Παίρνουν αποφάσεις οι αγρότες για τη λίπανση

Έως +100% οι τιμές σε σχέση με πέρσι, τι λένε οι ειδικοί για πιθανές ελλείψεις

Διαφορετικές τάσεις επικρατούν αυτή την περίοδο ως προς τις προθέσεις των παραγωγών για αγορά λιπασμάτων, περίπου ενάμιση μήνα πριν ξεκινήσουν οι φθινοπωρινές σπορές. Την ώρα που αρχίζει και διαμορφώνεται μια πρώτη εικόνα στις τιμές των βασικών λιπασμάτων (NP και NPK), αυτές φαίνεται να είναι έως και διπλάσιες σε σχέση με πέρσι, αλλά επιπλέον σημαντικά αυξημένες ακόμα και σε σύγκριση με την άνοιξη.

Το δεύτερο δεδομένο είναι ότι όσο μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία με τις σοβαρές επιπτώσεις στο μέτωπο της ενέργειας, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις λιπασμάτων μπαίνουν στη σεζόν συντηρητικά, με αποτέλεσμα να μειώνεται η παραγωγή. Δεν είναι λίγες, μάλιστα, οι επιχειρήσεις ή ακόμα και οι εκπρόσωποι παραγωγών που εκφράζουν ανησυχία για ελλείψεις στην αγορά.

Το τρίτο δεδομένο είναι ότι οι αγρότες προέρχονται από μια χρονιά που ναι μεν είδαν μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής, πλην όμως αρκετοί πούλησαν σε αυξημένες τιμές, ιδιαίτερα στο σκληρό σιτάρι και στους ελαιούχους σπόρους. Ανάλογα με τη ρευστότητα και τις αποδόσεις της περασμένης σεζόν, επηρεάζονται και οι προθέσεις των παραγωγών ως προς τον χρόνο της αγοράς των λιπασμάτων.

Η ανησυχία για κλιμάκωση των τιμών δημιουργεί πίεση

Αυτό που προκύπτει από το ρεπορτάζ της «ΥΧ» και τις συνομιλίες της με αγρότες της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας είναι ότι μια μερίδα προβληματίζεται εάν πρέπει να προβεί άμεσα σε αγορά λιπασμάτων, υπό τον φόβο περαιτέρω κλιμάκωσης των τιμών ή ακόμα και έλλειψης προϊόντων.

Ο Βεργής Τσελέπης, παραγωγός από τη Θεσσαλονίκη που καλλιεργεί μεταξύ άλλων μεγάλες εκτάσεις με σκληρό σιτάρι, δήλωσε προβληματισμένος στην «ΥΧ»: «Βρισκόμαστε περίπου έναν μήνα πριν από τις σπορές και το μεγάλο ερώτημα που μας απασχολεί είναι εάν πρέπει να αγοράσουμε λιπάσματα. Να το κάνουμε τώρα για να μην τα πληρώσουμε αργότερα πιο ακριβά; Να περιμένουμε; Θα υπάρχουν λιπάσματα στην αγορά; Είναι πράγματα που απασχολούν τους αγρότες στη Βόρεια Ελλάδα αυτή την περίοδο», μας είπε.

Από την πλευρά του, ο Γιάννης Κουκούτσης, πρόεδρος του Συνεταιρισμού Πλατυκάμπου Λάρισας, μας είπε ότι ακόμα οι παραγωγοί τηρούν στάση αναμονής, δεδομένου ότι οι πιο πολλοί θα σπείρουν τον Νοέμβριο: «Ο κόσμος περιμένει να διαμορφωθούν τα δεδομένα της αγοράς, αν και γνωρίζουμε ότι οι τιμές θα είναι αυξημένες. Υπάρχει μια μειοψηφία αγροτών, ας τους πούμε “νοικοκύρηδες”, που έχουν μπει σε σκέψεις αγοράς λιπασμάτων. Όμως, αυτοί έχουν ακόμα στις αποθήκες σιτηρά και δεν έχουν ρευστοποιήσει. Επομένως, δεν θεωρώ ότι θα προβούν άμεσα σε αγορές».

