ΟΟΣΑ-FAO: Για κάθε 10 ευρώ αύξηση στα λιπάσματα, «τσιμπάνε» 2 ευρώ οι τιμές των τροφίμων

Σε αύξηση 2% στις τιμές των αγροτικών προϊόντων και, γενικότερα, των τροφίμων «μεταφράζεται» μια άνοδος της τάξης του 10% στις τιμές των λιπασμάτων, σύμφωνα με το σενάριο που επεξεργάστηκε και παρουσιάζει στην πρόσφατη έκθεση για τις προοπτικές της επόμενης δεκαετίας ο ΟΟΣΑ.

Η αφορμή για να ποσοτικοποιήσει τη σχέση μεταξύ των δύο αυτών «κρίκων» της εφοδιαστικής αλυσίδας δόθηκε στον Οργανισμό από το ράλι στις τιμές των αγροτικών εισροών και των λιπασμάτων ειδικότερα την τελευταία διετία και τις συνακόλουθες ανησυχίες για την επισιτιστική ασφάλεια. Ο ΟΟΣΑ χρησιμοποίησε το μοντέλο Αglink-Cosimo που χρησιμοποιεί και ο FAO και το οποίο, όπως σημειώνει, επιτρέπει να διαχωριστούν τα κόστη των βασικών λιπασμάτων από τις υπόλοιπες μεταβλητές του κοστολογίου.

Με βάση το μοντέλο αυτό, ο Οργανισμός επεξεργάστηκε ένα σενάριο που, με την παραδοχή ότι το πετρέλαιο θα παραμείνει σταθερό, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μια αύξηση 25% στις τιμές ενός «καλαθιού» βασικών λιπασμάτων (αζωτούχων, φωσφορικών, καλιούχων) οδηγεί σε αύξηση 5% κατά μέσο όρο στις τιμές των αγροτικών εμπορευμάτων.

Ο αντίκτυπος θα είναι μεγαλύτερος σε προϊόντα για τα οποία τα λιπάσματα αποτελούν άμεση εισροή, όπως οι μεγάλες αροτραίες καλλιέργειες και λιγότερο έντονο στα ζωικά προϊόντα όπου οι αυξήσεις «περνούν» μέσα από τις ζωοτροφές, με τους κλάδους της πτηνοτροφίας και της χοιροτροφίας να επηρεάζονται σαφώς περισσότερο σε σχέση π.χ. με τα μηρυκαστικά, καθώς βασίζονται στις σύνθετες ζωοτροφές.

Στις επιμέρους κατηγορίες προϊόντων, μια αύξηση 25% στα λιπάσματα την επόμενη δεκαετία θα έχει ως συνέπεια, σύμφωνα πάντα με τον ΟΟΣΑ, να αυξηθούν 8,5% οι τιμές του σιταριού και του καλαμποκιού, 7,5% οι τιμές της σόγιας, 5,5% του ρυζιού και 5% του βαμβακιού. Στα ζωικά προϊόντα, οι μεγαλύτερες αυξήσεις αναμένονται, βάσει του ίδιου σεναρίου, στο χοιρινό με 7% και στο κρέας πουλερικών με 6%, ενώ στο πρόβειο και στο χοιρινό κρέας οι αυξήσεις υπολογίζονται σε 4% και 3% αντίστοιχα.

Αρκετά μικρότερος εκτιμάται ότι θα είναι ο αντίκτυπος στα γαλακτοκομικά με τις αυξήσεις στο βούτυρο και στα τυροκομικά να εκτιμώνται γύρω από το 2%, ενώ στο 1% υπολογίζονται οι ανατιμήσεις στη σκόνη γάλακτος.

Κλειδί η βέλτιστη διαχείριση των εισροών

Όπως υπενθυμίζει ο ΟΟΣΑ, οι τιμές των τροφίμων επηρεάζονται και από άλλες μεταβλητές που δεν εξετάζονται στο εν λόγω σενάριο, όπως οι διακυμάνσεις στις τιμές της ενέργειας και των σπόρων, τα εργατικά κόστη και το κόστος των μηχανημάτων. Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζει ότι οι αυξήσεις των τιμών δεν οδηγούν απαραίτητα σε αντίστοιχα αυξημένα έσοδα για τους παραγωγούς.

Ωφελημένοι, όπως αναφέρει ο Οργανισμός, θα είναι μόνο όσοι κάνουν την καλύτερη και πλέον αποδοτική διαχείριση των λιπασμάτων, κάτι που θα τους δώσει τη δυνατότητα να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους. Στο επίπεδο της κατανάλωσης, τη μεγαλύτερη επιβάρυνση θα έχουν οι πιο φτωχές χώρες όπου το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος δαπανάται για την αγορά τροφίμων.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, σε ΕΕ και ΗΠΑ όπου οι αποδόσεις είναι ήδη υψηλές, η όποια αύξηση της παραγωγικότητας δεν θα προέλθει τόσο από τις αυξημένες εφαρμογές λιπασμάτων. Στα πλέον πλούσια γεωγραφικά μπλοκ παρέχονται κίνητρα για να περιοριστεί η χρήση των συμβατικών λιπασμάτων, αφενός αυξάνοντας την αποδοτικότητά τους αφετέρου διευρύνοντας τη χρήση εναλλακτικών, όπως τα βιολογικά λιπάσματα.