Νέος μπούσουλας από την ΑΑΔΕ για τις φετινές δηλώσεις

Καμία έκπληξη για τους επαγγελματίες αγρότες και γενικότερα όσους αποκτούν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα δεν επιφύλασσαν οι επικαιροποιημένες οδηγίες για τη συμπλήρωση των φετινών φορολογικών δηλώσεων, με τη μορφή ερωταπαντήσεων, που εξέδωσε πριν από λίγες ημέρες η ΑΑΔΕ.

Το εγχειρίδιο δόθηκε στη δημοσιότητα σχεδόν μία εβδομάδα μετά την παράταση της προθεσμίας έως τις 31 Ιουλίου 2023 και ενώ τις τελευταίες εβδομάδες έχουν αυξηθεί οι ρυθμοί υποβολής των δηλώσεων. Ειδικότερα, μέχρι το βράδυ της Τρίτης 6 Ιουνίου είχαν υποβληθεί 2.347.178 δηλώσεις, δηλαδή κάτι παραπάνω από το 1/3 των περίπου 6,5 εκατ. δηλώσεων που αναμένονται.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, για το 52,38%, δηλαδή για 1.229.452 φυσικά πρόσωπα, δεν προέκυψε επιπλέον φόρος (μηδενικές δηλώσεις), ενώ το 16,9% , δηλαδή 396.673 φορολογούμενοι έχουν λαμβάνειν ως επιστροφή φόρου συνολικά 135.750.473 ευρώ, ήτοι 342,2 ευρώ κατά μέσο όρο. Από αυτούς, μέχρι τις 31 Μαΐου οι 265.745 είχαν λάβει τα ποσά που δικαιούνταν, έχοντας εισπράξει συνολικά 58.100.384 ευρώ.

Το υπόλοιπο 30,72% των δηλώσεων που εκκαθαρίστηκαν ήταν χρεωστικές, δηλαδή για 721.053 φορολογούμενους προέκυψε επιπλέον φόρος συνολικού ύψους 642.800.398 ευρώ ή 891 ευρώ κατά μέσο όρο. Ο φόρος αυτός πρέπει να καταβληθεί σε οκτώ δόσεις, με την προθεσμία για την πρώτη εξ αυτών να εκπνέει στις 31 Ιουλίου. Εφόσον καταβληθεί εφάπαξ, παρέχεται έκπτωση 3%.

Πότε «κόβεται» ή μηδενίζεται η προκαταβολή

Επιστρέφοντας στις οδηγίες της ΑΑΔΕ, αξίζει να θυμίσουμε τι ισχύει για την προκαταβολή φόρου και σε ποιες περιπτώσεις αυτή μειώνεται στο μισό ή μηδενίζεται. Ειδικότερα, η προκαταβολή ανέρχεται στο 55% του φόρου που προκύπτει από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, χωρίς σε αυτό να λαμβάνεται υπόψη κάποιο άλλο φορολογητέο εισόδημα (π.χ. από μισθωτή εργασία, σύνταξη ή κεφάλαιο).

Στη βεβαίωση προκαταβολής λαμβάνεται υπόψη και το ποσό του φόρου που προκύπτει λόγω τεκμαρτού προσδιορισμού του εισοδήματος (αριθ. ΠΟΛ. 1067/205 εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).

Η προκαταβολή περιορίζεται στο μισό σε όσους δηλώσουν για πρώτη φορά εισόδημα αγροτικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας και είναι υπόχρεοι σε υποβολή εντύπου Ε3 (φυσικά πρόσωπα με έναρξη στο Μητρώο), όπως επίσης και για όσους δηλώσουν για πρώτη φορά εισόδημα επιχειρηματικής δραστηριότητας χωρίς να είναι υπόχρεοι υποβολής εντύπου Ε3 (φυσικά πρόσωπα χωρίς έναρξη στο Μητρώο, μη επιτηδευματίες, όπως δημόσιοι υπάλληλοι κ.λπ.).

