Μίνιμουμ 170 ευρώ το στρέμμα αφήνει φέτος το σουσάμι

Αγγίζουν τα 210 κιλά οι στρεμματικές αποδόσεις στις πρώτες κοπές που έγιναν στον Αλμυρό

Κάτι παραπάνω από θετικό είναι το πρόσημο για τους παραγωγούς από τη Μαγνησία που έδωσαν φέτος ψήφο εμπιστοσύνης στο σουσάμι, συμμετέχοντας στο εγχείρημα αναβίωσης της καλλιέργειας υπό την «ομπρέλα» της Ελληνικά Βιοκαύσιμα των αδελφών Παυλίδη.

Από τις πρώτες κοπές που βρίσκονται σε εξέλιξη αυτό το διάστημα στον Αλμυρό Βόλου διαφαίνεται ότι οι αποδόσεις θα ξεπεράσουν τα 200 κιλά/στρέμμα, υπερβαίνοντας τον στόχο που είχε εξαρχής θέσει για τη φετινή χρονιά η εταιρεία.

Αν, μάλιστα, σκεφτεί κανείς ότι προ τριετίας, κατά τον αλωνισμό των πρώτων χωραφιών που είχαν σπαρθεί δοκιμαστικά, τα αντίστοιχα νούμερα κυμαίνονταν στα 90 κιλά/στρέμμα, γίνεται φανερή η απόσταση που έχει διανύσει το πρότζεκτ σε πολύ σύντομο διάστημα, μέσα από τη βελτίωση των καλλιεργητικών πρακτικών.

Τουλάχιστον 1,3 ευρώ η τιμή

«Τα αποτελέσματα είναι πέρα ως πέρα ενθαρρυντικά. Μέχρι στιγμής, κινούμαστε στα 205-210 κιλά/στρέμμα και, όσο προχωρά η συγκομιδή, βλέπουμε ότι υπάρχει προοπτική να πάμε ακόμα ψηλότερα», δηλώνει στην «ΥΧ» ο Σάββας Παυλίδης.

Με δεδομένη την εγγυημένη προσπαρτικά τιμή των 1,3 ευρώ/κιλό, οι αποδόσεις αυτές μεταφράζονται σε έσοδα περί τα 270 ευρώ/στρέμμα, από τα οποία, αν αφαιρεθεί το κόστος, που, συμπεριλαμβανομένης της άρδευσης, κυμαίνεται μεσοσταθμικά στα 100 ευρώ, προκύπτει ένα μίνιμουμ καθαρό εισόδημα της τάξης των 170 ευρώ/στρέμμα για τον παραγωγό.

Μάλιστα, το ποσό αυτό δεν αποκλείεται να είναι τελικά ακόμα μεγαλύτερο, εφόσον η τιμή αγοράς κλείσει σε υψηλότερα επίπεδα, κάτι που αναμένεται να οριστικοποιηθεί μέχρι το τέλος του μήνα.

«Μιλάμε για ένα κέρδος άκρως ανταγωνιστικό σε σχέση με άλλες μεγάλες δημοφιλείς καλλιέργειες, το οποίο, μάλιστα, λόγω της προσυμφωνημένης ελάχιστης τιμής, γνωρίζει πριν καν προχωρήσει στη σπορά ο παραγωγός, κάτι πολύ σημαντικό στις μέρες αβεβαιότητας που διανύουμε. Και όλα αυτά χωρίς καμιά βοήθεια μέσω επιδότησης ή κάποιας άλλης στήριξης από την πολιτεία», υπογραμμίζει με νόημα ο κ. Παυλίδης.

«Είναι στενάχωρο που, αντί να υποστηριχθεί ένα προϊόν το οποίο, εκτός από παρελθόν και παρόν, διαθέτει και μέλλον, ακούμε ότι το υπουργείο σχεδιάζει να ενισχύσει, μέσω της νέας ΚΑΠ, δήθεν ‘‘καινοτόμες’’ κι εν πολλοίς άγνωστες στη χώρα μας καλλιέργειες, όπως η κινόα, η μουκούνα, η τσια κ.ά. Αυτή, όμως, είναι η κατάσταση και αυτή καλούμαστε να διαχειριστούμε», προσθέτει.

Η αδιαφορία της πολιτείας πάντως σε καμία περίπτωση δεν ανατρέπει τον σχεδιασμό των αδελφών Παυλίδη, οι οποίοι, εισπράττοντας το πολύ έντονο ενδιαφέρον των αγροτών, σκοπεύουν να προχωρήσουν σε αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων τις επόμενες σεζόν, έχοντας πάντα κατά νου ότι οι ανάγκες της ελληνικής αγοράς καλύπτονται σήμερα σχεδόν αποκλειστικά από εισαγωγές.

«Ήδη, έχουμε ξεκινήσει τις σχετικές συζητήσεις με τους ενδιαφερόμενους αγρότες, ώστε, με μεθοδικότητα και με την κατάλληλη πάντα οργάνωση, να αρχίσουμε τα επόμενα χρόνια να προσεγγίζουμε τα στρέμματα που θα καλύψουν ένα σημαντικό κομμάτι της εγχώριας ζήτησης», σημειώνει ο κ. Παυλίδης.