Οι αποδόσεις της προηγούμενης χρονιάς επηρεάζουν τις αγορές

Την άποψη ότι μετά από μια χρονιά με μέτριες αποδόσεις οι παραγωγοί είναι συγκρατημένοι εξέφρασε ο ιδιοκτήτης καταστήματος γεωργικών εφοδίων στα Γρεβενά, Γιώργος Γούλας: «Υπάρχει ενδιαφέρον για αγορά λιπασμάτων, όμως, η πλειονότητα ακόμα είναι μαγκωμένη. Κύρια αιτία είναι ότι οι παραγωγοί εδώ είχαν μέτριες αποδόσεις στο μαλακό σιτάρι, επομένως δεν έχουν ρευστότητα. Αν και οι τιμές των εταιρειών τώρα διαμορφώνονται, περιμένουμε τουλάχιστον 50% αύξηση στα λεγόμενα βασικά λιπάσματα. Εμείς ενδεικτικά χρησιμοποιούμε τα 16-20-0, 20-10-0 κ.λπ.».

Για σημαντικές αυξήσεις στα λιπάσματα έκανε λόγο το στέλεχος της Euragro, που δραστηριοποιείται στην εμπορία λιπασμάτων σε καταστήματα στην Κεντρική Μακεδονία, Ευαγγελία Χριστοδούλου: «Υπάρχει έντονο ενδιαφέρον από παραγωγούς, γιατί επικρατεί ένα κλίμα ανησυχίας για ελλείψεις στην αγορά λιπασμάτων. Την τελευταία εβδομάδα, αρχίσαμε να δεχόμαστε ερωτήσεις και να εκφράζουν ενδιαφέρον οι αγρότες. Είναι δεδομένο ότι έχουμε σημαντικές αυξήσεις στα λιπάσματα N, P.

Στα αζωτούχα λιπάσματα η τιμή χονδρικής που αγοράζουν τα καταστήματα βρίσκεται κατά μέσο όρο στα 800 ευρώ/τόνο, αλλά μπορεί να ξεπερνά και τα 900 ευρώ. Αυτό σε τιμή στον παραγωγό μεταφράζεται για το σαραντάκιλο σακί ενός 20-20-0 σε μια ενδεικτική τιμή των 44 ευρώ, τη στιγμή που το ίδιο λίπασμα την άνοιξη ήταν στα 38 ευρώ. Προσέξτε, μιλάμε για σύγκριση με τιμές άνοιξης, γιατί αν πάμε στις τιμές του προηγούμενου φθινοπώρου οι αυξήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες».

Η ίδια σημείωσε ότι το αμέσως προσεχές διάστημα θα φανεί ποια είναι η κατάσταση ως προς την επάρκεια του καλίου, καθώς τα αποθέματα της περασμένης σεζόν έχουν εξαντληθεί. Σε ερώτησή μας αν εκτιμά ότι θα υπάρχει επάρκεια λιπασμάτων, η κα Χριστοδούλου θεωρεί ότι «θα υπάρχουν, αλλά θα είναι πολύ ακριβά, ιδιαίτερα αυτά που περιέχουν θειικό κάλιο».

Κλείνει η στρόφιγγα της παραγωγής στα εργοστάσια

Με μια επερχόμενη κρίση βρίσκεται αντιμέτωπη η ευρωπαϊκή βιομηχανία λιπασμάτων, εξαιτίας του ρωσοουκρανικού πολέμου και της διαμάχης ΕΕ – Ρωσίας. Εκπρόσωποι της βιομηχανίας κάνουν λόγο για «πρωτοφανή κρίση» εξαιτίας της εκρηκτικής αύξησης του κόστους του φυσικού αερίου και του γεγονότος ότι η ΕΕ εισάγει το 30% των πρώτων υλών για τα λιπάσματα από τη Ρωσία.

