Τόπος ευλογημένος, με πλούσιο γεωγραφικό ανάγλυφο, η Κρήτη αποτελούσε ανέκαθεν ακρογωνιαίο λίθο της γεωργικής και κτηνοτροφικής δραστηριότητας της χώρας μας. Τα παραδείγματα που καταδεικνύουν τη δεσπόζουσα θέση της στον πρωτογενή τομέα είναι πολλά. Η «καρδιά» της παραγωγής των κηπευτικών και των θερμοκηπιακών καλλιεργειών της χώρας χτυπά εδώ και δεκαετίες σε Λασίθι και Ηράκλειο, με οικονομικά αποτελέσματα και εξωστρέφεια που δύσκολα συναντά κανείς σε άλλες αγροτικές δραστηριότητες. Αρκετά είναι, ωστόσο, και τα αναπτυξιακά και δομικά ζητήματα που δεν έχουν επιλυθεί και δυσκολεύουν την καθημερινότητα του Κρητικού παραγωγού. Το υποβαθμισμένο οδικό δίκτυο είναι μόνο ένα από τα παραδείγματα των ελλείψεων από τις οποίες υποφέρει ο αγρότης. Την ίδια στιγμή, το διαρκώς αυξανόμενο κόστος των γεωργικών εισροών πλήττει με μεγαλύτερη ένταση τη Μεγαλόνησο: Με πρόσβαση μόνον από αέρα και θάλασσα, πληρώνει το τίμημα της γεωγραφικής της θέσης και επωμίζεται το υψηλό κόστος των μεταφορών, που επιφέρει επιβαρύνσεις στο αγροτικό πετρέλαιο και στις ζωοτροφές.

Σημαντικά τα προβλήματα, μεγαλύτερες οι δυνατότητες

Στις παραπάνω αντιξοότητες ήρθαν να προστεθούν και οι σημαντικές αλλαγές στις κλιματολογικές συνθήκες, που χτυπούν τα τελευταία χρόνια με πρωτοφανή ένταση και διάρκεια την αγροτική παραγωγή του νησιού. Χαρακτηριστικότερα όλων τα παραδείγματα της ξηρασίας, που αφήνει βαθύ το αποτύπωμά της στην ελαιοπαραγωγή του νησιού, ενώ πλήττει σημαντικά και τα αμπέλια, αλλά και μια σειρά από άλλες καλλιέργειες. Ουδείς, τέλος, δεν μπορεί να αγνοήσει το πρόβλημα του μικρού και πολυτεμαχισμένου κρητικού κλήρου, διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, που μειώνει την ανταγωνιστικότητα των εκμεταλλεύσεων.

Στον αντίποδα, ο τόπος αυτός, με τη σπουδαία γεωστρατηγική θέση και το απαράμιλλης αξίας και ομορφιάς φυσικό τοπίο, έχει να επιδείξει την πρωτοπορία του στην παραγωγή προϊόντων με αξιοζήλευτα χαρακτηριστικά, που προέρχονται από οικοσυστήματα υψηλής περιβαλλοντικής και διατροφικής αξίας. «Κλειδί» για την αναπτυξιακή πορεία της Κρήτης μπορεί να αποτελέσει ο τουρισμός, ο οποίος παρά την όχι πάντοτε ορθολογική αξιοποίησή του, αποτελεί καταλύτης για την περαιτέρω απορρόφηση της αγροτικής παραγωγής. Τέλος, δεν θα πρέπει να λησμονεί κανείς τη δυναμική που διαθέτει σε επίπεδο ερευνητικού και επιστημονικού προσωπικού. Εφόσον στηριχθεί, μπορεί να προσφέρει στο πολλαπλάσιο πολύτιμες υπηρεσίες, σε έναν πρωτογενή τομέα που καλείται να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις του διεθνούς ανταγωνισμού. Αποτελεί, άλλωστε, κοινή παραδοχή ότι το τρίπτυχο έρευνας, ποιότητας και καινοτομίας θα επιτρέψει στην αγροτική παραγωγή της Κρήτης να πραγματοποιήσει όχι απλώς βήματα, αλλά άλματα.

