Κλωτσάνε για επιταγές, ανοιχτές τιμές και ορισμό ευαλλοίωτων οι αλυσίδες

Ενστάσεις σε βασικά σημεία του νομοσχεδίου για τις αθέμιτες πρακτικές διατύπωσαν στη διαβούλευση οι λιανέμποροι

Αρκετή τροφή για σκέψη και, ενδεχομένως, για αλλαγές ή προσθήκες επί του νομοσχεδίου για τις αθέμιτες πρακτικές, δίνει στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης η διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης, η οποία ολοκληρώθηκε την περασμένη Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου.

Η αποσαφήνιση των όρων «γεωργικά» και «ευαλλοίωτα» προϊόντα, ώστε να είναι ξεκάθαρο ποια από αυτά εμπίπτουν στην υποχρέωση εξόφλησης εντός 30 ή 60 ημερών, τα προβλήματα λογιστικής και όχι μόνο φύσης, τα οποία θα κληθούν να αντιμετωπίσουν προμηθευτές και αγοραστές, καθώς επίσης και τα «παράθυρα» που πιθανώς αφήνουν κάποιες διατάξεις για τη συνέχιση αθέμιτων πρακτικών και καθυστερήσεων στις πληρωμές, είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα που αναδείχτηκαν μέσα από τον διαδικτυακό σχολιασμό.

Η διαδικασία, πάντως, φαίνεται ότι δεν προσέλκυσε τις αγροτικές οργανώσεις, σε αντίθεση με το οργανωμένο λιανεμπόριο, η συμμετοχή του οποίου ήταν ζωηρή. Από πλευράς αγροτών, παρατηρήσεις στο opengov διατύπωσαν μόνο οι Κτηνοτροφικοί Σύλλογοι Αν. Μακεδονίας-Θράκης, τη στιγμή που από τα σούπερ μάρκετ ουκ ολίγες παρεμβάσεις έκαναν οι τρεις από τους τέσσερις μεγαλύτερους παίκτες της αγοράς (ΑΒ Βασιλόπουλος, ΜΕΤΡΟ, Δ. Μασούτης), αλλά και το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) που παραδοσιακά απηχεί τις θέσεις του κλάδου. «Παρών» δήλωσαν επίσης και τα επιμελητήρια, είτε μέσω της ΚΕΕΕ (Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος), είτε με επιμέρους δικές τους παρεμβάσεις (Επιμελητήρια Ημαθίας, Δωδεκανήσου, Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης).

«Οι μονομερείς όροι δεν είναι θέμα τζίρου»

O πρόεδρος των Κτηνοτροφικών Συλλόγων Ανατολικής Μακεδονίας, Νίκος Δημόπουλος.

«Αυτό που πρώτα και κύρια πρέπει να εκλείψει είναι η πρακτική των ανοιχτών τιμών. Πέρα από εξευτελιστικό για τον παραγωγό, είναι και κάτι που του στερεί την όποια διαπραγματευτική δύναμη», λέει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος των Κτηνοτροφικών Συλλόγων Ανατολικής Μακεδονίας, Νίκος Δημόπουλος.

Μία από τις ενστάσεις που διατυπώνει ο ίδιος έχει να κάνει με την πρόβλεψη ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν κύκλο εργασιών τουλάχιστον 2 εκατ. ευρώ.

«Οι αθέμιτες πρακτικές και οι μονομερείς όροι δεν είναι θέμα τζίρου», τονίζει, συμπληρώνοντας ότι, λόγω και των γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων της χώρας μας, πολλές επιχειρήσεις με μικρότερο κύκλο εργασιών κατέχουν από δεσπόζουσα έως μονοπωλιακή θέση σε τοπικό επίπεδο, ενώ συχνά λειτουργούν και ως μεσάζοντες μεγαλύτερων ομίλων.

Το φαινόμενο αυτό, όπως εξηγεί, είναι ιδιαίτερα έντονο στον τομέα του γάλακτος και δη του αιγοπρόβειου, όπου αρκετές περιοχές (π.χ. νησιά) είναι σχετικά απομονωμένες από τις γραμμές εισκόμισης των μεγαλύτερων γαλακτοβιομηχανιών. «Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα μικρά τυροκομεία, τα οποία λειτουργούν κατά κανόνα με ανοιχτές τιμές», τονίζει ο κ. Δημόπουλος.

«Αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος που υπογραμμίσαμε στη διαβούλευση ότι πρέπει να ληφθεί ειδική μέριμνα για την αγορά γάλακτος, χωρίς βέβαια να αγνοούμε ότι παρόμοιες πρακτικές απαντούν και σε άλλους κλάδους», προσθέτει ο ίδιος.

Μητρώο Προμηθευτών

Το θέμα του τζίρου απασχολεί βέβαια και τα σούπερ μάρκετ, αλλά από… την ανάποδη. Οι αλυσίδες ζητούν να διευκρινιστεί ότι στην έννοια των προμηθευτών θα συμπεριλαμβάνονται και οι συνεργαζόμενες και ιδίως οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις, ώστε να λαμβάνεται υπόψη ο παγκόσμιος τζίρος της προμηθεύτριας εταιρείας, δηλαδή αυτός που επιτυγχάνει και μέσω θυγατρικών της οπουδήποτε στο εξωτερικό.

Ουσιαστικά, η συγκεκριμένη παρατήρηση φωτογραφίζει τις μεγάλες πολυεθνικές, οι οποίες, όπως έχουν πολλάκις υποστηρίξει οι λιανέμποροι, διαθέτουν τη διαπραγματευτική πυγμή και την ικανότητα να επιβάλουν τους δικούς τους όρους στις συναλλαγές με τις αλυσίδες. «Όταν ένας προμηθευτής έχει ετήσιο τζίρο άνω των 350 εκατ. ευρώ, με βάση τα ανωτέρω, θα πρέπει να αποκλείεται από την εφαρμογή του νόμου. Εξάλλου, το πνεύμα της οδηγίας είναι η προστασία των οικονομικά ασθενέστερων προμηθευτών», αναφέρει σε σχετικό σχόλιό της η ΜΕΤΡΟ.

Οι αλυσίδες προτείνουν τη δημιουργία ενός Μητρώου Προμηθευτών στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, στο οποίο οι επιχειρήσεις-προμηθευτές θα υποχρεούνται να κοινοποιούν τον συνολικό κύκλο εργασιών τους, προκειμένου να ενταχθούν στις διατάξεις του νόμου, πρόταση που συμμερίζεται και η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων.

Τα μεταποιημένα προϊόντα

Ζήτημα που φαίνεται ότι χρήζει περαιτέρω αποσαφήνισης είναι και ο προσδιορισμός των προϊόντων που ανήκουν στην κατηγορία αυτών που μεταποιούνται από γεωργικά προϊόντα. Το ΙΕΛΚΑ, για παράδειγμα, θεωρεί ότι για προϊόντα που έχουν υποστεί μεταποίηση και εμπεριέχουν σε μικρό βαθμό προϊόντα του παραρτήματος στο οποίο παραπέμπει το σχέδιο νόμου (Παράρτημα Ι της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ), θα πρέπει να υπάρχει διαφορετική προσέγγιση και να εξαιρούνται από τη νομοθεσία.

«Δυνητικά, θα μπορούσαμε να βρεθούμε μπροστά στο παράδοξο ενδεχόμενο παραγωγής προϊόντων με μία μικρή προσθήκη προϊόντων του παραρτήματος σε δοσολογία 0,1%, προκειμένου κάποια επιχείρηση να εντάξει τα προϊόντα της στη συγκεκριμένη νομοθεσία, κάτι που δεν είναι το πνεύμα του νόμου», αναφέρει χαρακτηριστικά ο γεν. διευθυντής του Ινστιτούτου, Λευτέρης Κιοσές. Η δική του πρόταση είναι στο πεδίο εφαρμογής του νόμου να εντάσσονται μόνο όσα προϊόντα εμπεριέχουν αθροιστικά και συνολικά στη σύστασή τους προϊόντα και τρόφιμα του Παραρτήματος Ι σε ποσοστό κατ’ ελάχιστον 51%.

Όσον αφορά τα ευαλλοίωτα, στο σχέδιο νόμου ορίζονται ως «γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα, τα οποία από τη φύση τους ή στο στάδιο της μεταποίησης ενδέχεται να καταστούν ακατάλληλα προς πώληση εντός 30 ημερών από τη συγκομιδή, την παραγωγή ή τη μεταποίηση, όπως αυτά ορίζονται στο Παράρτημα Ι του άρθρου 17 του ν. 4492/2017 (Α’ 156)».

