Οι πτηνοτρόφοι ωφελούνται τελευταίοι από τις τιμές-ρεκόρ στα αβγά

Οι αυξήσεις στα κόστη -και ιδίως στις ζωοτροφές- αντισταθμίζουν τις ανατιμήσεις

Σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, από τα οποία δεν αναμένεται να υποχωρήσουν σύντομα, έχουν αναρριχηθεί οι τιμές των αβγών παγκοσμίως, δίχως ωστόσο αυτό να «μεταφράζεται» απαραίτητα σε αντίστοιχα κέρδη για τους πτηνοτρόφους, αφού το υψηλό κόστος των ζωοτροφών, αλλά και των εκτροφών γενικότερα, απορροφά το μεγαλύτερο μέρος των ανατιμήσεων.

Στο πρώτο τρίμηνο του 2023, ο σχετικός δείκτης της Rabobank (Global Egg Price Monitor) που «παρακολουθεί» τις τιμές των αβγών παγκοσμίως, ξεπέρασε τις 250 μονάδες, κάτι που σημαίνει ότι οι τιμές ανέβηκαν 2,5 φορές σε σχέση με το 2007 (έτος αναφοράς). Σε σύγκριση, δε, με το πρώτο περσινό τρίμηνο οι αυξήσεις υπερέβησαν το 100%.

Στις ΗΠΑ και στην ΕΕ, ειδικότερα, η τιμή του αβγού στο διάστημα αυτό ενισχύθηκε κατά 155% και 62% αντίστοιχα, ενώ στην Ιαπωνία σκαρφάλωσε τον Μάρτιο στα 235 γεν, νούμερο που είχε να καταγραφεί από το 2003. Ιστορικά υψηλά σημειώθηκαν επίσης σε αγορές όπως η Ταϊλάνδη, οι Φιλιππίνες, το Ισραήλ, η Νέα Ζηλανδία, η Νιγηρία, η Κένυα, η Βραζιλία, το Μεξικό και η Αργεντινή.

Οι έξι λόγοι πίσω από την άνοδο

Σύμφωνα με την ανάλυση της τράπεζας, έξι είναι οι βασικοί λόγοι πίσω από την εκρηκτική άνοδο των τιμών των αβγών:

1) Οι αυξημένες τιμές των ζωοτροφών οι οποίες αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 60%-70% του συνολικού κόστους των πτηνοτρόφων. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές της Rabobank, κάθε μεταβολή και, ιδίως, οποιαδήποτε αβεβαιότητα περιβάλλει το κόστος των ζωοτροφών αποτυπώνεται… νομοτελειακά στις τιμές των αβγών. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι οι ζωοτροφές ουσιαστικά διπλασιάστηκαν από τα μέσα του 2020 μέχρι τα μέσα του 2022, οι αυξήσεις στις τιμές των αβγών κάθε άλλο παρά έκπληξη πρέπει να προκαλούν. Μάλιστα, όπως σημειώνει η τράπεζα, οι παραγωγοί διαχρονικά δυσκολεύονται να «περάσουν» τις αυξήσεις αυτές στους καταναλωτές.

2) Η γρίπη των πτηνών, που είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο αριθμός των ωοτόκων ορνίθων και, κατ’ επέκταση, της παραγωγής αβγών σε πολλές περιοχές. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το ζωικό κεφάλαιο μειώθηκε κατά τουλάχιστον 40 εκατ. όρνιθες το 2022, στην Ιαπωνία κατά 15 εκατ., ενώ στην Ευρώπη οι απώλειες υπολογίζονται από 3% έως 5%.

3) Οι συνεχιζόμενες αναταράξεις στην παγκόσμια αγορά, λόγω της πανδημίας, καθώς ορισμένα κανάλια διάθεσης δεν επανήλθαν πλήρως σε «φυσιολογικά» επίπεδα ζήτησης, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.

4) Οι αλλαγές στο εκάστοτε κανονιστικό πλαίσιο: Ενδεικτικά, η απαγόρευση των κλωβοστοιχιών στη Ν. Ζηλανδία είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση από 5% έως 12% στον αριθμό των ωοπαραγωγικών ορνίθων στη χώρα.

5) Οι διαφοροποιήσεις στη συμπεριφορά του καταναλωτή. H μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών, λόγω των έντονων πληθωριστικών πιέσεων, είχε ως συνέπεια να στραφούν σε πιο προσιτές πηγές ζωικής πρωτεΐνης, γεγονός που ενίσχυσε τη ζήτηση για αβγά.