Παραγωγικό σχέδιο με καινοτομία και εξωστρέφεια, απαιτείται η βούληση

Με αναφορές στη μεγάλη αναγκαιότητα σύνδεσης τουρισμού και πρωτογενούς παραγωγής, καθώς και σε μια σειρά παρεμβάσεις που αφορούν σε μεγάλο βαθμό την αγροτική ανάπτυξη και την ύπαιθρο, πρόσφατα δημοσιευθέν χωροταξικό πλαίσιο της περιφέρειας δίνει το στίγμα της επόμενης μέρας για την Κρήτη. Ωστόσο, το σημαντικό ερώτημα που τίθεται ακόμα και μέσω της (αυτο)κριτικής που γίνεται στο κείμενο, είναι εάν το νέο πλαίσιο θα υπηρετηθεί στην πράξη και δεν θα αποτελέσει ένα ακόμα ευχολόγιο ευσεβών προθέσεων.

Όπως αναφέρει μεταξύ άλλων το κείμενο, «η παραγωγική βάση της Κρήτης υστερεί σε ανάπτυξη και δεν εξελίσσεται με επαρκή δυναμισμό, επομένως η ανανέωση του παραγωγικού μοντέλου της περιφέρειας είναι αναγκαία περισσότερο από ποτέ». Σε ό,τι αφορά τον πρωτογενή τομέα, το περιφερειακό χωροταξικό πλαίσιο δίνει έμφαση στους εξής στρατηγικούς στόχους:

  • Ανασυγκρότηση του γεωργοπεριβαλλοντικού αγροτοδιατροφικού τομέα, προς την κατεύθυνση ανάπτυξης ενός σύγχρονου προτύπου αγροτικής οικονομίας και σύνδεσης της αγροτικής παραγωγής με τον ποιοτικό τουρισμό.
  • Ολοκλήρωση του συστήματος μεταφορών σε διαπεριφερειακό και ενδοπεριφερειακό επίπεδο και στη λειτουργική του σύνδεση με τις μεγάλες διεθνείς θαλάσσιες λεωφόρους.
  • Αλλαγή του προτύπου κατανάλωσης του χώρου, με περιορισμό της άμετρης κατανάλωσης γης που πραγματοποιείται εις βάρος γεωργικών και δασικών εκτάσεων.

Η εξωστρέφεια δείχνει τον δρόμο

Τις μεγάλες δυνατότητες του πρωτογενούς τομέα επιβεβαιώνουν και οι εκτιμήσεις της περιφέρειας, καθώς εκτιμάται ότι η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του θα διαμορφωθεί το 2021 σε 10,4%, έναντι 6,5% που βρισκόταν το 2010, ενώ επίσης προβλέπεται άνοδος 2% στη μεταποίηση τροφίμων – ποτών και 1% στους συνδεδεμένους κλάδους (κυρίως μεταφορές, αποθηκεύσεις, χονδρεμπόριο). Αξίζει ακόμα να αναφερθεί ότι ένας από τους πλέον ανακάμπτοντες κλάδους θα είναι ο αγροδιατροφικός, όπου μεταξύ 2011 και 2031 προβλέπονται 53.400 θέσεις απασχόλησης.

Καθοριστικό ρόλο στα παραπάνω αναμένεται, όπως περιγράφεται στο νέο πλαίσιο, να διαδραματίσει η εξωστρέφεια που χαρακτηρίζει σημαντικούς τομείς της οικονομίας της Κρήτης. Τόσο ο τουρισμός, που συγκεντρώνει το 31% της απασχόλησης, όσο και η αγροτική παραγωγή, που συγκεντρώνει το 49% της απασχόλησης και εξακολουθεί να απευθύνεται στις διεθνείς αγορές, αποτελούν τους δύο αναπτυξιακούς πυλώνες για τον παραγωγικό τομέα.

