Τα μυστικά για μια βιώσιμη φυτεία καρυδιάς

γράφουν οι Δρ. Μάνθος Ιωάννης, ερευνητής βαθμίδας Δ΄ Τμήμα Ακρόδρυων Βαρδατών Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης & Φυτογενετικών Πόρων και Δρ. Δήμος Ρούσκας, διατελέσας τακτικός ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ

Η Ελλάδα, με παραγωγή καρυδιών με κέλυφος περίπου 31.860 τόνους για το παραγωγικό έτος 2018 (FAOSTAT, 2018), είναι η τρίτη παραγωγός καρυδιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά τη Ρουμανία (56.053 τόνοι) και τη Γαλλία (37.347 τόνοι). Παρά την αξιόλογη παραγωγή καρυδιών, η Ελλάδα εισάγει καρύδια και κυρίως καρυδόψιχα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να καλύψει τις ανάγκες της σε καρύδια και καρυδόψιχα, στρέφεται στην αγορά κατώτερης ποιότητας καρυδιών από Πακιστάν, Κίνα, Ινδία, κ.λπ. Σημειώνεται ότι σε μεγάλο ποσοστό η καρυδόψιχα των ασιατικών χωρών είναι μέτριας έως απαράδεκτης (ταγγισμένη) ποιότητας. Η παγκόσμια παραγωγή δεν μπορεί να καλύψει τη ζήτηση, ειδικά σε καρύδια καλής ποιότητας και γι’ αυτό η ΕΕ παρουσιάζεται ελλειμματική.

Είναι μια δενδροκομική καλλιέργεια που παρουσιάζει σοβαρό οικονομικό ενδιαφέρον, δίνει στον παραγωγό μεγάλο χρονικό περιθώριο να οργανωθεί και να εμπορευθεί την παραγωγή του

Αν και η καλλιέργεια της καρυδιάς είχε απαξιωθεί στο πέρασμα των χρόνων, (ανεμβολίαστα δέντρα, διάσπαρτα, υπερβολική υλοτόμηση, μικρές εκμεταλλεύσεις, λαθεμένη επιλογή ποικιλιών κ.ά.), τα τελευταία χρόνια επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο με νέες πλαγιόκαρπες ποικιλίες με υψηλή παραγωγικότητα και πολύ καλή ποιότητα καρπού, με αποτέλεσμα οι προοπτικές για την περαιτέρω ανάπτυξή της να είναι πολύ ευνοϊκές.

Το κλίμα της χώρας μας είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για την καλλιέργεια της καρυδιάς, γιατί χαρακτηρίζεται από έναν άριστο συνδυασμό ηλιοφάνειας και θερμοκρασίας κατά τη βλαστική περίοδο των δέντρων και τη χειμερινή περίοδο από επαρκείς χαμηλές θερμοκρασίες για τη διακοπή του λήθαργού τους, με αποτέλεσμα την παραγωγή προϊόντων άριστης ποιότητας και, μάλιστα, με ταυτόχρονη πολύ υψηλή παραγωγικότητα.

Είναι μια δενδροκομική καλλιέργεια που παρουσιάζει σοβαρό οικονομικό ενδιαφέρον, δίνει στον παραγωγό μεγάλο χρονικό περιθώριο να οργανωθεί και να εμπορευθεί την παραγωγή του. Μπορεί να αξιοποιήσει ορεινές και ημιορεινές περιοχές και, μάλιστα, να ευνοηθεί από τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος αυτών των περιοχών, δίνοντας άριστης ποιότητας προϊόντα.

Οι πολλαπλές χρήσεις της καρυδιάς την έχουν καταστήσει µία ασφαλή και μακροχρόνια επένδυση. Ο καρπός της χρησιμοποιείται νωπός ή ξηρός και επιπλέον μπορεί να µεταποιηθεί σε καρυδέλαιο ή γλυκό του κουταλιού. Πέραν της οικονομικής αξίας που αποκομίζει ο παραγωγός από την πώληση των καρυδιών, το ξύλο της καρυδιάς είναι ανεκτίμητο και αποτελεί και αυτό ένα καλό εισόδημα. Χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία, στην ξυλουργική, στη ξυλογλυπτική και στην οπλοποιία. Από πλευράς κλίματος, τα δέντρα καρυδιάς καλλιεργούνται στη χώρα στους εξής τύπους κλίματος: ηπειρωτικό, μεσογειακό ξηρό, μεσογειακό υγρό, ορεινό και σε εδάφη κυρίως ασβεστολιθικά, με pΗ από 7,3-7,9, γόνιμα και βαθιά.

Παραγωγή, εισαγωγές και εξαγωγές
καρυδιών με κέλυφος στην Ελλάδα

  Τόνοι Αξία σε ευρώ Ποσότητα
σε κιλά
Αξία σε ευρώ Ποσότητα
σε κιλά
2016 28.788 17.625.521 3.118.783 1.328.507 286.639
2017 35.783 21.966.754 3.454.771 2.249.285 439.138
2018 31.860 20.241.443 4.236.638 1.853.039 425.576

Πηγή: FAOSTAT, 2018

Αν και η καλλιέργειά της διαχρονικά εντοπιζόταν στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές, εντούτοις τα τελευταία χρόνια με την εισαγωγή νέων βελτιωμένων ποικιλιών (αμερικανικές και γαλλικές) μπορεί να καλλιεργηθεί άριστα και σε πεδινές περιοχές με μεγάλες αποδόσεις. Από το 1980 περίπου άρχισε η φύτευση νέων καρυδεώνων, με κύριες ποικιλίες: Serr, Gustine, Amigo, Vina, Hartley, Chandler (1990), Lara και Franquette, με τους ανάλογους επικονιαστές. Όλες οι ποικιλίες καρυδιάς εμβολιάζονται σε σπορόφυτα καρυδιάς Juglans Regia L. λόγω της ανεκτικότητάς της στον ιό Cherry leaf roll. Προτιμώνται σπόροι δέντρων ζωηρής βλάστησης της Juglans Regia L.

