Κινόα, μια πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια που κερδίζει συνεχώς έδαφος
Για μια νέα καλλιέργεια, που πολλοί παραγωγοί θα θελήσουν να επιλέξουν, κρίνοντας από το συγκριτικά χαμηλό κόστος, την ανθεκτικότητα και την ευκολία διαχείρισης, κάνει λόγο στην «ΥΧ» η επίκουρη καθηγήτρια Γεωργίας και Καινοτόμων Καλλιεργειών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΓΠΑ), Ιωάννα Κακαμπούκη, μιλώντας για την κινόα. Η ίδια, μαζί με την ερευνητική της ομάδα, διερευνά τις βέλτιστες καλλιεργητικές πρακτικές για το προϊόν, ιδιαίτερα σε Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα, δηλαδή γεωργικές περιοχές στις οποίες το έδαφος και το κλίμα συνηγορούν ως προς τις καλές στρεμματικές αποδόσεις.
Κυρία Κακαμπούκη, γιατί ένας αγρότης να καλλιεργήσει κινόα;
Η κινόα είναι μια νέα και πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τους οποίους ένας παραγωγός μπορεί να επιλέξει να την καλλιεργήσει. Η διατροφική της αξία, αρχικά ως προϊόν «χωρίς γλουτένη», την καθιστά ιδανική λύση ως μέρος μιας υγιεινής δίαιτας.
Η ασυνήθιστη σύνθεσή της, που περιλαμβάνει όχι μόνο την περιεκτικότητά της σε πρωτεΐνη (14%-20%) και την εξαιρετική ισορροπία μεταξύ ελαίου, πρωτεΐνης και λίπους, αλλά και τη μεγάλη ισορροπία αμινοξέων, την καθιστούν ελκυστική για τους καταναλωτές που αναζητούν υγιεινές διατροφικές επιλογές, αλλά και ένα εξαιρετικό φυσικό τρόφιμο που στοχεύει στη μείωση του κινδύνου για διάφορες ασθένειες. Είναι γνωστό ότι, τα τελευταία χρόνια, η ζήτησή της αυξάνεται διαρκώς λόγω των νέων διατροφικών τάσεων (π.χ. βίγκαν κ.λπ.) ιδίως σε χώρες με ανεπτυγμένα μοντέλα υγιεινής διατροφής, αποφέροντας έτσι στους παραγωγούς καλύτερες τιμές. Το συγκριτικά χαμηλό κόστος παραγωγής και η ευκολία της καλλιέργειας, σε σχέση με άλλες, είναι μερικοί από τους επιπλέον λόγους που αξίζει να επιλεχθεί!
Είναι ανθεκτική σε πολλές κλιματικές συνθήκες, ικανή να αναπτυχθεί σε διαφορετικούς τύπους εδάφους και ειδικότερα σε περιοχές όπου άλλες καλλιέργειες αδυνατούν να αναπτυχθούν, πλήρως εκμηχανοποιημένη, και, τέλος, απαιτεί λιγότερους πόρους (νερό, λιπάσματα κ.λπ.) για να αναπτυχθεί, ειδικά σε ξηρές ή ημιορεινές περιοχές. Το κόστος παραγωγής ανά στρέμμα είναι λίγο πιο πάνω από τα χειμερινά σιτηρά, αν και ανοιξιάτικη καλλιέργεια, και αναμφισβήτητα το κόστος ανά στρέμμα είναι πολύ μικρότερο από κάθε άλλη ανοιξιάτικη καλλιέργεια στη χώρα μας.
Ταυτόχρονα, έχει και περιβαλλοντικά οφέλη, αφού συμβάλλει στη βελτίωση της βιοποικιλότητας και της υγείας του εδάφους, καθώς είναι ένα φυτό που αντέχει σε συνθήκες ξηρασίας και μπορεί να απαιτεί λιγότερη χρήση χημικών λιπαντικών. Επίσης, έχει χαμηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα (CO2e footprint και Water footprint) από τις υπόλοιπες ανοιξιάτικες καλλιέργειες.
