Ορεξάτοι για επενδύσεις οι μικρομεσαίοι της περιφέρειας

Η έλλειψη υποδομών εμπόδιο στη μόχλευση της επενδυτικής διάθεσης, λέει η ΕΤΕ

των Τάνιας Γεωργιοπούλου, Γιάννη Τσατσάκη

Aξιοσημείωτες αντοχές στους κλυδωνισμούς των τελευταίων ετών επιδεικνύουν οι εγχώριες μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), έχοντας πλέον μπει σε τροχιά περαιτέρω ανάπτυξης, με τις επιχειρήσεις της περιφέρειας μάλιστα να παρουσιάζουν και έντονη κινητικότητα σε επίπεδο επενδύσεων.

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα πεδίου της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας (ΕΤΕ), ο Δείκτης Εμπιστοσύνης των ΜμΕ το δεύτερο εξάμηνο του 2023 ανήλθε στις 21 μονάδες, σημειώνοντας άνοδο 4 μονάδων σε σχέση με το πρώτο μισό του έτους και καλύπτοντας το 80% της απόστασης από το ιστορικό υψηλό του δείκτη, που είχε καταγραφεί στο δεύτερο εξάμηνο του 2019. Η θετική αυτή πορεία αντικατοπτρίζει κυρίως την ανάκαμψη της τρέχουσας ζήτησης, που έφτασε τις 27 μονάδες, δηλαδή 12 μονάδες υψηλότερα από το προηγούμενο εξάμηνο.

Την ίδια στιγμή, βέβαια, μικρή κάμψη, από σχετικά υψηλά, όμως, επίπεδα καταγράφουν οι προσδοκίες μελλοντικής ζήτησης, με τις πολύ μικρές –και εν μέρει πιο ευάλωτες σε εποχικές αντιδράσεις– επιχειρήσεις να είναι αυτές που υφίστανται την εντονότερη πίεση. Ωστόσο, η πίεση αυτή φαίνεται πως κρίνεται ως παροδική, καθώς το 61% του τομέα (έναντι 57% το προηγούμενο εξάμηνο) υιοθετεί στρατηγικές ανάπτυξης. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη σταθερά υγιή, πλέον, χρηματοοικονομική εικόνα του τομέα (καθώς το ποσοστό των ΜμΕ με έντονα προβλήματα ρευστότητας παραμένει στο ιστορικό χαμηλό του 8%), επιβεβαιώνουν, σύμφωνα με την ΕΤΕ, πως ο τομέας έχει εισέλθει σε πιο «ήρεμα νερά», μετά από μία περίοδο παρατεταμένων διαταραχών.

Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η πλειονότητα του τομέα (57%) αναμένει να έχει αυξημένες πωλήσεις το 2024, με την αύξηση να είναι της τάξης του 6-7% και τις προσδοκίες των μεσαίων επιχειρήσεων να υπερέχουν κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες έναντι των πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Καθώς η αναπτυξιακή δυναμική μοιάζει να εδραιώνεται στον τομέα των ΜμΕ, το επόμενο κρίσιμο ερώτημα, κατά την ΕΤΕ, έχει να κάνει με τον βαθμό διάχυσής της σε γεωγραφική κλίμακα. Άλλωστε, διαχρονικά, οι περιφερειακές ΜμΕ, οι οποίες συνεισφέρουν σχεδόν το 1/4 των συνολικών πωλήσεων του τομέα, υστερούν έναντι των αστικών όσον αφορά την αναπτυξιακή τους δυναμική, ακολουθώντας μεν, με δυσκολία δε, την ανοδική τάση.