Ωστόσο, η Δ. Μασούτης εκτιμά ότι «η μη σύνδεση του χρόνου ανάλωσης και λήξης με το αν ένα προϊόν θεωρείται ότι αναμένεται να καταστεί ακατάλληλο μετά από 30 ημέρες, οδηγεί σε παρερμηνείες, ενώ η διατύπωση του νομοσχεδίου είναι αόριστη και ασαφής». Όλες οι αλυσίδες, πάντως, που συμμετείχαν στη διαβούλευση, ζητούν να εξαιρεθούν ρητά τα κατεψυγμένα τρόφιμα.

Από την πλευρά τους, τα Επιμελητήρια προτείνουν τον προσδιορισμό των προϊόντων που μεταποιούνται από γεωργικά ευαλλοίωτα προϊόντα να αναλάβει ειδική επιτροπή, στην οποία θα συμμετέχουν εκπρόσωποι του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, του υπουργείου Ανάπτυξης, των βιομηχανικών συνδέσμων (ΣΕΒ, ΣΒΕ) και των σούπερ μάρκετ.

Κρίσιμο σημείο να αποσαφηνιστεί η έννοια της εξόφλησης από τον νομοθέτη

Η εξόφληση των προμηθευτών εντός 30 ή 60 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας παράδοσης ή από την ημερομηνία καθορισμού του καταβλητέου ποσού για την προθεσμία παράδοσης, ανάλογα με το αν πρόκειται για ευαλλοίωτα ή άλλα γεωργικά προϊόντα/τρόφιμα αντίστοιχα, είναι από τις πιο σημαντικές προβλέψεις του νομοσχεδίου.

Φαίνεται όμως ότι η έννοια της εξόφλησης δεν είναι σε όλους απολύτως ξεκάθαρη. Η ΑΒ Βασιλόπουλος πιθανολογεί ότι ο «ο νομοθέτης αναφέρεται σε εξόφληση τοις μετρητοίς ή με ισοδύναμο τρόπο», ζητά ωστόσο να δοθούν περισσότερες διευκρινίσεις, ειδάλλως τίθεται το ερώτημα «εάν εξόφληση θεωρείται και η παράδοση μεταχρονολογημένων επιταγών». Οι ΜΕΤΡΟ και Δ. Μασούτης, από την άλλη, θεωρούν ότι ως εξόφληση θα πρέπει να θεωρείται και η παράδοση μεταχρονολογημένης επιταγής στην οποία, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η δεύτερη, «στηρίζεται σήμερα όλη η αγορά».

Χωριστά τιμολόγια για ευαλλοίωτα

Είναι πάντως γεγονός ότι τα χρονοδιαγραμμάτα που προβλέπει ο νόμος δημιουργούν μια σειρά από διαχειριστικά και λογιστικά ζητήματα, τα οποία δεν αφορούν μόνο τους αγοραστές. Όπως επισημαίνουν η ΚΕΕ και το ΕΒΕΘ, «η εκκαθάριση σε 30 ημέρες δημιουργεί ζητήματα προσαρμογής για τους προμηθευτές, κυρίως τους μικρούς, διότι θα πρέπει να εκδίδονται χωριστά τιμολόγια για όσα πληρώνονται στις 30 ημέρες, να εκδίδονται μέσα στο ίδιο διάστημα τα πιστωτικά, να γίνεται εκκαθάριση επιστροφών, τυχόν οφειλών του προμηθευτή για διαφήμιση, προωθητικές ενέργειες κ.λπ.

Συνεπώς, είναι πρακτικά αδύνατη η ημερήσια εκκαθάριση, αλλά αυτή θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι θα γίνεται π.χ. σε μηνιαία βάση, χωρίς να θίγεται η προθεσμία των 30 ημερών από την έκδοση του τιμολογίου».

Η Δ. Μασούτης σημειώνει ότι «οι προμηθευτές θα πρέπει να εκδίδουν χωριστά τιμολόγια για τα προϊόντα που θα πληρώνονται στις 30 ημέρες, το περιθώριο δε αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι είναι πολύ στενό, για να μπορεί να γίνει εντός αυτού και η εκκαθάριση των απαιτήσεων που έχει ο αγοραστής από τον προμηθευτή» και προσθέτει: «Η ημερήσια εκκαθάριση είναι αδύνατη πρακτικά. Αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι η μηνιαία εκκαθάριση όλων των παραστατικών με τήρηση της πληρωμής στις 30 ημέρες».