Ας σημειωθεί ακόμη ότι η κινόα έχει έναν αυξανόμενο αριθμό πιστοποιημένων βιολογικών αγορών, που μπορεί να προσφέρουν καλύτερες τιμές στους παραγωγούς και να προσελκύσουν καταναλωτές που ενδιαφέρονται για βιώσιμες πρακτικές. Τέλος, διακρίνεται για τη μεγάλη πολυμορφία των χρήσεών της, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές συνταγές και προϊόντα, από σαλάτες μέχρι ζυμαρικά και σνακ, καθώς και για παραγωγή μπύρας. Μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιηθεί στη βιομηχανία και στην κοσμετολογία, αλλά και ως σιτηρέσιο ζωοτροφών, καθιστώντας την ελκυστική επιλογή για επεξεργαστές, κτηνοτρόφους και καταναλωτές.
Ποιος είναι ο καλλιεργητικός κύκλος της κινόα;
Ο καλλιεργητικός κύκλος της κινόα (Chenopodium quinoa) είναι σχετικά σύντομος και εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής καλλιέργειας. Η σπορά της συνήθως γίνεται πολύ νωρίς την άνοιξη, όταν οι θερμοκρασίες αρχίζουν να ανεβαίνουν και το έδαφος μπορεί να κατεργασθεί για την προετοιμασία της σποροκλίνης. Η ιδανική πυκνότητα φυτών είναι γύρω στα 50.000 φυτά/στρέμμα.
Όσον αφορά τις ποικιλίες, υπάρχουν πάνω από δώδεκα καταγεγραμμένες στον ευρωπαϊκό κατάλογο. Οι σπόροι βλαστάνουν συνήθως σε διάστημα 5-10 ημερών, ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες. Εάν επικρατήσουν δυσμενείς συνθήκες, οι σπόροι δεν χάνονται, γιατί το φύτρωμα μπορεί να γίνει έως και έναν μήνα μετά τη σπορά. Κατά τη διάρκεια των επόμενων 6-12 εβδομάδων, τα φυτά αναπτύσσουν φύλλα και είναι απαραίτητη η σωστή τροφοδότηση με νερό και θρεπτικά συστατικά.
Η κινόα αρχίζει να ανθίζει συνήθως 10-12 εβδομάδες μετά τη σπορά και η ανθοφορία διαρκεί περίπου 4-6 εβδομάδες. Στη χώρα μας, αυτό συμβαίνει συνήθως τον Μάιο. Οι σπόροι είναι έτοιμοι για συγκομιδή 90-120 ημέρες μετά τη σπορά, όταν οι ταξιανθίες ξεραίνονται. Η κατάλληλη υγρασία σπόρων για συγκομιδή είναι περίπου 12%-14%. Οι αποδόσεις εξαρτώνται από την ποικιλία και τη σωστή λίπανση και κυμαίνονται περί τα 300 kg/στρέμμα.
Πρόκειται για μια νέα καλλιέργεια και είναι λογικό κάποιος να είναι επιφυλακτικός, μιας και στο παρελθόν άκουγε για προσοδοφόρες καλλιέργειες, οι οποίες, τελικά, δεν άντεξαν στον χρόνο…
Είναι απολύτως κατανοητό να υπάρχει επιφυλακτικότητα ως προς τις νέες καλλιέργειες, καθώς πολλές φορές οι προσδοκίες δεν ανταγωνίζονται την πραγματικότητα. Η γεωργία είναι ένας κλάδος που επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως οι κλιματολογικές συνθήκες, οι αγορές και οι τεχνολογικές εξελίξεις.
Για να μειωθεί η αβεβαιότητα, σημαντικό είναι οι γεωργοί να κάνουν έρευνα, να μελετούν τις τάσεις της αγοράς και να αντλούν πληροφορίες από άλλους παραγωγούς που έχουν πειραματιστεί με την ίδια καλλιέργεια. Επίσης, η συμμετοχή σε σεμινάρια και η συνεργασία με γεωπόνους μπορεί να βοηθήσει στη λήψη ενημερωμένων αποφάσεων. Κάθε νέα καλλιέργεια μπορεί να προσφέρει ευκαιρίες, αλλά απαιτεί και προσεκτικό σχεδιασμό και στρατηγική.
