Μια πρώτη αγροτική ακτινογραφία της Έκθεσης Πισσαρίδη

Η έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, για την ακρίβεια «ένα πρώτο ενδιάμεσο και ημιτελές κείμενο» κατά τη γνώμη των συντακτών της, δόθηκε την προηγούμενη Δευτέρα στη δημοσιότητα για παρατηρήσεις και σχολιασμό. Όπως διευκρίνισε και ο πρωθυπουργός, αφού γίνουν οι απαραίτητες προσαρμογές και προστεθούν νέες ενότητες, θα αποτελέσει από τον Σεπτέμβριο το Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία.

Βέβαια, όταν ο νομπελίστας οικονομολόγος και η Επιτροπή των Σοφών ανέλαβαν να εκπονήσουν το εν λόγω σχέδιο στην αρχή του έτους, τα δεδομένα ήταν διαφορετικά. Η πανδημία που ακολούθησε, η βαθιά οικονομική ύφεση, οι οικονομικές ανακατατάξεις που ακόμη παραμένουν άγνωστες, η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, προϋπολογισμού 750 δισ. ευρώ, και η ανάγκη να καταθέσει έγκαιρα η Ελλάδα μία αξιόπιστη εθνική πρόταση στην εκτελεστική επιτροπή του Ταμείου COVID-19 στις Βρυξέλλες αλληλοτροφοδοτούνται με την Έκθεση Πισσαρίδη.

Μάλιστα, ειδικά για τον αγροτικό τομέα και την ύπαιθρο, η έκθεση οφείλει να λάβει υπόψη της τις δύο μεγάλες νέες στρατηγικές της Πράσινης Συμφωνίας, «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» και «Βιοποικιλότητα», καθώς βέβαια και το περιεχόμενο της νέας ΚΑΠ και της νέας προγραμματικής περιόδου.

Οι αναφορές για την αγροδιατροφή

Το κείμενο που δημοσιοποιήθηκε δεν προβαίνει σε προτάσεις για επιμέρους τομείς. Όπως αναφέρεται στον πρόλογό του, είναι η τελική έκθεση που θα εμπεριέχει τέτοιου είδους αναλύσεις τόσο για το «αγροδιατροφικό σύμπλεγμα», όσο και για άλλους κλάδους. Εξάλλου, ένας τέτοιος προσδιορισμός μπορεί να γίνει σε συνάρτηση με το εθνικό σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης, με την πρώτη σύσκεψη προετοιμασίας της ελληνικής πρότασης να γίνεται προχθές 4 Αυγούστου στο υπουργείο Ανάπτυξης.

Παρ’ όλα αυτά, το κείμενο Πισσαρίδη οριοθετεί και προσδιορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί και η αγροδιατροφή τη νέα περίοδο. Πιο συγκεκριμένα, ως βασικός στόχος της προτεινόμενης οικονομικής πολιτικής θεωρείται η συστηματική αύξηση των εισοδημάτων. Για την επίτευξή του, καθώς και κεντρική αναπτυξιακή κατεύθυνση, αποτελεί το τρίπτυχο:

✱ Αύξηση της παραγωγικότητας.

✱ Αύξηση της εξωστρέφειας.

✱ Στενότερη σύνδεση της παραγωγής με την τεχνολογία και την καινοτομία.

Βαθμός παραγωγικότητας

Σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα, η έκθεση αναφέρεται σε διάφορους συνολικούς συγκριτικούς δείκτες της Ελλάδας με την υπόλοιπη ΕΕ. Η εικόνα του πρωτογενούς τομέα, αν και δεν εξειδικεύεται, είναι εξίσου προβληματική. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, που έχει παρουσιάσει η «ΥΧ» για παράδειγμα, η παραγωγικότητα εργασίας βρίσκεται περίπου στα 2/3 του κοινοτικού μέσου όρου.

Επιπλέον, ο δείκτης TFP ήταν το έτος 2000 στην Ελλάδα 5 μονάδες υψηλότερος από τον κοινοτικό μέσο όρο, ενώ σήμερα υστερεί κατά περίπου 10 μονάδες από αυτόν. Συνεπώς, αυτή η τάση απόκλισης πρέπει σίγουρα να ανακοπεί.

Εξωστρέφεια

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, τέσσερα από τα δέκα κυριότερα εξαγωγικά προϊόντα της Ελλάδας το έτος 2019, προέρχονται από την αγροδιατροφή (βαμβάκι, ψάρια, επεξεργασμένα λαχανικά, τυριά).