Η ΑΒ Βασιλόπουλος, από την πλευρά της, προτείνει «να προβλεφθεί υποχρέωση των αγοραστών να προβαίνουν σε μηνιαία εκκαθάριση, η δε προθεσμία των 30 ή 60 ημερών αντίστοιχα να αρχίζει μετά τη μηνιαία εκκαθάριση». Κατά τη ΜΕΤΡΟ, «πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η πάγια συναλλακτική διαδικασία μεταξύ προμηθευτών και αγοραστών περιλαμβάνει λογιστικές εκκαθαρίσεις των εκατέρωθεν εκδοθέντων παραστατικών σε τακτική βάση, προκειμένου να καταστεί σαφές ποιο ακριβώς είναι το αληθώς οφειλόμενο και πληρωτέο ποσό προς τον προμηθευτή».

Θα πρέπει, επομένως, «να διευκρινιστεί ότι η ανωτέρω εκκαθάριση όλων των απαιτήσεων και ανταπαιτήσεων μεταξύ προμηθευτών και αγοραστών θα μπορεί να γίνεται εντός 30 ημερών από την έκδοση και αποδοχή εκάστου παραστατικού, χρόνος ο οποίος είναι απολύτως αναγκαίος για την έκδοση των φορολογικών παραστατικών και την εκκαθάρισή τους.

Καμιά πώληση χωρίς δέσμευση για το αντίτιμο

Το προωθούμενο νομοσχέδιο έχει ως σκοπό την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2019/633. Ωστόσο, στο Άρθρο 3, Παρ. 1ι, έχει γίνει προσθήκη ακόμα μιας «αθέμιτης πρακτικής», η οποία δεν περιλαμβάνεται στην κοινοτική οδηγία και συγκεντρώνει τα πυρά των λιανεμπόρων. Ειδικότερα, ως αθέμιτη πρακτική λογίζεται όταν «ο αγοραστής δεσμεύει τον πωλητή, εγγράφως ή προφορικώς, να του πωλήσει ποσότητες προϊόντων του χωρίς ταυτόχρονα να δεσμεύεται ο αγοραστής για την τιμή αγοράς τους».

Από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης επισημαίνεται ότι στόχος της συγκεκριμένης διάταξης είναι να μπει φρένο στην τακτική των «ανοιχτών τιμών». Σύμφωνα, ωστόσο, με την ΑΒ Βασιλόπουλος, σε γεωργικά προϊόντα με μεγάλη και συχνή διακύμανση του κόστους, ακόμα και καθημερινά, ανάλογα με την εποχικότητα του είδους, «δεν είναι δυνατός ο εκ των προτέρων καθορισμός της τιμής αγοράς και η συνεπακόλουθη δέσμευση του αγοραστή (αλλά και του προμηθευτή) ως προς αυτή». Εφόσον, δε, παραμείνει η διάταξη, ζητά να αφορά «έγγραφες και μόνο συμφωνίες», οι οποίες θα αφορούν την «πώληση ορισμένων ή ελάχιστων ποσοτήτων».

Από την πλευρά της, η ΜΕΤΡΟ υποστηρίζει ότι «δεν είναι δυνατή η δέσμευση του αγοραστή για συγκεκριμένη τιμή αγοράς», διότι η τιμή που συμφωνείται σε βάθος χρόνου «είναι προφανώς κυμαινόμενη και εξαρτάται από πολλαπλούς παράγοντες της αγοράς, η οποία έχει δυναμικό χαρακτήρα». Διαβλέπει μάλιστα κίνδυνο «τεχνητής διατίμησης και χειραγώγησης της τιμής αγοράς των προϊόντων αυτών από πλευράς προμηθευτών».

Τέλος, η Μασούτης ζητά να δοθούν διευκρινίσεις για τις συναλλαγές που αφορά η εν λόγω διάταξη, καθώς και να εξαιρεθούν «περιπτώσεις έγγραφης συμφωνίας και προϊόντων με μεγάλη διακύμανση τιμής».