«Η ζήτηση της κινόα αυξάνεται διαρκώς λόγω των νέων διατροφικών τάσεων, ιδίως σε χώρες με ανεπτυγμένα μοντέλα υγιεινής διατροφής, αποφέροντας έτσι στους παραγωγούς καλύτερες τιμές. Ταυτόχρονα, η ύπαρξη σύμβασης/συμφωνίας συμβολαιακής γεωργίας με τη μεταποιητική βιομηχανία μειώνει και το ρίσκο διάθεσης», αναφέρει η κα Κακαμπούκη
Σε κάθε περίπτωση, η συχνή επικοινωνία με τον σύμβουλο γεωπόνο μπορεί να δώσει καλά αποτελέσματα. Τέλος, η ύπαρξη σύμβασης/συμφωνίας συμβολαιακής γεωργίας με τη μεταποιητική βιομηχανία μειώνει το ρίσκο διάθεσης. Στη χώρα μας, πάρα πολλές προσπάθειες για νέες καλλιέργειες απέτυχαν, όχι στο χωράφι, αλλά στην αδυναμία διάθεσης του προϊόντος στην αγορά.
Γιατί η καλλιέργεια είναι ιδανική για την περιοχή της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας;
Τόσο η Θεσσαλία όσο και η Στερεά Ελλάδα είναι κατά βάση γεωργικές περιοχές με γεωργική παράδοση. Ορισμένοι παράγοντες, όπως το έδαφος και το κλίμα, συνηγορούν ως προς την καταλληλότητα των περιοχών αυτών. Εάν αναλογιστούμε και τα προβλήματα που δημιουργούν η κλιματική μεταβολή και η υποβάθμιση των εδαφών (αλατότητα διάβρωση κ.λπ.) λόγω της μονοκαλλιέργειας συχνά των ανοιξιάτικων καλλιεργειών, βλέπουμε υποχώρηση των κλασικών καλλιεργειών, όπως το βαμβάκι, ο αραβόσιτος κ.λπ.
Η κινόα είναι μια καλλιέργεια με μεγάλη αντοχή σε ακραίες συνθήκες (παγετού έως και καύσωνα). Επίσης, είναι μια καλλιέργεια με μεγάλη αντοχή στην αλατότητα, μπορεί να καλλιεργηθεί ως ξηρική και, τέλος, απαιτεί λιγότερη ή και ίση λίπανση με το σιτάρι. Όλα τα παραπάνω συνηγορούν για την καταλληλότητα της κινόα στις περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας και Θεσσαλίας. Ιδιαίτερα για τη Θεσσαλία, που τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα με την άρδευση, η κινόα μπορεί να πάρει σημαντικό μερίδιο από τις κλασικές ανοιξιάτικες καλλιέργειες.
Ποιες είναι οι δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει ένας παραγωγός όταν ξεκινήσει να καλλιεργεί κινόα;
Οι παραγωγοί καλούνται συχνά να αντιμετωπίσουν πολλές δυσκολίες κατά τη διάρκεια καλλιέργειας ενός αγροτικού προϊόντος μέχρι την ολοκλήρωση, τη συγκομιδή ή την ωρίμανσή του. Οι πιο σημαντικές από αυτές είναι οι καιρικές συνθήκες, οι επιβλαβείς οργανισμοί, οι οικονομικές πιέσεις, η αγορά/ανταγωνισμός, η τεχνογνωσία της καλλιέργειας, η νομοθεσία/κανονισμοί που τους διέπουν, και, τέλος, οι κοινωνικοί παράγοντες.
Αναλυτικότερα, οι ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως ξηρασίες, καύσωνες, πλημμύρες ή παγετοί, σε κρίσιμα στάδια της ανάπτυξης του φυτού, μπορούν να επηρεάσουν σοβαρά τις τελικές αποδόσεις των καλλιεργειών. Επιπλέον, προβλήματα με παράσιτα, ασθένειες και ζιζάνια μπορούν να οδηγήσουν σε απώλειες παραγωγής και να απαιτήσουν τη χρήση φυτοφαρμάκων, που μπορεί να είναι δαπανηρά και περιβαλλοντικά επιβλαβή. Σε γενικές γραμμές, όμως, πρόκειται για μια ανθεκτική καλλιέργεια με λίγους εχθρούς.
