Περί προστασίας προσωπικών δεδομένων και άλλων τινών…

γράφει η Ειρήνη Σωτηροπούλου, Δημοσιογράφος Euractiv Ελλάδος

Τις τελευταίες ημέρες, στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας βρίσκεται ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (GDPR), που πρόκειται να τεθεί σε ισχύ στις 25 Μαΐου και αναμένεται να αλλάξει ριζικά την ψηφιακή πραγματικότητα.

Πώς επηρεάζονται οι Ευρωπαίοι πολίτες από τον εν λόγω κανονισμό;

Το GDPR βελτιώνει τις προστασίες που προβλέπονταν κατά το προηγούμενο νομικό καθεστώς και επεκτείνει την εφαρμογή τους εν γένει, καθώς ο πολίτης έχει πλέον τη δυνατότητα να ζητήσει οριστική διαγραφή των προσωπικών δεδομένων (δικαίωμα στη λήθη) που διαθέτουν οι εταιρείες ή να ζητάει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας να διαβιβάζει τα δεδομένα του σε άλλον υπεύθυνο επεξεργασίας (δικαίωμα στη φορητότητα δεδομένων).

Επομένως, οι εταιρείες θα πρέπει να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με θεμιτό και διαφανή τρόπο και να τα συλλέγουν για συγκεκριμένους, καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς. Στο πλαίσιο αυτό, προτεραιότητα του κανονισμού είναι η ενίσχυση της προστασίας των χρηστών και η διεύρυνση των δικαιωμάτων τους.

Εντούτοις, ο αντίκτυπος του κανονισμού δεν είναι ακόμη έκδηλος, με αρκετούς αναλυτές να επισημαίνουν ότι δεν θα πρέπει να θεωρείται πανάκεια.

Νέα έρευνα που διεξήχθη από την ανεξάρτητη εταιρεία αναλύσεων IDC διαπίστωσε ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν είναι έτοιμες να συμμορφωθούν με τις επιταγές του GDPR, ενώ η κατανόησή του παραμένει εξίσου χαμηλή.

Σε κάθε περίπτωση, η Ευρώπη βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της νομοθεσίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και η αξιοποίηση του νέου αυτού κανονιστικού πλαισίου εναπόκειται στον εκάστοτε πολίτη.

Παρά την αυστηροποίηση της τρέχουσας νομοθεσίας, το GDPR θα επιφέρει περισσότερη διαφάνεια και θα οδηγήσει σε πιο εναρμονισμένους κανόνες, γεγονός που θα έχει θετική επίδραση στις επιχειρήσεις και κατ’ επέκταση στη ζωή των Ευρωπαίων πολιτών.