Περιορισμό στην κατανάλωση βιολογικών εντοπίζουν κράτη-μέλη

Αίτημα παρακολούθησης του τομέα

Η πτωτική τάση, αλλά και η στασιμότητα που κατέγραψαν το 2022 οι αγορές βιολογικών σε χώρες της ΕΕ, κυρίως λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, φαίνεται ότι προκαλεί προβληματισμούς για τυχόν αναχαίτιση της ανοδικής πορείας που διαγράφει τα τελευταία χρόνια ο τομέας. Αυτός είναι και ο λόγος που αρκετά κράτη-μέλη στηρίζουν ένα έγγραφο της Λιθουανίας προς την ΕΕ για την παρακολούθηση του τομέα.

Η τρισέλιδη επιστολή της Λιθουανίας, με τίτλο «Προοπτικές για τη βιολογική γεωργία», την οποία στηρίζουν Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, Τσεχία, Δανία, Φινλανδία, Ουγγαρία, Λετονία, Μάλτα, Ρουμανία και Σουηδία, συζητήθηκε στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα στο Λουξεμβούργο. Μέσω αυτής, ασκείται πίεση στην Κομισιόν ώστε να διοργανώσει μία στρατηγική συζήτηση για την προοπτική του τομέα και τον έλεγχο της παραγωγής.

Στο κείμενο υπενθυμίζεται ότι, μεταξύ 2015-2020, οι λιανικές πωλήσεις βιολογικών τροφίμων στην ΕΕ σχεδόν διπλασιάστηκαν και η έκταση που καλλιεργήθηκε με βιολογικές μεθόδους αυξήθηκε κατά 41%, ενώ οι εισαγωγές σημείωσαν, επίσης, ανοδική τάση.

Ωστόσο, στη συνέχεια, επισημαίνεται ότι «τα πιο πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα καταδεικνύουν μειωμένη κατανάλωση βιολογικών προϊόντων στην Ευρώπη», με τις εισαγωγές βιολογικών προϊόντων αγροδιατροφής να μειώνονται από 2,87 εκατ. τόνους το 2021 σε 2,73 εκατ. τόνους το 2022.

«Αυξανόμενος πληθωρισμός, καθώς και υψηλότερες τιμές σε τρόφιμα και ενέργεια, οδήγησαν σε μειωμένες πωλήσεις βιολογικών προϊόντων διατροφής σε πολλές αγορές της ΕΕ το 2022», αναφέρεται, καθώς η αγοραστική ικανότητα της κοινωνίας προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία.

«Το 2023, η έκταση των καλλιεργειών που πήραν βιολογική πιστοποίηση στη Λιθουανία μειώθηκε κατά περισσότερο από 5%, ενώ συρρικνώθηκε και ο αριθμός των βιολογικών εκμεταλλεύσεων», συμπληρώνεται στο κείμενο, με τους συντάκτες να επικαλούνται παραδείγματα από τη Βαλτική.

Παράλληλα, αναφέροντας απόψεις που διατυπώνουν εμπειρογνώμονες και φορείς πιστοποίησης για στασιμότητα σε εκτάσεις και εκμεταλλεύσεις, στην επιστολή επισημαίνεται ως πιθανή αιτία η συρρίκνωση -έως και μηδενισμός σε ορισμένες περιπτώσεις- του πριμ που καταβάλλεται για τη βιολογική παραγωγή. «Το κίνητρο των βιοκαλλιεργητών περιορίζεται, επίσης, από την πληθώρα νομικών πράξεων της ΕΕ, τις μακρές διαδικασίες έγκρισης, καθώς και από την πολύ μικρή διάρκεια των μεταβατικών περιόδων για προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις», προστίθεται.

Μεταξύ των προτάσεων που περιλαμβάνονται στην επιστολή είναι και η διερεύνηση των δυνατοτήτων απλούστευσης του Κανονισμού που διέπει τα βιολογικά (χωρίς να ξανανοίξει ο βασικός φάκελος) και η διασφάλιση ότι η νέα οριζόντια νομοθεσία ευθυγραμμίζεται με τον υπάρχοντα Κανονισμό. Παράλληλα, ζητείται μεγαλύτερη ευελιξία στη διαδικασία τροποποίησης των Στρατηγικών Σχεδίων.

Δεν είναι γενικευμένο το πρόβλημα, υποστηρίζει η ΕΕ

Παρόλο που αναγνωρίζεται ότι σε κάποια κράτη υπήρξε μία μείωση, δεν υπάρχει γενικευμένη πτώση των επιδόσεων, σύμφωνα με όσα δήλωσε ο αρμόδιος επίτροπος Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, χαρακτηρίζοντας τον τομέα ως κορυφαία προτεραιότητα για την ΕΕ και τον ίδιο και διαβεβαιώνοντας ότι η Κομισιόν παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις σε αυτόν.

Όπως ανέφερε, δεν υπάρχουν ακόμη επίσημα διαθέσιμα στοιχεία για το 2022 και το 2023, με τις προβλέψεις να μιλούν για ανάμεικτη εικόνα ως προς την κατανάλωση. «Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις, η κατανάλωση εξακολουθεί να είναι ευθυγραμμισμένη ή ακόμη και να υπερβαίνει τα αποτελέσματα που είχε προ πανδημίας», πρόσθεσε, υπενθυμίζοντας την αυξητική τάση που ακολουθούσε η συγκεκριμένη αγορά έως και το 2021, με βάση τα ενοποιημένα στοιχεία.

«Αναγνωρίζω ότι η κατανάλωση βιολογικών τροφίμων μπορεί να έχει επηρεαστεί από παγκόσμια απρόοπτα, ιδιαίτερα από τον πληθωρισμό, και ότι ο ρυθμός αύξησης των καταναλωτικών προτύπων μπορεί να έχει μειωθεί κάπως», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι, «πριν εξετάσουμε έναν πιθανό στρατηγικό αναπροσανατολισμό, θα πρέπει να υποστηρίξουμε τον κλάδο, ώστε να ανακάμψει στις αγορές στις οποίες έχει μειωθεί η ζήτηση».

Ταυτόχρονα, προέτρεψε τους υπουργούς να «εντείνουν τις προσπάθειες για την εφαρμογή του Βιολογικού Σχεδίου Δράσης και των μέτρων στα Στρατηγικά τους Σχέδια της ΚΑΠ, ιδίως εκείνων που σχετίζονται με τα βιολογικά.