Το φαινόμενο αυτό καταδεικνύει ότι ο πρωτογενής τομέας είναι σαφώς πιο εξωστρεφής από πολλούς άλλους. Μπορεί, βέβαια, θα πρόσθετε κάποιος, η καγκελάριος Μέρκελ να είχε δηλώσει πριν από μερικά χρόνια ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να σταθεί στην παγκόσμια οικονομία εξάγοντας ελιές, ωστόσο δεν αποτελεί ευθύνη των αγροτών τόσο η συγκριτικά μεγαλύτερη υστέρηση άλλων κλάδων, όσο και ότι τα προϊόντα αγροδιατροφής που εξάγονται έχουν κατά κανόνα μικρό βαθμό βιομηχανικής επεξεργασίας και, συνεπώς, προστιθέμενης αξίας.

Σε κάθε περίπτωση, η έκθεση συνδέει τη στοχευμένη εξαγωγική αναβάθμιση τόσο με εκστρατείες προώθησης, όπως το «Made in Greece», κατά τα ιταλικά πρότυπα, όσο και με στροφή της οικονομίας προς δύο κατευθύνσεις.

Πρώτον, την Πράσινη Ανάπτυξη που εμπεδώνει την «πράσινη εικόνα» της χώρας (και της αγροδιατροφής της, όπως αναφέρεται) μέσω της κυκλικής οικονομίας, του περιορισμού της κλιματικής αλλαγής, την αξιοποίηση της βιοποικιλότητας και την προστασία του περιβάλλοντος.

Δεύτερον, την έξυπνη ανάπτυξη, η οποία σχετίζεται με την αξιοποίηση της καινοτομίας και της γνώσης.

Σύνδεση παραγωγής με τεχνολογία και καινοτομία

Η αξιοποίηση της καινοτομίας βρίσκεται στο επίκεντρο της έκθεσης, τόσο γιατί αποτελεί κυρίαρχο μέσο επίτευξης της ανάπτυξης, όσο βέβαια και γιατί σε αυτήν εστιάζουν προβλεπόμενες δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στις ψηφιακές τεχνολογίες, στην κατάρτιση Βίβλου Ψηφιακού Μετασχηματισμού, στην απόκλιση των ψηφιακών δεξιοτήτων και της ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας στην παραγωγή (κάτι που, όπως τονίζεται, δεν ισχύει για τις δημόσιες υπηρεσίες), τη δημιουργία μεγάλων βάσεων δεδομένων στη γεωργία και αλλού κ.λπ.

Ωστόσο, η έκθεση εμφανίζει έναν κρίσιμο «ετεροχρονισμό». Θέτει στο επίκεντρο την ανάγκη σύνδεσης των πανεπιστημίων και των επιχειρήσεων, ενώ πλέον η πρόκληση του πρωτογενούς τομέα βρίσκεται αλλού. Πιο συγκεκριμένα, η νέα ΚΑΠ, η στρατηγική «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο», «απαιτούν» από τους αγρότες να μειώσουν τη χρήση εισροών ακόμη και στο μισό, αξιοποιώντας τεχνολογίες, όπως αυτές της ευφυούς γεωργίας. Απαιτούν, δηλαδή, να περάσει άμεσα η καινοτομία από τα εργαστήρια και τις επιχειρήσεις που την παράγουν στους αγρούς και τους στάβλους.

Το ιταλικό παράδειγμα

Η εν λόγω μετάβαση και η δυνατότητα ένταξής της στο Ταμείο Ανάκαμψης άρχισε ήδη να απασχολεί αρκετές χώρες. Η Ιταλία, για παράδειγμα, θέτοντας ως πλαίσιο την επισιτιστική ασφάλεια και την ανάγκη διεύρυνσης της παραγωγής, όπως αναδείχθηκαν κατά την πανδημία, τη ζήτηση τοπικών προϊόντων και την εκστρατεία «Made in Italy», την επανεξέταση της δυναμικής των προϊόντων γεωγραφικών ενδείξεων σε αντίθεση με τα προϊόντα-εμπορεύματα, καθώς και τις απαιτήσεις που απορρέουν από την Πράσινη Συμφωνία, σχεδιάζει, εκτός των άλλων, το πέρασμα του 10% των καλλιεργούμενων εκτάσεων σε πρακτικές ευφυούς γεωργίας, με χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Αναμφίβολα, από τέτοιου είδους τομεακές παρεμβάσεις θα κριθεί και το αναπτυξιακό εγχείρημα της Ελλάδας.