Οι υψηλές αρχικές επενδύσεις, το κόστος των σπόρων, των λιπασμάτων και των εργαλείων με τις διακυμάνσεις των τιμών των προϊόντων, η ζήτηση στην αγορά και ο ανταγωνισμός από άλλους παραγωγούς μπορούν να επιβαρύνουν τον παραγωγό και να επηρεάσουν την οικονομική βιωσιμότητα. Στην ευρωπαϊκή αγορά, η ζήτηση καλύπτεται κατά βάση από εισαγωγές από τη Νότια Αμερική.
Πέρα από αυτό, η έλλειψη γνώσεων σχετικά με τις καλύτερες πρακτικές καλλιέργειας, η τήρηση κανονισμών σχετικών με την ασφάλεια τροφίμων, τις εκπομπές CO2 και τις σχετικές πιστοποιήσεις μπορεί να είναι δύσκολη για κάποιους παραγωγούς χωρίς υποστήριξη.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως οι αλλαγές στην κοινωνία, όπως η έλλειψη εργατικού δυναμικού λόγω μεταναστεύσεων ή η αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών, μπορεί επίσης να επηρεάσουν την παραγωγή. Σε γενικές γραμμές, το ενδιαφέρον για την κινόα έρχεται από νέους παραγωγούς με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και διάθεση καινοτομίας. Επίσης, τα κινήματα των vegans & vegeterians, καθώς και τον ατόμων με δυσανεξία στη γλουτένη αυξάνουν την πίεση από τους καταναλωτές προς τους παραγωγούς για ανάπτυξη της καλλιέργειας. Η επιτυχής ενασχόληση με νέες καλλιέργειες έχει δείξει σε πάρα πολλές περιπτώσεις ότι αποτελούν παράδειγμα συγκράτησης του πληθυσμού στην ύπαιθρο.
Τα τελευταία χρόνια, με βάση και την εμπειρία που έχετε αποκτήσει από καλλιέργειες πειραματικές και μη, ποια είναι τα καλλιεργητικά κόστη και πώς μπορεί ο παραγωγός να προωθήσει τη σοδειά στην αγορά;
Τα καλλιεργητικά κόστη ποικίλλουν ανάλογα με το είδος καλλιέργειας, την περιοχή, τις μεθόδους καλλιέργειας και άλλους παράγοντες. Συνήθως, περιλαμβάνουν το κόστος σπόρων που, ανάλογα με την ποιότητα και την ποικιλία, αποτελεί ίσως και ένα από τα μεγαλύτερα κόστη, δεδομένου ότι ακόμη δεν έχουμε ελληνικές ποικιλίες. Τόσο το κόστος προετοιμασίας του εδάφους/σποροκλίνης όσο και το κόστος των λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων είναι σχετικά μικρό, όπως στην καλλιέργεια χειμερινών σιτηρών.
Εάν κατά περίπτωση απαιτηθεί για κάποιο έντομο ή μύκητα να παρέμβουμε με κάποιο φυτοπροστατευτικό σκεύασμα, τα βιολογικά σκευάσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν, προκειμένου να μην υπάρχει υπολειμματικότητα. Να σημειωθεί, εξάλλου, ότι στην ΕΕ δεν υπάρχουν εγκεκριμένα φυτοπροστατευτικά σκευάσματα, δεδομένης της ανθεκτικότητας της καλλιέργειας σε παθογόνα/εχθρούς.
Επίσης, δεν αποτελεί περιοριστικό παράγοντα το κόστος μίσθωσης ή η αγορά μηχανημάτων, καθώς δεν διαφέρουν από αυτά των χειμερινών σιτηρών. Τέλος, το κόστος άρδευσης δεν απαιτείται λόγω της ξηρικής καλλιέργειας. Εάν χρειασθεί, θα είναι μόνο εάν, μετά τη σπορά, επικρατήσει μεγάλη περίοδος ανομβρίας (σπάνιο για τον μήνα Μάρτιο). Μόνο στην περίπτωση που έχουμε αγρούς με ιστορικό ζιζανίων θα χρειαστεί πιθανώς ένα σκάλισμα (συμπληρωματικά με το μηχανικό σκαλιστήρι), οπότε θα υπάρξει και το λεγόμενο κόστος των εργατικών χεριών.