Πιο ευάλωτοι στην κλιματική αλλαγή

Αυτό, σύμφωνα με την ΕΤΕ, οφείλεται στο ότι οι περιφερειακές ΜμΕ επιχειρούν σε πιο δύσκολες συνθήκες κόστους, λειτουργίας και ζήτησης. Ενδεικτικά, δηλώνουν: (i) Υψηλότερη επιβάρυνση από το ενεργειακό κόστος (σημαντικό πρόβλημα για το 65% των περιφερειακών ΜμΕ, έναντι 57% για τις αστικές), (ii) μεγαλύτερη δυσκολία εύρεσης προσωπικού (54% έναντι 50% αντίστοιχα), καθώς και (iii) εντονότερα προβλήματα χαμηλής ζήτησης (32% έναντι 28% αντίστοιχα). Σε αυτά, έρχονται τα τελευταία χρόνια να προστεθούν οι έντονες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με τις ζημιές από φυσικές καταστροφές να αγγίζουν περισσότερο την περιφέρεια, τόσο το 2023 (7% των ΜμΕ, έναντι 2% στις αστικές) όσο και την προηγούμενη πενταετία σωρευτικά (11% έναντι 5% αντίστοιχα).

Με αυτά κατά νου, λοιπόν, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική η διάθεση που δείχνουν οι περιφερειακές ΜμΕ να επενδύσουν και να εξελιχθούν, εμφανίζοντας μάλιστα συγκριτικά ισχυρότερη κινητοποίηση στο εν λόγω κομμάτι από τις αστικές. Συγκεκριμένα:

1. Σχεδιάζουν για την επόμενη τριετία επενδύσεις της τάξης του 35% των πωλήσεών τους (έναντι 23% για τις αστικές).

2. Eπιδιώκουν σε μεγαλύτερο βαθμό την αξιοποίηση επενδυτικών εργαλείων, όπως το ΕΣΠΑ (39% έναντι 33%).

3. Έχουν πιο ώριμα επενδυτικά σχέδια (28% έναντι 16%).

Δεδομένης της επενδυτικής διάθεσης της περιφέρειας, οι αναλυτές της ETE θεωρούν ύψιστης σημασίας την υλοποίηση επενδύσεων υποδομών, τόσο για την αποτελεσματικότερη διασύνδεση όσο και τη θωράκιση από ακραία κλιματικά φαινόμενα. Τέτοια έργα μπορούν να αυξήσουν την απόδοση και να περιορίσουν το ρίσκο των επενδυτικών σχεδίων των περιφερειακών ΜμΕ, ξεκλειδώνοντας, έτσι, σημαντική αναπτυξιακή δυναμική και ενισχύοντας την ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας.

Ψάχνουν, αλλά δεν βρίσκουν προσωπικό

Εν μέσω της βελτίωσης των υπόλοιπων προοπτικών, η αδυναμία εύρεσης προσωπικού φαίνεται ότι εξελίσσεται σε σημαντικό αγκάθι για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας, με το 51% να το αξιολογεί ως σημαντικό πρόβλημα έναντι 46% το προηγούμενο εξάμηνο.

Η ΕΤΕ δεν αποκλείει, μάλιστα, το «αγκάθι» αυτό να αποτελέσει τροχοπέδη για τον τομέα, δεδομένου ότι περί το 1/4 των ΜμΕ στοχεύει σε αύξηση του προσωπικού του μέσα στους επόμενους έξι μήνες, με το ποσοστό αυτό να είναι συγκριτικά υψηλότερο για τον κλάδο των κατασκευών (37%). Ωστόσο, καθώς η ανεργία ξεκινά, πλέον, να κινείται σε μονοψήφια ποσοστά (9,4%), ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων για την προσέλκυση των καταλληλότερων εργαζομένων αναμένεται να ενταθεί.

Ενδεικτικό αυτού είναι το γεγονός πως το 71% του τομέα δηλώνει πως είναι πιο δύσκολο να καλύψει τις κενές θέσεις εργασίας του σε σχέση με το παρελθόν.

Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι ο υψηλός βαθμός δυσκολίας στην εύρεση προσωπικού (είτε για αντικατάσταση, είτε για επέκταση) αποτελεί ένα ευρύ πρόβλημα, καθώς αγγίζει σε παρόμοια –υψηλά– ποσοστά το σύνολο των κλάδων, με υψηλότερη ένταση στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (αφορά το 84% αυτών, έναντι περίπου των 2/3 των λοιπών ΜμΕ).