Λ. Αυγενάκης και Δ. Καιρίδης στο αγροτικό προσκήνιο

Δύο είναι τα ζητήματα της πολιτικής επικαιρότητας που συνδέονται και με τον αγροτικό χώρο την περίοδο αυτή.

Το πρώτο αφορά τη στάση του Λ. Αυγενάκη στις περιφερειακές εκλογές της Θεσσαλίας και το ζήτημα της στήριξης του Κ. Αγοραστού. Μία στήριξη, από την οποία προσπάθησε να απεμπλακεί αργά το βράδυ των εκλογών στις τηλεοπτικές εκπομπές, όταν πλέον το αποτέλεσμα και η μεγάλη νίκη του Δ. Κουρέτα είχαν κριθεί. Όμως, μάλλον ήταν αργά, καθώς:

Αφενός, ο πρωθυπουργός την επομένη των εκλογών κάλεσε στο γραφείο του μόνο τον Δ. Κουρέτα από τους 13 νεοεκλεγέντες περιφερειάρχες όλης της χώρας.

Αφετέρου, οι αναφορές του Κυρ. Μητσοτάκη στο προχθεσινό Υπουργικό Συμβούλιο ήταν ιδιαίτερα δεικτικές, όταν είπε ότι οι κάλπες μετά τις θεομηνίες «έκριναν πρόσωπα, έργα και συμπεριφορές», ή ότι η κυβέρνηση δεν «κοιτάζει την κομματική προέλευση των περιφερειαρχών», αλλά, αντίθετα, λειτουργεί «με λόγο ενωτικό και κατανοητό, χωρίς ακρότητες, χωρίς έπαρση», ολοκληρώνοντας την εισαγωγική του τοποθέτηση, λέγοντας ότι «ο σοφός ελληνικός λαός έχει μια ωραία φράση, που λέει ότι πρώτα να βουτάμε τη γλώσσα μας στο μυαλό μας και μετά να μιλάμε».

Τα όσα συνέβησαν τις επόμενες ώρες, δηλαδή η ακύρωση της συνάντησης του Θεσσαλού περιφερειάρχη με τον υπουργό ΑΑΤ, καθώς είχε συναντηθεί με τον πρωθυπουργό, ή το περιεχόμενο της συνάντησης του Λ. Αυγενάκη χθες, Πέμπτη, στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Ακ. Σκέρτσο για να συζητήσουν –όπως διαρρέεται από κύκλους του ΥΠΑΑΤ– την πορεία υλοποίησης των προτεραιοτήτων του υπουργείου όπως αυτές περιγράφονται στον μπλε φάκελο του υπουργού, είναι μάλλον φυσικά επακόλουθα.

Το δεύτερο ζήτημα πολιτικής επικαιρότητας των τελευταίων ημερών, που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο, είναι η αφαίρεση της νομοθετικής πρωτοβουλίας Δ. Καιρίδη από το προχθεσινό Υπουργικό Συμβούλιο. Μια πρωτοβουλία, που αφορούσε τη νόμιμη απασχόληση των μεταναστών, οι οποίοι βρίσκονται ήδη παράνομα στη χώρα μας και εργάζονται στον πρωτογενή τομέα και, όταν τους δίνεται η ευκαιρία, φεύγουν από την Ελλάδα για χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Πρόκειται για ζήτημα ύψιστης σπουδαιότητας, το οποίο αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερο σκεπτικισμό και από στελέχη του κυβερνώντος κόμματος.

Με άλλα λόγια, αναμένουμε ενδιαφέρουσες εξελίξεις το επόμενο διάστημα.