Λάβρες κατά του Nutriscore oι ελληνικές βιομηχανίες κρέατος

των Τάνιας Γεωργιοπούλου, Μαρίας Αντωνίου

Στη σωρεία των αντιδράσεων που έχουν ήδη εκφραστεί από παραγωγικούς φορείς για το σύστημα επισήμανσης τροφίμων Nutri-score, το οποίο συζητείται να υιοθετηθεί σε επίπεδο ΕΕ, έρχονται να προστεθούν και αυτές του κλάδου κρέατος.

Επιστήμονες και τεχνοκράτες του Ινστιτούτου Προϊόντων Κρέατος, αλλά και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Επεξεργασίας Κρέατος (ΣΕΒΕΚ) εκφράζουν την πλήρη αντίθεσή τους στην υποχρεωτική εφαρμογή του συστήματος, βασιζόμενοι στα πορίσματα πρόσφατης έρευνας για τις επιπτώσεις του στα προϊόντα του κλάδου.

Το συγκεκριμένο σύστημα απεικονίζει σε ετικέτα με χρώματα και γράμματα του λατινικού αλφαβήτου (A, B, C, D, E), το πόσο «υγιεινό» είναι ένα τρόφιμο, προσμετρώντας συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όπως τα λιπαρά, τα σάκχαρα, τις πρωτεΐνες, το αλάτι και τις φυτικές ίνες. Ωστόσο, αδικεί φανερά κάποια τρόφιμα με πλέον χαρακτηριστικό το παράδειγμα του εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου, που κατατάσσεται στην ίδια κατηγορία με ορισμένα… επώνυμα αναψυκτικά.

Στη σχετική συζήτηση, που οργάνωσε πρόσφατα ο ΣΕΒΕΚ, ο χημικός τροφίμων Βασίλειος Τσουκαλάς σημείωσε ότι «η επικρατούσα άποψη διεθνώς είναι ότι στον καταναλωτή θα πρέπει, πέραν της κλασικής διατροφικής ποιότητας, να παρέχεται και η δυνατότητα εκτίμησης του βαθμού που ένα τρόφιμο επηρεάζει την υγεία του». Για αυτό, όμως, απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση των διαθρεπτικών του στοιχείων σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες. «Το συγκεκριμένο σύστημα παραλείπει να λάβει υπόψη επιμέρους στοιχεία που διαμορφώνουν την πραγματική διατροφική αξία, με αποτέλεσμα να μην αποτυπώνεται στην τελική συσκευασία η πραγματική διατροφική του ποιότητα», επισημαίνει ο κ. Τσουκαλάς.

Ο ίδιος εξηγεί ότι ένα σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει «να συνδυάζει τα κριτήρια για τους εγκεκριμένους ισχυρισμούς υγείας με τα κριτήρια των διατροφικών ισχυρισμών, ώστε να μην εμφανίζονται π.χ. ισχυρισμοί υγείας σε “ανθυγιεινά” προϊόντα». Το Nutri-score μπορεί να βοηθά στην σύγκριση ομοειδών τροφίμων, αλλά «δεν συμπεριλαμβάνει σημαντικές παραμέτρους όπως αυτές των συντηρητικών και των ουσιών που μπορούν να μετασχηματιστούν, ούτε απεικονίζει τη σχέση ανάμεσα στη διατροφική ποιότητα και στην επεξεργασία ή την παρουσία προσθέτων».

«Η υπεραπλούστευση επιλογής τροφίμων με χρωματική προσέγγιση ίσως να διευκολύνει τον καταναλωτή, τον απομακρύνει όμως, μακροπρόθεσμα, από την κριτική προσέγγιση και τον ωθεί σε μια μηχανιστική διαδικασία στην οποία την κρίση του αντικαθιστά ένας αλγόριθμος. Ένας αλγόριθμος, ο οποίος κλείνει το μάτι σε επεξεργασμένα και υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα και παραλείπει να αξιολογεί όλες τις διαστάσεις ενός τροφίμου», καταλήγει ο κ. Τσουκαλάς.

Εξαιρούν το ελαιόλαδο οι Ισπανοί

Αρκετές χώρες, όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ελβετία, η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν ήδη υιοθετήσει το Nutri-score για προαιρετική χρήση, ενώ άλλες, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Σουηδία και η Φινλανδία έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι, παρά τον προαιρετικό του χαρακτήρα, αρκετές αλυσίδες του εξωτερικού έχουν αρχίσει να το ζητούν ως προαπαιτούμενο.

Ένας τρόπος να ξεπεραστεί αυτό το ζήτημα ενδεχομένως να είναι η συνεννόηση με τους υπόλοιπους κρίκους της εφοδιαστικής αλυσίδας. Όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα η ισπανική κυβέρνηση, επιτεύχθηκε συμφωνία με τους διανομείς ώστε το κίτρινο C με το οποίο «βαθμολογείται» το ελαιόλαδο να μην τοποθετείται στις φιάλες ισπανικού ελαιολάδου, εξέλιξη που έτυχε θερμής υποδοχής από αγροτικές οργανώσεις, αλλά και τις βιομηχανίες του κλάδου.

Μάλιστα, ο πρόεδρος της τοπικής Διεπαγγελματικής, Pedro Barato, ανέφερε ότι η Διεπαγγελματική υποστηρίζει πρωτοβουλίες ενημέρωσης και εκπαίδευσης των καταναλωτών, εκτιμώντας πως «οποιαδήποτε σύσταση που βασίζεται σε επιστημονικά στοιχεία θα δώσει στο ελαιόλαδο πρωταρχικό ρόλο ως ο κύριος συντελεστής λίπους σε μια ισορροπημένη διατροφή».