Ως εκ τούτου, ήδη μεγάλες εταιρείες έχουν ανακοινώσει ότι θα μειώσουν τη δραστηριότητα στα εργοστάσιά τους. Η Yara ανακοίνωσε στα τέλη Αυγούστου ότι θα μειώσει την παραγωγή αμμωνίας κατά 65% στην Ευρώπη. Ακόμα μία εταιρεία, η βρετανική CF Industries, ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει εντελώς την παραγωγή αμμωνίας στην Ευρώπη «μέχρι νεωτέρας», προσθέτοντας ωστόσο ότι θα εκπληρώσει τις συμβάσεις για εισαγωγές αμμωνίας.

Η Fertilizers Europe, που εκπροσωπεί την πλειονότητα των επιχειρήσεων λιπασμάτων της Γηραιάς Ηπείρου, απηύθυνε με ανακοίνωσή της στις 26/8 έκκληση στην ΕΕ να αντιμετωπίσει την περίπλοκη κατάσταση μετά την άνοδο των τιμών φυσικού αερίου πάνω από δέκα φορές μέσα στο 2022.

Την ίδια στιγμή, οι επιπτώσεις του πολέμου έχουν οδηγήσει τον κολοσσό των λιπασμάτων EuroChem σε μείωση της παραγωγής λιπασμάτων κατά 25%. Εν μέσω των καταιγιστικών αυτών εξελίξεων, οι επιχειρήσεις λιπασμάτων είναι αναγκασμένες να εισάγουν πρώτες ύλες από εναλλακτικές προμηθεύτριες.

Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της Fertilizers Europe, η Ευρώπη έχει στραφεί στο Μαρόκο, από το οποίο εισάγεται το 40% του φωσφόρου. Ωστόσο, η αύξηση της παραγωγής λιπασμάτων από το βορειοαφρικανικό κράτος δεν είναι απλή υπόθεση, δεδομένου ότι η ενέργεια είναι ακριβή, ενώ για την εξαγωγή του φωσφόρου απαιτούνται μεγάλες ποσότητες νερού σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα αντιμετωπίζει προβλήματα με την επάρκειά του.

Σε μια προσπάθεια να βρει περισσότερες λύσεις για πρώτες ύλες και λιπάσματα εκτός της Ρωσίας, η Κομισιόν έχει προτείνει την απαλοιφή όλων των εισαγωγικών δασμών στα λιπάσματα έως το 2024.

AGPB: Θύματα της αγοράς λιπασμάτων οι Ευρωπαίοι, κίνδυνος για ελλείψεις στη φετινή καλλιεργητική περίοδο

Oι Ευρωπαίοι αγρότες και όχι οι επιχειρήσεις λιπασμάτων είναι οι μεγάλοι χαμένοι της κατάστασης στην αγορά λιπασμάτων, σύμφωνα με τοποθέτηση της γαλλικής Ένωσης Παραγωγών Σίτου (AGPB).

Σε παρουσίαση-τοποθέτηση της AGPB που έλαβε χώρα στις 6 Σεπτεμβρίου για λογαριασμό των COPA-COGECA, o φορέας επισημαίνει ότι οι τιμές των λιπασμάτων στην ΕΕ πρέπει να εναρμονιστούν με αυτές του υπόλοιπου κόσμου και να αφαιρεθούν οι δασμοί στα εισαγόμενα λιπάσματα. Επιπλέον, ζητούν να δοθεί παράταση στην εφαρμογή του νέου Κανονισμού για τα λιπάσματα.