6) Η μείωση της παραγωγής/προσφοράς εξαιτίας της περιρρέουσας αβεβαιότητας. Όπως αναφέρει η Rabobank, αρκετοί παραγωγοί έχουν μειώσει τον αριθμό των ωοτόκων ορνίθων, καθώς οι πελάτες τους δεν ήταν διατεθειμένοι να δεσμευθούν με συμβάσεις με συγκεκριμένους όγκους προϊόντων, κάτι που αύξανε δυσανάλογα το ρίσκο για τους πτηνοτρόφους.

Εξέλιξη του Δείκτη Τιμών Αβγών της Rabobank

Ανάλυση Rabobank βάσει στοιχείων από FAO, USDA, Eurostat και κατά τόπους στατιστικές υπηρεσίες

Στο 26,2% οι αυξήσεις στην Ελλάδα

Στην ΕΕ, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, τον Ιανουάριο του 2023 οι τιμές των αβγών ήταν αυξημένες κατά 30% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πέρυσι, όταν στην αντίστοιχη σύγκριση του Ιανουαρίου του 2022 με τον Ιανουάριο του 2021 η αύξηση ήταν 7%.

Η Ελλάδα, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής, κινήθηκε λίγο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με τις τιμές να εμφανίζονται τον πρώτο μήνα του έτους μεσοσταθμικά ανεβασμένες κατά 26,3% σε σχέση με πέρυσι. Το ποσοστό είναι χαμηλότερο από την Τσεχία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, που συγκροτούν την πρώτη τριάδα στη σχετική λίστα, με αυξήσεις τιμών 84,9%, 79,4% και 78,9% αντίστοιχα. Μεγάλες αυξήσεις καταγράφηκαν επίσης στην Κροατία (62,6%), στην Εσθονία (56,3%), στην Πορτογαλία (46,2%) και στη Φινλανδία (37,2%). Στον αντίποδα, μικρότερες συγκριτικά με τη χώρα, αλλά διόλου ευκαταφρόνητες, ήταν οι ανατιμήσεις στην Ολλανδία (17,9%), στη Γαλλία (20,7%), στην Ιταλία (20,8%), στην Ιρλανδία (22,3%), στην Κύπρο (23,1%) και στην Ολλανδία (24,2%).

«Κανένας δεν κερδίζει χρήματα»

Όπως εξηγεί, ωστόσο, στην «ΥΧ» ο Γιάννης Τσακίρης, επικεφαλής της Αβγά Τσακίρη ΑΕ, η παρούσα συγκυρία εξελίσσεται σε τεστ αντοχής για τις επιχειρήσεις του χώρου. «Αυτήν τη στιγμή, κανένας πτηνοτρόφος δεν μπορεί να πει ότι κερδίζει χρήματα. Όλοι συντηρούμε τις επιχειρήσεις μας και προσπαθούμε να κρατηθούμε μέσα στην αγορά», υπογραμμίζει.

Σύμφωνα με τον συνομιλητή μας, τα προβλήματα στην πτηνοτροφία άρχισαν να εμφανίζονται με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. «Οι ζωοτροφές, που αντιστοιχούν στο 80%-85% της αξίας του αβγού, ανέβηκαν κατακόρυφα. Είδαμε το καλαμπόκι να υπερδιπλασιάζεται από τα 18 στα 40 λεπτά/κιλό, το ίδιο και η σόγια, με αποτέλεσμα το κόστος παραγωγής να φτάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα», σημειώνει. «Έγινε πράγματι μια προσπάθεια από την κυβέρνηση, με την επιδότηση των ζωοτροφών, όμως το όφελος για τις επιχειρήσεις του κλάδου μας ήταν ουσιαστικά μηδαμινό. Όταν εμείς χρειαζόμαστε χιλιάδες τόνους ζωοτροφών, το να λάβουμε 20.000 ή 30.000 ευρώ αντιστοιχεί στις ζημίες μιας εβδομάδας», συμπληρώνει.

Την κατάσταση έκαναν πιο πιεστική στην αγορά τα κρούσματα γρίπης των πτηνών που εμφανίστηκαν σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στην Τουρκία, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο πληθυσμός των ωοτόκων ορνίθων και να δημιουργηθούν συνθήκες έλλειψης στην αγορά. Στη διάρκεια αυτής της περιπέτειας, η επιχείρηση του κ. Τσακίρη αύξησε τις δικές της τιμές συνολικά κατά 18%, ποσοστό που, όπως τονίζει, «δεν αντικατοπτρίζει την άνοδο του κόστους παραγωγής, το οποίο δεν μπορούμε να πάρουμε από την αγορά».