Αγροτικός Συνεταιρισμός Χανίων
ΦΩΤΟ: Αγροτικός Συνεταιρισμός Χανίων

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που στο νέο πλαίσιο δίνεται μεγάλη βαρύτητα στη σχέση πρωτογενούς τομέα και εξωστρέφειας. Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, οι νέες προσπάθειες για την ολοκληρωμένη ένταξη της περιφέρειας στο σύνολο των χωρικών συστημάτων που την περιβάλλουν, οφείλουν στο εξής να έχουν εντονότερο παρεμβατικό χαρακτήρα από την έως σήμερα ασκούμενη πολιτική και απαιτούν ενίσχυση της πολιτικής εξωστρέφειας, όπως αυτή άρχισε να αναπτύσσεται με περιορισμένα ακόμη αποτελέσματα την τελευταία περίοδο:

  • Εξειδικεύονται, εμπλουτίζονται και ενισχύονται οι πολιτικές συνεργασίας, οι πολιτιστικές ανταλλαγές, οι εξαγωγές προϊόντων, η ανταλλαγή τεχνογνωσίας, ο ποιοτικός και θεματικός τουρισμός και η εξωστρέφεια των επιχειρήσεων. Τέτοιες πολιτικές συνοδεύονται από χωρικές δράσεις και προωθείται η αποτελεσματική υλοποίηση των υπερτοπικής εμβέλειας απαιτούμενων υποδομών.
  • Επαναπροσδιορίζεται, όπου απαιτείται, ο ειδικός ρόλος όχι μόνον των σημαντικών, αλλά και των μικρότερων οικιστικών κέντρων της Κρήτης, τα οποία εμπλουτίζονται με κατάλληλες υποστηρικτικές υποδομές, ώστε να εντάσσονται οργανικά στα διευρωπαϊκά δίκτυα συνεργασίας και να δημιουργούνται πλέγματα, τα οποία καθιστούν τον χώρο συνολικά ελκυστικό, με άξονες αναφοράς την έρευνα και τεχνολογία, τον πολιτισμό, την παραγωγή και πιστοποίηση γεωργοπεριβαλλοντικών προϊόντων, το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, τον ποιοτικό τουρισμό.
  • Προωθείται η ανάπτυξη των δύο συνεργαζομένων τομέων του τουρισμού και της γεωργίας, με κατάλληλα μέτρα χωροταξικής και περιβαλλοντικής πολιτικής, ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στον ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο και τις ρυθμίσεις στον τομέα των πολιτικών ανταγωνισμού και με τη στήριξη της Αγροτοδιατροφικής Σύμπραξης Κρήτης. Δημιουργούνται πλέγματα και αναπτύσσονται διασυνδέσεις μεταξύ επιλεγμένων κλάδων (αγροτοδιατροφικό, πολιτιστικο-τουριστικό, περιβαλλοντικό και σύμπλεγμα της γνώσης) και οργανώνονται διακρατικές επιχειρηματικές δράσεις για τη σύνδεση της παραγωγής, της τυποποίησης και της μεταποίησης γεωργο-περιβαλλοντικών προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας, του ποιοτικού τουρισμού και των αξιών του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.

Ενέργεια και πρωτογενής τομέας

Από το νέο πλαίσιο δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι αναφορές στην ενέργεια, σε σχέση με την αγροτική δραστηριότητα. Όπως αναφέρεται, «επιδιώκεται η κατ’ αρχήν χωροθέτηση των εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας προς πώληση από ΑΠΕ στην ευρύτερη ζώνη των τριών ενεργειακών κόμβων της Κρήτης, στις κεφαλές των μεγάλων φραγμάτων, που μπορούν να συνοδεύονται στο μέλλον από έργα αντλησιοταμίευσης κ.λπ. Συγχρόνως, στηρίζονται κατά προτεραιότητα οι δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και τα συστήματα αυτοπαραγωγής ή παραγωγής ενέργειας μικρής κλίμακας, που δημιουργούν συνείδηση παραγωγού ενέργειας στον καταναλωτή.

Έλληνες επιστήμονες μελετούν τους γεωλογικούς κινδύνους στην ΚρήτηΕκτιμάται, επίσης, ότι θα υλοποιούνται εγκαταστάσεις αξιοποίησης όλων των μορφών ΑΠΕ (ενεργειακή αξιοποίηση των αστικών απορριμμάτων και υπολειπόμενης βιομάζας- βιορευστών, μικρά υδροηλεκτρικά κ.λπ.) και πως θα πραγματοποιηθεί σύνδεση των μεταφορών με ενεργειακές παραμέτρους (προώθηση της ηλεκτροκίνησης), καθώς και θα υλοποιηθούν πιλοτικές εφαρμογές πολλαπλού σκοπού, όπως η άντληση – ταμίευση νερών με χρήση ΑΠΕ και συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής, η εγκατάσταση μονάδων αποθήκευσης κ.λπ. Μονάδες παραγωγής ενέργειας από βιομάζα – βιοαέριο – βιορευστά θα χρησιμοποιούν αποκλειστικά πρώτη ύλη που παράγεται στην Κρήτη.