Κατά την Ένωση των Γάλλων σιτοπαραγωγών, τρεις είναι οι λόγοι που εξηγούν το άλμα στις τιμές των λιπασμάτων από το 2021 μέχρι σήμερα: Πρώτον, η έντονη ζήτηση για λιπάσματα μετά το 2020. Δεύτερον, η αύξηση των τιμών στο φυσικό αέριο και τρίτον η μεγάλη αύξηση των ναύλων για τα εμπορεύματα. Επιπλέον, ο πόλεμος ήρθε ως συνέχεια των παραπάνω και έδωσε ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στις τιμές, καθώς Ρωσία και Ουκρανία κατείχαν το 43% των εξαγωγών λιπασμάτων και το 37% των εξαγωγών αζώτου στην ΕΕ.

Στις εκτιμήσεις τoυς για τη φετινή σεζόν (2022-2023), οι Γάλλοι παραγωγοί εκφράζουν την ανησυχία τους για πιθανές ελλείψεις στην αγορά λιπασμάτων. Όπως αναφέρουν αναλυτικά, «παρά το γεγονός ότι η αύξηση των τιμών στα αζωτούχα λιπάσματα έπιασε το ταβάνι της, οι τιμές τον Ιούνιο του 2022 ήταν διπλάσιες σε σχέση με τον Ιούνιο του 2021.

Επιπλέον, το κόστος παραγωγής της αμμωνίας στην ΕΕ έφτασε τα 3.000 δολάρια/τόνο στα τέλη Αυγούστου, ανεβάζοντας την τιμή εισαγωγής 2,5 φορές. Αυτό θα έχει ως συνέπεια αυξημένες εισαγωγές αμμωνίας από εγκαταστάσεις εκτός Ευρώπης. Στη Γαλλία, και αρκετές ακόμα χώρες της ΕΕ, αναμένεται πιθανό ότι οι διαθέσιμες ποσότητες αζωτούχων λιπασμάτων θα είναι λιγότερες σε σχέση με την άνοιξη του 2022».

Πηγή: USDA

Διπλάσιες οι τιμές σε σχέση με πέρσι, κίνδυνος αν δεν εκδοθεί η ΚΥΑ, λένε οι «λιπασματάδες»

Ένα ζήτημα που απειλεί να επιφέρει αρρυθμίες ή ακόμα και αδυναμία των επιχειρήσεων να διαθέσουν στους παραγωγούς ορισμένα λιπάσματα, τύπου blend ή προϊόντα με τεχνολογία παρεμποδιστών, αποτελεί η καθυστέρηση της έκδοσης από το ΥΠΑΑΤ της ΚΥΑ, που θα ρυθμίζει τα ζητήματα έγκρισης κυκλοφορίας των εθνικών λιπασμάτων, μετά την πρόσφατη ενεργοποίηση του νέου Ευρωπαϊκού Κανονισμού για τα Λιπάσματα.

Για το θέμα έχει εκδώσει ανακοίνωση από 31/8 ο Σύνδεσμος Παραγωγών Λιπασμάτων, απευθύνοντας έκκληση για άμεση διευθέτησή του, καθώς μέχρι στιγμής η διάθεση μεγάλης γκάμας προϊόντων βρίσκεται στον «αέρα» λόγω απουσίας πλαισίου. Εκπρόσωποι μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου εξέφρασαν την ανησυχία τους για την καθυστέρηση αυτή, εκτιμώντας ότι αν η απόφαση δεν εκδοθεί μέσα στον Σεπτέμβριο πιθανώς να οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις σε χρήσιμα προϊόντα λίπανσης.

Οι ίδιες πηγές εκτίμησαν ότι οι τιμές στα λιπάσματα N, P θα είναι περίπου διπλάσιες σε σχέση με πέρσι το φθινόπωρο, ωστόσο σημείωσαν ότι υπάρχει μια συγκράτηση στην τιμή του καλίου, που παραμένει πάντως σε υψηλά επίπεδα.

Οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων εκτίμησαν στην «ΥΧ» ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα με την επάρκεια λιπασμάτων στην ελληνική αγορά λόγω του πολέμου, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν προβλήματα αν η ΚΥΑ καθυστερήσει.