Η περσινή τιμή δίνει στρέμματα, όχι όμως και ρυθμό για το ξερό φασόλι

των Μελίνας Ζιάγκου, Γιάννη Σάρρου

Οι αθρόες εισαγωγές και οι ελληνοποιήσεις που πιέζουν την τιμή της εγχώριας παραγωγής, σε συνδυασμό με την περιορισμένης κλίμακας οργάνωση των παραγωγών ως άμυνα απέναντι σε αυτές τις πρακτικές, αποτελούν παράγοντες οι οποίοι δεν ενθαρρύνουν κάποια αξιόλογη ενίσχυση της καλλιέργειας φασολιού στρεμματικά.

Οι όποιες επιμέρους αυξήσεις εκτάσεων οφείλονται σε συγκυριακούς λόγους και δεν ανατρέπουν τη γενικευμένη εικόνα όπως η φετινή, που η μικρή παραγωγή, λόγω των περιορισμένων περσινών σπορών και των ζημιών που σημειώθηκαν σε πολλές περιοχές, στήριξε ως έναν βαθμό την τιμή. Την ίδια στιγμή, δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναδεικνύουν ως μέσο για τη διατήρηση και την ενίσχυση της καλλιέργειας τις συμβάσεις παραγωγών με εταιρείες, στα πρότυπα της συμβολαιακής.

Σύμφωνα με τον Δήμο Κατσή, γεωπόνο από τους Σοφάδες Καρδίτσας, «το φασόλι είναι σταθερά μειούμενο, γιατί είναι δύσκολη καλλιέργεια. Η καλή τιμή μπορεί να ενθαρρύνει κάποιους, αλλά αυτό είναι συγκυριακό όσο γίνεται απρογραμμάτιστα και ευκαιριακά, επειδή βλέπουν ότι μια χρονιά είχε έλλειψη στην αγορά. Συνεπώς, εάν όλη η Θεσσαλία έχει 3.000 στρέμματα και φέτος συγκυριακά γίνουν 4.000, δεν ανατρέπεται η συνολική πορεία της καλλιέργειας».

Ο ίδιος εκτιμά ότι τα συμβόλαια με εταιρείες που διασφαλίζουν την απορρόφηση της παραγωγής σε προσυμφωνημένη τιμή μπορούν να δώσουν ώθηση στην καλλιέργεια. «Αν δεν κάνουν συμβόλαια με εταιρεία, υπάρχει κίνδυνος να μείνουν ξεκρέμαστοι. Σε αυτά τα είδη τονίζω ότι πρέπει να γίνει συμβολαιακή γεωργία με κάποια εταιρεία, που είναι πολύ περιορισμένη ακόμη στο ξερό φασόλι, για να αυξηθεί η καλλιέργεια», είπε χαρακτηριστικά, μιλώντας στην «ΥΧ». Σε κάθε περίπτωση, πάντως, σημειώνει ότι τα στρέμματα του φασολιού υπολείπονται πολύ εκείνων του ρεβιθιού.

Ένας άλλος παράγοντας που από την εμπειρία του ο γεωπόνος διαπιστώνει ότι κρατάει «πίσω» το φασόλι στη Θεσσαλία, είναι το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που τα έξοδα του φασολιού είναι 150 ευρώ/στρέμμα, όπως και του βαμβακιού, η συνδεδεμένη στο βαμβάκι το καθιστά ελκυστικότερο ως επιλογή, γιατί μειώνει το ρίσκο για τον καλλιεργητή.

Το όσπριο είναι δύσκολο προϊόν και πιέζεται από τις μεγάλες εισαγωγές, με αποτέλεσμα οι έμποροι να το παίρνουν σε πολύ χαμηλή τιμή

Κυριαρχούν τα μέτρια

Από την πλευρά του, ο Αριστοτέλης Πέππας, από τις Ερυθρές Αττικής, ο οποίος εκτός από τη δική του καλλιέργεια κάνει και επεξεργασία και συσκευασία φασόν για μεγάλες εταιρείες, εκτιμά ότι θα υπάρξει στρεμματική άνοδος στο φασόλι, καθώς όπως διαπιστώνει «ό,τι μου ήρθε φέτος από ποιοτικό φασόλι είχε υψηλή τιμή, γιατί πέρσι είχαν βάλει πολύ λιγότερο και είχε και ζημιές. Έτσι, ήταν λίγα και υπήρχε ζήτηση και κράτησε την τιμή. Το 80% της κατανάλωσης είναι το μέτριο».

