Περιζήτητο και φέτος το ακτινίδιο

Μειωμένη η παγκόσμια προσφορά, πιάνουν και 1 ευρώ μέχρι στιγμής οι τιμές στον παραγωγό

Oλο και καλύτερη διαφαίνεται η εμπορική χρονιά για το ελληνικό ακτινίδιο, όσο η συλλογή οδεύει προς την ολοκλήρωσή της, ενώ υψηλότερες των περσινών είναι και οι τιμές που προσφέρονται στους παραγωγούς. Για γενικευμένη ζήτηση από τα διεθνή δίκτυα κάνει λόγο στην «ΥΧ» ο Ζήσης Μανώσης, γενικός διευθυντής της Ζευς Ακτινίδιο, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «οι αγορές ζητάνε πλέον προϊόν όχι μόνο από τις ΗΠΑ, αλλά από όλη την αμερικανική ήπειρο». Κάνει, μάλιστα, λόγο για μια ειδυλλιακή εικόνα, την οποία αποδίδει στο ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης.

«Σε μερικά χρόνια, θα τις θυμόμαστε αυτές τις χρονιές», σχολιάζει, επισημαίνοντας ότι η παγκόσμια προσφορά αυτήν τη στιγμή είναι μικρότερη λόγω των μειώσεων που παρατηρούνται κάθε χρόνο στην ιταλική παραγωγή. Ενδεικτικά, φέτος, η γειτονική χώρα προβλέπεται να παραγάγει περί τους 225.000 τόνους από 250.000 τόνους πέρυσι. «Επιπλέον, η Χιλή τελείωσε φέτος λίγο νωρίτερα, ενώ μικρότερη παραγωγή έχει φέτος και η Ισπανία», εξηγεί.

Η εταιρεία έχει ξεκινήσει εξαγωγές, με μικρές προς το παρόν ποσότητες, διαπιστώνοντας έντονη ζήτηση. Λειτουργεί με τη λογική της εκκαθάρισης στο τέλος της εμπορικής περιόδου για τους παραγωγούς της, όμως οι τιμές που ακούγονται τώρα βρίσκονται ήδη στο επίπεδο των 75-80 λεπτών, αυξημένες κατά 10 λεπτά σε σχέση με πέρυσι, ενώ, όπως αναφέρει ο κ. Μανώσης, υπήρξαν και πράξεις στο 1 ευρώ.

Από την πλευρά του, για τιμές της τάξης των 80-90 λεπτών κάνει λόγο ο Άγγελος Ξυλογιάννης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου και υπεύθυνος πωλήσεων του Αγροτικού Συνεταιρισμού Εκμετάλλευσης Ακτινιδίων (ΑΣΕΑ) Άρτας, σχολιάζοντας ότι βρίσκονται εντός του στόχου της αύξησης 15%-20% σε σχέση με πέρυσι για τον οποίο πάλεψαν οι συνεταιρισμοί. Από το διαλογητήριο της οργάνωσης έχουν «φύγει» κάποιες πρώτες ποσότητες, όμως, η διακίνηση αναμένεται να ενταθεί από τον Φεβρουάριο. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι αγορές ανταποκρίνονται στις τιμές, παραγγελίες υπάρχουν και το ενδιαφέρον κινείται στα περσινά υψηλά επίπεδα.

Εκτός από τις τιμές, βέβαια, αυξημένα φέτος είναι και τα έξοδα, καθώς, όπως αναφέρει ο κ. Μανώσης, «το κόστος ενέργειας έχει πια υπερδιπλασιαστεί». Ο ίδιος τονίζει το ενεργοβόρο των ψυκτικών θαλάμων που επιβαρύνει τα συσκευαστήρια, ενώ ακριβότερα κατά 15% είναι και τα υλικά συσκευασίας, τη στιγμή που τριπλάσιες είναι οι τιμές των κοντέινερ.

«Οπουδήποτε κάνεις εξαγωγή εκτός Ευρώπης τα κόστη είναι επί τρία, εφόσον βέβαια βρεις κοντέινερ», σχολιάζει χαρακτηριστικά. Μία ακόμη επιβάρυνση για την επόμενη χρονιά αναμένεται και από το σημαντικά αυξημένο κόστος των εφοδίων.

Έχουν ζήτηση τα κιτρινόσαρκα

Και οι δύο συνομιλητές μας αναφέρονται στην τάση για κιτρινόσαρκες ποικιλίες που ζητά η διεθνής αγορά, η καλλιέργεια των οποίων ξεκίνησε δοκιμαστικά και στη χώρα μας. Για τον ΑΣΕΑ Άρτας φέτος έχουν μπει τα πρώτα 50 στρέμματα «και αν οι πρώτες ενδείξεις είναι καλές, θα βάλουμε στόχο για 500 στρέμματα», αναφέρει ο κ. Ξυλογιάννης. «Πρόκειται για ποικιλίες που μπορούν να διακινηθούν και μέσα στον Οκτώβριο. Γενικότερα, οι αγορές ζητάνε επιπλέον κωδικούς και νέα προϊόντα», προσθέτει.

Έχοντας βάλει από πρόπερσι τα πρώτα 150 στρέμματα, με πλάνο να φυτευτούν ακόμη 200 στρέμματα, ώστε την επόμενη πενταετία να αντιπροσωπεύουν το 30% της παραγωγής της, η Ζευς έχει φέτος τα πρώτα δείγματα δύο κιτρινόσαρκων ποικιλιών που έχει πατεντάρει μέσω της ιταλικής New Kiwi Plant, εταιρείας στην οποία είναι μέτοχος και συνιδρυτής. «Η μεγάλη ζήτηση αυτών των κιτρινόσαρκων ποικιλιών είναι κυρίως στις ασιατικές αγορές, αλλά και στην Ευρώπη κερδίζουν πλέον έδαφος», εξηγεί ο κ. Μανώσης, μιλώντας για προϊόν που δεν ανταγωνίζεται το πράσινο ακτινίδιο, λόγω των διαφορών τους σε γεύση και γλυκύτητα.

«Επομένως, για όποιον καταφέρει να διακινήσει και τα δύο, σημαίνει άνοιγμα κι άλλων αγορών και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς», εκτιμά.