕ την 30ή εβδομάδα του έτους, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Τιμών.

Η τιμή είναι αυξημένη κατά 6,5 ευρώ σε σύγκριση με τον μέσο όρο της πενταετίας (2017-2021) και κατά 3,2 ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Για τα ελληνικά ροδάκινα/νεκταρίνια, τα τελευταία διαθέσιμα συγκρίσιμα στοιχεία αφορούν την εβδομάδα 29, στην οποία η μέση τιμή διαμορφώθηκε στα 1,22 ευρώ/κιλό, ήτοι 30 λεπτά πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας (92 λεπτά/κιλό) αλλά και 20 λεπτά κάτω από το 2021 (1,42 ευρώ/κιλό). Σε γενικές γραμμές, πάντως, η χώρα μας εξακολουθεί να έχει τις χαμηλότερες τιμές σε σύγκριση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους «παίκτες». Ενδεικτικά, για την 30ή εβδομάδα (σ.σ. δεν δίνονται στοιχεία για το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι), η μέση τιμή στη χώρα μας τοποθετείται στο 1,14 ευρώ/κιλό την ώρα που στην Ισπανία είναι στα 1,54 ευρώ/κιλό, στη Γαλλία στα 2 ευρώ/κιλό και στην Ιταλία στα 1,42 ευρώ/κιλό.

Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου, η συνολική παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών στην ΕΕ διαμορφώθηκε σε 3,346 εκατ. τόνους, εκ των οποίων οι 2,372 εκατ. τόνοι ροδάκινα και οι 975.000 τόνοι νεκταρίνια.

FILE PHOTO: Pipes at the landfall facilities of the ‘Nord Stream 1’ gas pipeline are pictured in Lubmin, Germany, March 8, 2022. REUTERS/Hannibal Hanschke/File Photo

Εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο η ελληνική βιομηχανία

Στα μεταποιημένα ροδάκινα, η Κομισιόν αναμένει οι εξαγωγές να υποχωρήσουν κατά 9% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τους 150.000 τόνους, πρόβλεψη που βασίζεται στη σχετικά χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας η οποία, όπως σημειώνει η Επιτροπή, εξαρτάται πολύ περισσότερο από το ρωσικό αέριο σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της εκτός ΕΕ. Αντίθετα, οι εισαγωγές αναμένεται να παραμείνουν σταθερές στα χαμηλά επίπεδα των 9.000 τόνων.