Σε μια προσπάθεια να ενθαρρύνει την καλλιέργεια ξερού φασολιού, ο Αγροτικός Συνεταιρισμός «Ενιπέας» στα Φάρσαλα υπογράφει φέτος συμβόλαιο με εταιρεία εμπορίας από την Ορεστιάδα, με τιμή παραγωγού 1 ευρώ το κιλό. Σε πρώτη φάση, ο συνεταιρισμός συγκεντρώνει 250 στρέμματα φασόλι, εκ των οποίων το 60% είναι ανοιξιάτικες σπορές και το 40% επίσπορες που θα πραγματοποιηθούν τέλη Απριλίου.

Όπως μας είπε ο αντιπρόεδρος του συνεταιρισμού, Νίκος Γούσιος, «μετά από χρόνια βάζουμε φασόλια. Δεν είχε αγορά. Το όσπριο είναι δύσκολο προϊόν και πιέζεται από τις μεγάλες εισαγωγές, με αποτέλεσμα οι έμποροι να το παίρνουν σε πολύ χαμηλή τιμή». Ο συνεταιρισμός θα διαθέσει το 80% στην εταιρεία μέσω της συμφωνίας και το υπόλοιπο θα το διαχειριστεί ο ίδιος. Αναφερόμενος στην πρακτική των συμβάσεων, ο κ. Γούσιος σχολίασε ότι «η σύμβαση είναι ένα πολύ καλό εργαλείο, αλλά σε δεσμεύει και ως προς την τιμή. Κατά τη γνώμη μου, το καλύτερο είναι να έχουμε τη σύμβαση και να μπορούμε να διαθέτουμε και ως συνεταιρισμός ένα ποσοστό ανεξάρτητα.

Η σύμβαση μας εξασφαλίζει ότι η τιμή δεν θα πάει πιο κάτω, αλλά δεν πάει και πιο πάνω από τη συμβολαιακή». Στον συνεταιρισμό προσδοκούν ότι με μια καλή παραγωγή, της τάξης των 250 τόνων/στρέμμα, θα μείνουν 80 ευρώ/στρέμμα στον παραγωγό, συνυπολογίζοντας το κόστος της καλλιέργειας με τη συγκεκριμένη συμφωνία.

Ετοιμάζονται για Norton και Τσαλιά

Μέσα στο πρώτο πενθήμερο του Απριλίου θα μπουν στα χωράφια για τις σπορές του Norton οι παραγωγοί στη Χρυσούπολη, ενώ πιο αργά, στα τέλη Απριλίου, θα σπαρθούν τα Τσαλιά. Εκεί, η ΕΑΣ Καβάλας καταβάλλει προσπάθειες ώστε να διατηρηθούν τα 1.200 στρέμματα που σπάρθηκαν πέρσι. «Εμείς, ως συνεταιρισμός, διασφαλίσαμε τιμή και θα κάνουμε συμβάσεις με τους παραγωγούς στα 1,4-1,5 ευρώ, γιατί οι καλλιεργητές είναι απογοητευμένοι. Τα φθηνότερα εισαγόμενα και οι ελληνοποιήσεις επιδρούν αρνητικά στην καλλιέργεια γιατί πιέζουν την τιμή.

Πέρσι πληρώσαμε 1,3 ευρώ το κιλό και τα Τσαλιά προσπαθούμε ακόμα να τα πουλήσουμε για τον παραγωγό 1,8 ευρώ, αλλά οι ζημιές ήταν μεγάλες και οι παραγωγοί δεν αποζημιώθηκαν γι’ αυτές από τον ΕΛΓΑ, κάνοντας διάχυτη την απογοήτευση».

Για αλλαγή νοοτροπίας προς την κατεύθυνση ενός μακροπρόθεσμου επιχειρηματικού σχεδιασμού έκανε λόγο ο επικεφαλής της AgriFarm, Δημήτρης Γκρεμυλογιάννης, εκφράζοντας την άποψη ότι συνολικά η καλλιέργεια των οσπρίων είναι μια ασφαλής επιλογή για την αγροτική παραγωγή, δεδομένης της έντονης στροφής προς τη φυσική πρωτεΐνη.

