Ορισμός νέου αγρότη και συνδεδεμένες ενισχύσεις στο επίκεντρο του ελληνικού Στρατηγικού Σχεδίου

Υπάρχουν δύο ζητήματα που απασχολούν ιδιαίτερα την περίοδο αυτή όσους σχεδιάζουν το Στρατηγικό Σχέδιο της Ελλάδας, ενόψει της νέας ΚΑΠ.

Το πρώτο ζητημα αφορά τον ορισμό του νέου ή και νεοεισερχόμενου αγρότη. Με βάση τη συμφωνία της αναθεώρησης, κάθε κράτος-μέλος οφείλει να προσδιορίσει την ελάχιστη εκπαίδευση και κατάρτιση του αγρότη, έτσι ώστε αυτός να καταστεί δικαιούχος ενισχύσεων.

Το θέμα έχει συζητηθεί πολλές φορές κατά το παρελθόν στην Ελλάδα, με ακραίες μάλιστα θέσεις. Αφενός υπήρχαν κάποιοι που θεωρούσαν ότι ο νέος που θα ενισχύεται πρέπει να διαθέτει ειδική εκπαίδευση ανώτερου ή και ανώτατου επιπέδου (θα θυμάστε ίσως τις συζητήσεις για τα «πράσινα κολέγια» του παρελθόντος).

Αφετέρου υπήρχαν εκείνοι οι οποίοι έκριναν ότι οι ενισχύσεις κατά βάση δίνονται για την παραμονή κάποιου στο επάγγελμα, στην ύπαιθρο, ή για τη διαδοχή στην οικογενειακή εκμετάλλευση, συνεπώς αρκεί μία ειδική κατάρτιση κάποιων ελάχιστων ωρών.

Ο προβληματισμός σήμερα φαίνεται να κινείται κάπου μεταξύ των δύο άκρων και να επικεντρώνεται στο εάν θα τεθεί ως απαραίτητη υποχρέωση είτε το απολυτήριο γυμνασίου είτε του λυκείου, ώστε να θεωρείται κάποιος νέος αγρότης ή νεοεισερχόμενος και, συνεπώς, δικαιούχος ενισχύσεων.

Το δεύτερο ζήτημα που απασχολεί την περίοδο αυτή όσους σχεδιάζουν το Στρατηγικό Σχέδιο είναι οι Συνδεδεμένες Ενισχύσεις.

Με βάση τις αποφάσεις της αναθεώρησης, κάθε κράτος-μέλος μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να διαθέσει έως το 15% των συνολικών άμεσων ενισχύσεων με τη μορφή συνδεδεμένης ενίσχυσης στους παραγγούς κάποιων κλάδων.

Το Κανονιστικό Πλαίσιο προβλέπει ότι η συνδεδεμένη ενίσχυση μπορεί να δοθεί υπέρ κάποιου προϊόντος, το οποίο αποδεδειγμένα αντιμετωπίζει οικονομικές, κοινωνικές ή περιβαλλοντικές δυσκολίες, τις οποίες θα υπερβεί όταν λάβει την εν λόγω ενίσχυση.

Τα κριτήρια βέβαια που χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα δεν κινούνται πάντα στην παραπάνω λογική. Η «διασταλτική τους εφαρμογή» έχει οδηγήσει στην πολυδιάσπαση του μέτρου, με αποτέλεσμα μάλιστα να υπάρχουν κλάδοι οι οποίοι δεν δύνανται να απορροφήσουν τους προβλεπόμενους πόρους.

Το πόσο θα αντέξει η ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, και το πολιτικό σύστημα ευρύτερα, τις πιέσεις που ήδη ασκούνται για να μεταφερθούν πόροι από κάποια προϊόντα υπέρ κάποιων άλλων, είναι ένα από τα μεγάλα ζητούμενα του Στρατηγικού Σχεδίου που ετοιμάζεται.