«Πλέον, είμαστε σε μια περίοδο που υπάρχει μεν μια έλλειψη αβγού, τόσο στην Ελλάδα όσο και πανευρωπαϊκά, όμως οι τιμές τους τελευταίους οκτώ μήνες είναι ουσιαστικά σταθεροποιημένες», επισημαίνει, με την τιμή παραγωγού για την καρτέλα των 30 αβγών να είναι σήμερα στην περιοχή των 5 ευρώ. «Εσχάτως, υπάρχει μια τάση μείωσης των τιμών των ζωοτροφών, όμως είναι ανεπαίσθητη συγκριτικά με τις αυξήσεις που προηγήθηκαν», συμπληρώνει.

Ο κ. Τσακίρης θεωρεί ότι ο κλάδος της αβγοπαραγωγής είναι από τους πλέον αξιόλογους στη χώρα και έχει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, «αρκεί να το συνειδητοποιήσουν και οι ιθύνοντες. Το αβγό είναι άκρως απαραίτητο σε πάρα πολλούς τομείς, ενώ οι πτηνοτρόφοι που έχουν μείνει και ειδικά οι μεσαίες και οι μεγάλες επιχειρήσεις, είμαστε από τις πιο οργανωμένες σε όλη την Ευρώπη. Την εμπειρία την έχουμε, την τεχνογνωσία επίσης, το ζητούμενο είναι να γίνουν επενδύσεις προκειμένου να αναπτυχθούμε περαιτέρω. Και οι επενδύσεις αυτές, πέρα από τη δική μας βούληση, που είναι δεδομένη, απαιτούν να λειτουργήσουν το κράτος και οι τράπεζες, ώστε να λυθούν προβλήματα σχετίζονται, για παράδειγμα, με τις αδειοδοτήσεις των μονάδων ή τη γραφειοκρατία. Αυτά θα βοηθήσουν τον κλάδο να καλύψει το κενό που υπάρχει στην ελληνική αγορά, δεδομένου ότι η παραγωγή μας καλύπτει μόνο το 70% της εγχώριας κατανάλωσης και, γιατί όχι, να γίνουμε και εξαγωγική χώρα», καταλήγει.

Ετήσια μεταβολή τιμών αβγών στην ΕΕ τον Ιανουάριο 2023 (%)


Πηγή: Eurostat

Μακρινή η επιστροφή στα προ πολέμου επίπεδα τιμών

Ιστορικά, οι κορυφώσεις στις τιμές των αβγών ακολουθούνται από αντίστοιχη αποκλιμάκωση ένα ή δύο χρόνια αργότερα. Όπως επισημαίνει η Rabobank, το μοτίβο αυτό επιβεβαιώθηκε, για παράδειγμα, στην κρίση του 2009, μετά τις αναταράξεις που προκάλεσε στην αγορά η απαγόρευση των συμβατικών κλωβωστοιχιών στη Γερμανία, όπως και σε εκείνη του 2015, λόγω της έξαρσης της γρίπης των πτηνών στις ΗΠΑ.

Αυτήν τη φορά, ωστόσο, η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική, κυρίως λόγω του επίμονα υψηλού κόστους παραγωγής και δη των ζωοτροφών, με αποτέλεσμα η ολλανδική τράπεζα να προβλέπει ότι οι τιμές το 2023 θα συντηρηθούν στα σημερινά επίπεδα και εν συνεχεία θα υποχωρήσουν σε χώρες και περιοχές όπως οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Ιαπωνία, όπου παρατηρήθηκε μεγάλη άνοδος, όχι όμως στον βαθμό που είδαμε να συμβαίνει στο παρελθόν.

Στις υπόλοιπες αγορές, η διόρθωση ενδεχομένως να είναι πιο έντονη όμως, σε κάθε περίπτωση, μια επιστροφή στα προ του 2021 επίπεδα τιμών φαντάζει αυτήν τη στιγμή πολύ μακρινή.

Σημαντικό ρόλο στην πορεία των τιμών θα παίξει και η εξέλιξη της γρίπης των πτηνών. Για παράδειγμα, μια αύξηση των κρουσμάτων στη Βραζιλία και ιδίως στην περιοχή του Σάο Πάολο, που είναι συγκεντρωμένο ένα μεγάλο μέρος των παραγωγικών υποδομών της χώρας, θα μπορούσε να αποτελέσει έναυσμα για ακόμη μια άνοδο των τιμών.