Το πρόβλημα της φέτας δεν είναι μόνο τα κρούσματα νοθείας

Το ζήτημα της γνησιότητας της φέτας βρίσκεται πάλι στην επικαιρότητα, με παρόμοιο μάλιστα τρόπο που βρέθηκε πριν από λίγους μήνες.

Εταιρεία που διακινεί γαλακτοκομικά προϊόντα στις σκανδιναβικές αγορές έστειλε με δική της πρωτοβουλία δείγματα προϊόντων που διακινούν ανταγωνιστές της ως ελληνική φέτα σε σουηδικό εργαστήριο. Με βάση τη γνωμοδότηση του εργαστηρίου, τα εν λόγω προϊόντα ήταν νοθευμένα, καθώς παρείχαν μεγάλες ποσότητες αγελαδινού γάλακτος αντί αιγοπρόβειου.

Οι ελεγκτικές αρχές της Ελλάδας πληροφορήθηκαν για ακόμα μία φορά το συμβάν από τα αλληλοκαρφώματα των εταιρειών και τις διαρροές που οι ίδιες έκαναν, παρά από τους δικούς τους ελεγκτικούς μηχανισμούς.

Επίσης, η Διεπαγγελματική Οργάνωση Φέτας για ακόμη μία φορά ήταν απλός θεατής, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που διατυπώνουν την άποψη ότι η λύση βρίσκεται απλά στην αυστηροποίηση και στην αναλογικότητα των ποινών σε όσους πιάνονται.

Όμως, τα πράγματα μάλλον είναι πολύ πιο σύνθετα! Κατ’ αρχάς, τα «λεφτά είναι πολλά», καθώς τα λευκά τυριά τύπου φέτας γνωρίζουν τη μεγαλύτερη αύξηση ζήτησης από οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο προϊόν στην παγκόσμια αγορά.

Σε αντίθεση με την κινητικότητα που επέδειξαν η Γαλλία και η Γερμανία για την παρεμπόδιση της κατοχύρωσης της ονομασίας της φέτας ως ελληνικού ΠΟΠ το 2002, τα χρόνια που ακολούθησαν τις πρωτοβουλίες ανέλαβε η Δανία. Μία χώρα που αφενός είναι η μοναδική ευρωπαϊκή (εκτός βέβαια από την Ελλάδα) που διαθέτει εθνική νομοθεσία παραγωγής «φέτας Δανίας» με αγελαδινό γάλα από το έτος 1963. Αφετέρου έχει να επιδείξει έναν αξιοζήλευτο δυναμισμό στη διεισδυτικότητα στις παγκόσμιες αγορές τροφίμων μέσω της αντιγραφής προϊόντων χωρών που διαθέτουν διατροφική παράδοση.

Και όλα αυτά μέσα από συντεταγμένο σχεδιασμό παραγωγικών και εμπορικών κινήσεων. Όταν, για παράδειγμα, η Κομισιόν ζήτησε τον Ιανουάριο του 2018 από τις αρχές της χώρας να απαντήσουν γιατί παρανομούν εξάγοντας σε τρίτες χώρες λευκό τυρί με την ονομασία φέτα, η Δανία ούτε καν απάντησε! Έτσι, μετά από δύο χρόνια, η Κομισιόν παρέπεμψε την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ενώ ουσιαστικά η Δανία παρανομεί και θα συνεχίσει να παρανομεί για χρόνια.

Υπάρχουν, λοιπόν, χώρες ειδικά στη Βόρεια Ευρώπη που έχουν κάθε λόγο να αναδεικνύονται ή και να μεθοδεύουν γεγονότα που σχετίζονται με παρατυπίες ή νοθείες στη φέτα, ειδικά όταν αυτές αφορούν τη χρήση αγελαδινού γάλακτος, δηλαδή την πρώτη ύλη που χρησιμοποιούν και οι ίδιες.

Τέλος, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται και κάτι ακόμη. Ο Κανονισμός 1829/2002, με τον οποίο η Ελλάδα ξαναπήρε το ΠΟΠ φέτας μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αναφέρεται σε παραδοσιακές πρακτικές με βάση τις οποίες παράγεται το προϊόν. Σε αυτές περιλαμβάνονται, εκτός των άλλων, συγκεκριμένες τεχνικές τυροκόμησης, καθώς και εκτακτικές εκτροφές φυλών ζώων που έχουν εναρμονισθεί στην ελληνική φύση.

Χρειάζεται, λοιπόν, να συζητήσουμε και να θεσπίσουμε ένα πολύπλευρο σχέδιο που θα αφορά πολλά και πολλούς!