Παρεμβάσεις για την ύπαιθρο, την κτηνοτροφία και την αλιεία

 Στην ενότητα που παρατίθενται οι «βασικοί άξονες και πόλοι ανάπτυξης», αναφέρεται ότι επαναπροσδιορίζεται το ήδη πολυκεντρικό πρότυπο χωρικής ανάπτυξης, με την εξειδίκευση του ειδικού ρόλου όχι μόνον των σημαντικών πόλεων της Κρήτης, αλλά και των μικρότερων οικιστικών κέντρων, με συναφείς υποστηρικτικές υποδομές. Στόχος θα είναι να δημιουργούνται πλέγματα, με σκοπό να υποστηρίξουν τη νέα σχέση συνεργασίας πόλεων και υπαίθρου και να καταστήσουν τον χώρο συνολικά ελκυστικό, με άξονες αναφοράς την έρευνα και τεχνολογία, τον πολιτισμό, την παραγωγή και πιστοποίηση γεωργο-περιβαλλοντικών προϊόντων, το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, τον ποιοτικό τουρισμό. Σημαντική είναι και η αναφορά που αφορά τις χωροταξικές παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα όπου, μεταξύ άλλων:

  • Ορίζονται ζώνες αναζήτησης της «γεωργικής γης πρώτης προτεραιότητας». Αυτές θα περιλαμβάνουν εκτάσεις με αρδευτικά δίκτυα και με θερμοκήπια, τις αρδευόμενες με άλλα μέσα εκτάσεις αλλά και τις μη αρδευόμενες, τους αμπελώνες, τους ελαιώνες, τις εκτάσεις με σύνθετα συστήματα καλλιέργειας, τις εκτάσεις με οπωροφόρα δέντρα, καθώς και τις φυτείες με σαρκώδεις καρπούς.
  • Προωθείται η σταδιακή στροφή της παραγωγής προς γεωργο-περιβαλλοντικά /βιολογικά προϊόντα υψηλής ποιότητας, με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και της ποικιλίας των μικροκλιμάτων κάθε περιοχής και η αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την εκτεταμένη χωρικά γεωργική δραστηριότητα που, όπως ασκείται έως σήμερα –με υπερβολική έως αλόγιστη χρήση λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και απολυμαντικών, με προώθηση των θερμοκηπίων και των υποτροπικών, με όρους που επιβάλλουν υπερβολική κατανάλωση ποσοτήτων νερού–, αποτελεί από τις σοβαρότερες αιτίες υποβάθμισης του περιβάλλοντος.
  • Προτείνεται η θεσμοθέτηση, από τους αρμόδιους φορείς και σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ζωνών ελεγχόμενης και εναλλασσόμενης βόσκησης και προβλέπεται δέσμη μέτρων για την αντιμετώπιση της υπερβόσκησης, από την κτηνοτροφική δραστηριότητα της αιγοπροβατοτροφίας. Από τα υποκείμενα επίπεδα σχεδιασμού χωροθετούνται ζώνες αναζήτησης «κτηνοτροφικής γης πρώτης προτεραιότητας», όπου θα μπορεί να καλλιεργούνται και κτηνοτροφικά φυτά.
  • Προωθείται ο εκσυγχρονισμός των σημαντικών κτηνοτροφικών μονάδων, με στόχο να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις από την ανεπαρκή διαχείριση των αποβλήτων τους. Επιπλέον επιδιώκεται η ιδιαίτερα περιορισμένη σήμερα ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της παραδοσιακής αλιείας, μέσω και της ένταξής της στο εμπλουτισμένο τουριστικό προϊόν, όσο και των υδατοκαλλιεργειών.