Έθεσε, όμως, ως προϋπόθεση την εκπαίδευση και τη συνεργασία μεταξύ των κρίκων της αλυσίδας. Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι αναγκαίο να καλλιεργηθεί ως αντίληψη ο στόχος των υψηλών προδιαγραφών και συμπλήρωσε πως «δεν μπορεί η καλλιέργεια οσπρίων να εντάσσεται στη λογική των επιδοτήσεων και των συνδεδεμένων, δηλαδή να βάλουν συμπληρωματικά και μερικές δεκάδες στρέμματα οσπρίων».

Ο ίδιος διακρίνει ότι παρά το γεγονός ότι το φασόλι, όπως αναφέρει, είναι δύσκολη καλλιέργεια και δεν μπορεί να μπει οπουδήποτε, καθώς απαιτεί εμπειρία και μεγαλύτερη φροντίδα, παρακολούθηση και ακρίβεια, στρεμματικά θα το στηρίξει η έντονη ζήτηση που παρατηρείται φέτος, λόγω της περσινής μειωμένης παραγωγής. Η εταιρεία, συγκεκριμένα, προσανατολίζεται σε αύξηση της παραγωγής φασολιού κατά 40%.

Υποχωρεί το μεγαλόσπερμο Πρεσπών

Στη διατήρηση των περσινών στρεμμάτων, περίπου 10.000, προσανατολίζονται οι παραγωγοί στην περιοχή των Πρεσπών, οι οποίοι υπό κανονικές συνθήκες μπαίνουν στα χωράφια στα τέλη Απριλίου-αρχές Μαΐου. Όπως μας είπε ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Φασολοπαραγωγών Εθνικού Δρυμού Πρεσπών «Πελεκάνος», Κώστας Ναλπαντίδης, ο φετινός σχεδιασμός του συνεταιρισμού περιλαμβάνει μεγάλη υποχώρηση στις σπορές της ποικιλίας του μεγαλόσπερμου φασολιού Πρεσπών, υπέρ του γίγαντα και του ελέφαντα. Και αυτό, γιατί αυτές οι δύο ποικιλίες παρουσίασαν πέρσι μεγάλη ζήτηση, ενώ το μεγαλόσπερμο που προσομοιάζει εμφανισιακά με το Norton και τις ποικιλίες που εισάγονται, αντιμετωπίζει μεγαλύτερη πίεση στην τιμή.

Ο ίδιος, πάντως, υπογράμμισε ότι ο όποιος προγραμματισμός τελεί υπό την αίρεση των εξελίξεων στο μέτωπο του κορωνοϊού. «Χωρίς εργάτες γης από την Αλβανία, τα στρέμματα που θα σπαρθούν θα είναι πολύ λιγότερα από τα προγραμματισμένα, καθώς οι παραγωγοί θα σπείρουν μόνο όσα μπορούν μόνοι τους».

Προς τα τέλη Απριλίου η σπορά για τα Ασπρομύτικα της Λήμνου

Οι μειωμένες βροχοπτώσεις που επικρατούν όλο αυτό το διάστημα στο νησί της Λήμνου προβληματίζουν τους παραγωγούς για τον προγραμματισμό των καλλιεργειών τους. Συνολικά στο νησί καλλιεργούνται περίπου 6.000 στρέμματα φασολιού, εκ των οποίων τα μισά με Ασπρομύτικα.

Όπως μας εξηγεί ο Φάνης Καρανικόλας, γεωπόνος της ΔΑΟΚ Λήμνου, «υπάρχει ενδιαφέρον για την καλλιέργεια της τοπικής μας ποικιλίας από πολλούς παραγωγούς του νησιού μας. Δυστυχώς, όμως, οι μειωμένες βροχοπτώσεις που επικρατούν, όπως επίσης κι ο αυξημένος αριθμός των άγριων κουνελιών, αποτρέπουν σε έναν βαθμό την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων». Όπως μας εξήγησε ο κ. Καρανικόλας, γίνεται μία προσπάθεια από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθήνας για την καταγραφή όλων των παραδοσιακών ποικιλιών αγρωστωδών και ψυχανθών στο νησί, με απώτερο στόχο την ταυτοποίηση του τοπικού γενετικού υλικού και παράλληλα την προβολή και προώθηση αυτών των προϊόντων.

«Η ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής συνεπάγεται και μία προστιθέμενη αξία στο προϊόν που παράγουμε στον τόπο μας. Οι αγρότες του νησιού μας γνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες των προϊόντων αυτών και προσπαθούν να υποστηρίξουν με κάθε τρόπο τις καλλιέργειες και την παραγωγή τους».