Ομοίως, η προκαταβολή περιορίζεται στο μισό και όταν προκύπτει για πρώτη φορά προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, η οποία φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ωστόσο, όπως υπενθυμίζεται στο εγχειρίδιο της ΑΑΔΕ, σε περίπτωση διακοπής εργασιών ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένης και της αγροτικής) κατά το φορολογικό έτος στο οποίο αφορά η δήλωση και εφόσον δεν έχει υποβληθεί εκ νέου έναρξη εργασιών μέχρι την υποβολή της δήλωσης (αρχικής ή τροποποιητικής), δεν βεβαιώνεται προκαταβολή φόρου, καθόσον δεν υφίσταται εισόδημα στο διανυόμενο αυτό έτος (έτος υποβολής της δήλωσης).

Οι συντελεστές και οι μειώσεις

Τα κέρδη από ατομική αγροτική δραστηριότητα φορολογούνται αυτοτελώς με την κλίμακα των μισθωτών, χωρίς δηλαδή τα εισοδήματα αυτά να αθροίζονται με τυχόν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθούς και συντάξεις. Η κλίμακα αυτή αποτελείται από πέντε κλιμάκια, με ανώτερο συντελεστή 44%, ο οποίος εφαρμόζεται για εισοδήματα πάνω από 40.000 ευρώ και απεικονίζεται στον Πίνακα 1.

Ο φόρος που προκύπτει για το εισόδημα από ατομική αγροτική επιχείρηση μειώνεται ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του φορολογούμενου. Η μείωση ξεκινά από 777 ευρώ αν δεν υπάρχουν προστατευόμενα τέκνα και ανεβαίνει στα 810 ευρώ αν υπάρχει ένα τέκνο, στα 900 σε περίπτωση δύο τέκνων, στα 1.120 ευρώ για τρία τέκνα και στα 1.340 ευρώ για τέσσερα προστατευόμενα τέκνα. Για περισσότερα από τέσσερα τέκνα, η μείωση φόρου προσαυξάνεται κατά 220 ευρώ.

Τονίζεται εδώ ότι η μείωση του φόρου εφαρμόζεται μόνο για τους κατ’ επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εφόσον τουλάχιστον το 50% του εισοδήματός τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα.

Στο συνολικό εισόδημα δεν περιλαμβάνονται η κύρια σύνταξη από ΟΓΑ, οι αμοιβές από παροχή εργασίας με εργόσημο, οι αμοιβές εργαζομένων που υπάγονται στην ασφάλιση ΟΓΑ σε τυποποιητήρια, συσκευαστήρια και σε συναφείς χώρους, για έως 150 ημερομίσθια ανά έτος, καθώς και οι αμοιβές μελών αγροτικών ή/και γυναικείων συνεταιρισμών, που απασχολούνται περιστασιακά και υπάγονται στην ασφάλιση ΟΓΑ.

Στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ, μαζί με εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, η μείωση του φόρου υπολογίζεται μόνον στο εισόδημα που αποκτάται από την αγροτική δραστηριότητα.

Εφόσον μαζί με τα αγροτικά εισοδήματα αποκτάται και εισόδημα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις, η μείωση του φόρου θα είναι αυτή που αναλογεί στο μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις, καθώς και αγροτική δραστηριότητα.

Έκπτωση 50% για μέλη συνεταιρισμών και συμβολαιακή

Από το φορολογικό έτος 2022 και εφεξής, σε φυσικά πρόσωπα, κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, παρέχεται το κίνητρο της απαλλαγής από την καταβολή φόρου εισοδήματος επί των πραγματοποιούμενων προ φόρου κερδών, τα οποία προκύπτουν από την άσκηση ατομικής αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας κατά 50%, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Είναι αγρότες-μέλη νομικών προσώπων και ενώσεων προσώπων εγγεγραμμένων στο Εθνικό Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών φορέων του άρθρου 22 του ν. 4673/2020 (Α’ 52) και προμηθεύουν το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα με ποσότητες προϊόντων ίσες με το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) τουλάχιστον της συνολικής ποσότητας όμοιων ή παρεμφερών προϊόντων παραγωγής τους, ή