Οι ποικιλίες καρυδιάς διακρίνονται ανάλογα με τον τρόπο καρποφορίας τους σε δύο κατηγορίες:

✱ Στις ακρόκαρπες που καρποφορούν στους ετήσιους βλαστούς, μόνο στον ακραίο οφθαλμό ή και στον πλησιέστερο κατώτερο του ακραίου οφθαλμό.

✱ Στις πλαγιόκαρπες που καρποφορούν στους ετήσιους βλαστούς, όχι μόνο στον ακραίο οφθαλμό, αλλά και σε πολλούς πλευρικούς οφθαλμούς.

Κριτήρια επιλογής των ποικιλιών

✱ Η επιλογή πλαγιόκαρπων ή ακρόκαρπων ποικιλιών. Στην περίπτωση των πλαγιόκαρπων, η είσοδος στην παραγωγή είναι γρήγορη και η παραγωγή μεγάλη, αλλά η καλλιέργειά τους είναι πιο εντατική και απαιτητική σε σχέση με τις ακρόκαρπες.

✱ Η ποικιλία που θα επιλεχθεί θα πρέπει να παρουσιάζει έναρξη βλάστησης, όταν έχει ξεπεραστεί ο κίνδυνος εαρινού παγετού στην περιοχή εγκατάστασής της.

✱ Στις ορεινές περιοχές θα πρέπει να επιλέγονται τοποθεσίες απαλλαγμένες από παγετούς ή να χρησιμοποιούνται όψιμες ποικιλίες που βλαστάνουν μετά την παρέλευση των παγετών. Τέτοιες ποικιλίες είναι η Chandler, η Hartley και η Lara, κατάλληλες για ημιορεινές και ορεινές περιοχές και η Fernor, η Fernette, και η Franquette, κατάλληλες για ορεινές και πολύ ορεινές περιοχές.

✱ Οι χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα να ικανοποιούν τις απαιτήσεις της ποικιλίας για τη διακοπή του λήθαργου (Πλαγιόκαρπες 800 έως 1.000 ώρες κάτω από τους +7o C και Ακρόκαρπες 1000 έως 1300 ώρες), διότι αν δεν ικανοποιηθούν οι ανάγκες σε ψύχος, παρατηρείται καθυστέρηση στην έκπτυξη των οφθαλμών, χαμηλή παραγωγή και ξηράνσεις κλάδων.

✱ Να είναι ανθεκτική στη βακτηρίωση του άνθους και του καρπού και στην ανθράκωση των φύλλων της καρυδιάς.

✱ Στις πεδινές ζώνες που σημειώνονται θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 41ο C, επαναλαμβανόμενες και με μεγάλη διάρκεια, να επιλέγονται ποικιλίες με αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες (π.χ. η Chandler με καλή αντοχή, σε αντίθεση με την Gustine που είναι πολύ ευαίσθητη), διότι υπάρχει κίνδυνος ηλιοκαύματος των καρπών.

Για να είναι, όμως, ανταγωνιστική η καλλιέργεια, θα πρέπει να υπάρξει ορθός προγραμματισμός που συνίσταται:

1. στη χρησιμοποίηση της καλύτερης για την περιοχή ποικιλίας,

2. του κατάλληλου υποκειμένου,

3. στη σωστή επιλογή και διαμόρφωση σχήματος και του αναγκαίου κλαδέματος των δέντρων,

4. στην ορθή λίπανση και φυτοπροστασία,

5. στον τρόπο και στην επάρκεια άρδευσης,

6. στη μηχανοποίηση των εργασιών και ιδιαίτερα του κύκλου εργασιών συγκομιδή – αποφλοίωση και πλύσιμο καρπών – ξήρανση – διαλογή και

7. στην ορθή οικονομική διαχείριση της εκμετάλλευσης.

Στον τομέα, όμως, που υστερούν οι νέες εκμεταλλεύσεις, που έχουν βιώσιμη έκταση (τουλάχιστον 30 στρέμματα για τις πλαγιόκαρπες ποικιλίες και 40 στρέμματα για τις ακρόκαρπες) είναι η μηχανοποίηση του κύκλου εργασιών: συγκομιδή με δόνηση – αποφλοίωση με ταυτόχρονο πλύσιμο των καρυδιών – ξήρανση – διαλογή.

Ο ανωτέρω τομέας είναι μεγάλης σπουδαιότητας, γιατί βελτιώνει την ποιότητα των καρπών, διευκολύνει την εκτέλεση των εργασιών και μειώνει πάρα πολύ το κόστος παραγωγής. Περιοχές με μικρές κλίσεις προσφέρονται καλύτερα για μηχανοποίηση της καλλιέργειας.