Η μεταποίηση ανοίγει δρόμους σε παραγωγούς ξηρών καρπών

Υπεραξία σε φιστίκι, αμύγδαλο και φουντούκι δίνει η καθετοποίηση

Η μεγάλη άνοδος στην κατανάλωση χορτοφαγικών (vegan και vegetarian) προϊόντων και γενικότερα η στροφή στην υγιεινή διατροφή φαίνεται ότι ανοίγουν νέες προοπτικές σε αρκετούς παραγωγούς που καλλιεργούν ακρόδρυα, ιδίως σε όσους έχουν προχωρήσει στο στάδιο της μεταποίησης του αμυγδάλου, του φουντουκιού και της αραχίδας.

Όπως τονίζουν στην «ΥΧ» αγρότες-μεταποιητές, με τις τιμές για τους ξηρούς καρπούς να βρίσκονται σε διακύμανση κάθε χρονιά και τους ίδιους να ζουν σε καθεστώς αβεβαιότητας για τη διάθεση της παραγωγής τους, οι νέες καταναλωτικές τάσεις τους έδωσαν διέξοδο και άνοιξαν πόρτες σε νέες αγορές.

Ο παραγωγός Ανδρέας Φαρδής, εδώ και σχεδόν τρία χρόνια, διατηρεί με τον αδελφό του σε χωριό της Θεσσαλονίκης την οικοτεχνία Cicamon στην οποία μεταποιεί τους ξηρούς καρπούς που οι ίδιοι καλλιεργούν με δέντρα που βρήκαν από τον παππού τους. 

Ο ίδιος έχει σπουδάσει διαιτολογία και αντιλήφθηκε άμεσα τη στροφή των καταναλωτών προς πιο υγιεινά διατροφικά πρότυπα, γι’ αυτό και στράφηκε από την παραγωγή και την πώληση των ξηρών καρπών ως πρώτη ύλη στη μεταποίηση.

«Τα προϊόντα vegan έχουν ιδιαίτερα μεγάλη ζήτηση, υπάρχει ισχυρή τάση, τη στιγμή μάλιστα που λέγεται πως η Αθήνα είναι η τρίτη πόλη πανευρωπαϊκά σε κατανάλωση τέτοιων προϊόντων», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Φαρδής και επισημαίνει ότι, λόγω της αυξημένης κατανάλωσης, η μονάδα του καλύπτει οριακά τις ανάγκες της αγοράς.

Αλείμματα και άλευρα

Με στόχο η παραγωγή να ακουμπήσει τις ανάγκες του σύγχρονου καταναλωτή, οι κυριότερες μεταποιήσεις που γίνονται στους ξηρούς καρπούς είναι αυτές των διάφορων αλειμμάτων, πιο γνωστών με την ονομασία «φυτικά βούτυρα», αλλά και αλεύρων. Όπως τονίζει ο κ. Φαρδής, έχουν μεγάλη διατροφική αξία επειδή περιέχουν καλά μονοακόρεστα λιπαρά.

«Ό,τι πρώτη ύλη υπάρχει από φιστίκι, αμύγδαλο και φουντούκι τα κάνουμε μεταποίηση με ιδιαίτερο τρόπο και χωρίς θερμική επεξεργασία. Τα προϊόντα έχουν τη μορφή της πάστας, δεν περιέχουν βούτυρο, αλλά ονομάστηκαν έτσι από τον ΕΦΕΤ γιατί αλείφονται», εξηγεί.

Ιδιαίτερη διατροφική τάση υπάρχει και στη μεταποίηση του αμυγδάλου σε μορφή αλεύρου (πούδρα). Σύμφωνα με τον Ιωάννη Αδαμίδη, παραγωγό και ιδιοκτήτη της επιχείρησης «Αμύγδαλα Σερρών», η ζήτηση είναι μεγάλη λόγω των νέων καταναλωτικών συνηθειών.

«Πουλούσαμε τα προϊόντα μας σε εξευτελιστικές τιμές και ανάλογα με τις διαθέσεις των εμπόρων. Είχα ανοιχτό μυαλό, τόλμησα να στραφώ στη μεταποίηση του αμυγδάλου, βρήκα ‘‘κανάλι’’ για να προμηθεύσω τα προϊόντα και γίνεται χαμός από τη ζήτηση που έχουν», τονίζει στην «ΥΧ».

Προτιμάται, λόγω τιμής, το φιστικοβούτυρο

Για την παρασκευή ενός κιλού καθαρής αμυγδαλόπαστας απαιτούνται 1.250 γραμμάρια καθαρισμένου αμυγδάλου, ενώ για αλεύρι αμυγδάλου ίσες ποσότητες. Η επεξεργασία τους είναι παραδοσιακή σε πετρόμυλο, αφού πρώτα μπει σε θάλαμο και μείνει αρκετές ώρες για να φύγει η υγρασία.

Σε ό,τι αφορά τις προτιμήσεις των καταναλωτών, ο κ. Φαρδής υπογραμμίζει ότι «βασιλιάς» είναι το φιστικοβούτυρο λόγω της χαμηλότερης τιμής του έναντι των άλλων προϊόντων, γευστικά όμως κερδίζει η φουντουκόπαστα, γιατί θυμίζει γνωστό άλειμμα σοκολάτας, ενώ χρησιμοποιείται για δεκάδες άλλες παρασκευές.

«Ένα στρέμμα μάς δίνει γύρω στα 400 κιλά φιστίκια, οπότε στη χονδρική για εμάς ένα κιλό φιστικοβούτυρο έχει 5,50 ευρώ. Αντίστοιχα, ένα στρέμμα φουντούκια καθαρή ψίχα μπορεί να δώσει περίπου 150 κιλά. Αυτό σημαίνει ότι ένα κιλό φουντουκόπαστα έχει 13,50 ευρώ, ανάλογα πάντα και με τη συγκομιδή που έχουμε», επισημαίνει ο ιδιοκτήτης της Cicamon.

Αντίστοιχα, όπως λέει ο κ. Αδαμίδης, ένα κιλό αλεύρι αμυγδάλου κοστίζει 12 ευρώ το κιλό, ενώ το αμύγδαλο ως καρπός 10 ευρώ το κιλό.