β) είναι αγρότες που έχουν συνάψει σύμβαση με συγκεκριμένη επιχείρηση αγοραστή, με αντικείμενο τη συμβολαιακή γεωργία, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 16 του ν. 4935/2022 (σ.σ. βλέπε επόμενη παράγραφο) με την οποία δεσμεύονται για την εισφορά ποσοτήτων προϊόντων ίσων με εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) τουλάχιστον της συνολικής ποσότητας όμοιων ή παρεμφερών προϊόντων της παραγωγής τους.

Το άρθρο 16 του ν. 4935/2022 ορίζει ότι η μελλοντική πώληση αγροτικών προϊόντων μεταξύ παραγωγών και αγοραστών δύναται να συμφωνείται με ιδιωτικές έγγραφες συμβάσεις βεβαίας χρονολογίας. Οι συμβάσεις που καταρτίζονται καταχωρούνται από τα συμβαλλόμενα μέρη ηλεκτρονικά μέσω της εφαρμογής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) «myAADE».

Στις συμβάσεις περιλαμβάνονται: α) το είδος, η καλλιεργούμενη έκταση και η ποσότητα των προς πώληση αγροτικών προϊόντων, β) η ελάχιστη χρονική διάρκεια ισχύος της σύμβασης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος και γ) η τιμή του προϊόντος.

 

Υποχρεωτική η παραμονή στο κανονικό καθεστώς τουλάχιστον για τρία χρόνια

Βάσει των αλλαγών που έχουν επέλθει από 1/1/2017, για την παραμονή στο ειδικό καθεστώς των αγροτών ή για τη μετάταξη στο κανονικό καθεστώς, στο εισοδηματικό κριτήριο των 15.000 ευρώ περιλαμβάνεται η αξία όλων των παραδόσεων αγροτικών προϊόντων ιδίας παραγωγής και των παροχών αγροτικών υπηρεσιών προς κάθε πρόσωπο, που πραγματοποιήθηκαν στο προηγούμενο φορολογικό έτος. Εξάλλου, στο όριο των 5.000 ευρώ που αφορά τις ενισχύσεις περιλαμβάνεται κάθε είδους επιδότηση που έλαβαν οι αγρότες.

Η αγροτική εκμετάλλευση υπάγεται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ στις περιπτώσεις που οι αγρότες παράλληλα ασκούν και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων που πωλούν τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή τα εξάγουν ή τα παραδίδουν ενδοκοινοτικά ή διαχειρίζονται ΑΠΕ ή λειτουργούν αγροτουριστικές μονάδες.

Επιπλέον, σε περίπτωση προαιρετικής μετάταξης από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο κανονικό καθεστώς, η υποχρεωτική παραμονή σε αυτό είναι πλέον τριετής.

Μετατάξεις

Η προαιρετική μετάταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς πραγματοποιείται μόνο από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών, δηλαδή μέχρι τις 30/1 κάθε έτους.

Η προαιρετική μετάταξη από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς πραγματοποιείται:

✱ Από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών, ισχύει από την έναρξη του φορολογικού έτους και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο τριετίας ή

✱ κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους, με την υποβολή δήλωσης μεταβολών και ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της εν λόγω δήλωσης και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο τριετίας από την έναρξη του επόμενου από τη μετάταξη φορολογικού έτους.

Για την υποχρεωτική μετάταξη από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς υποβάλλεται δήλωση μεταβολών, εντός 30 ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους και πραγματοποιείται από την έναρξη του φορολογικού έτους.

Τέλος, νέοι αγρότες μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να επιλέξουν την ένταξη στο κανονικό καθεστώς, ωστόσο θα πρέπει να παραμείνουν σε αυτό τουλάχιστον για μια τριετία.