Ριγμένες στη μοιρασιά των κονδυλίων oι νέες αγροτικές τεχνολογίες

Δυσανάλογα μικρό και οπωσδήποτε ανεπαρκές για να επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό της γεωργίας, που η ίδια η ΕΕ θέτει ως προτεραιότητα, είναι το κομμάτι της «πίτας» των κοινοτικών, αλλά και των εθνικών πόρων που κατευθύνονται στην παραγωγή νέας αγροτικής γνώσης και καινοτομίας.

Αυτήν τη δυσαρμονία μεταξύ λόγων και πράξεων τόσο της ΕΕ όσο και των κρατών-μελών αναδεικνύει στην τελευταία του έκθεση για την Παρακολούθηση και την Αξιολόγηση της Αγροτικής Πολιτικής, με τίτλο «Πολιτικές για το Μέλλον της Γεωργίας και των Τροφίμων στην ΕΕ», ο ΟΟΣΑ.

Όπως σημειώνει ο Οργανισμός, παρά τους διακηρυγμένους όσο και φιλόδοξους στόχους για την ανάπτυξη και τη διάχυση νέων αγροτικών τεχνολογιών, στην πραγματικότητα τα κονδύλια που διατίθενται για αυτόν τον σκοπό είναι περιορισμένα και η μερίδα του λέοντος εξακολουθεί να διοχετεύεται σε πιο συμβατικά εργαλεία στήριξης, όπως οι επιδοτήσεις, οι άμεσες ενισχύσεις και τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά.

Για του λόγου το αληθές, ο Οργανισμός σημειώνει ότι την τριετία 2019-2021, από τα περισσότερα από 100 δισ. ευρώ που διατέθηκαν ετησίως για τη στήριξη του αγροτικού τομέα, μόλις το 6,1% κατευθύνθηκε σε δράσεις ενίσχυσης της αγροτικής γνώσης και της καινοτομίας.

Αυτό, τη στιγμή που η ανάπτυξη νέων και δη ψηφιακών δεξιοτήτων καθίσταται αναγκαία, μεταξύ άλλων και λόγω της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού, αλλά και της ολοένα αυξανόμενης αυτοματοποίησης –συνθήκες που αποτυπώνονται στην πρόβλεψη για μείωση κατά 27% του εργατικού δυναμικού που θα απασχολείται στον κλάδο μέχρι το 2023. Όπως αναφέρει ο ΟΟΣΑ, η στρατηγική επένδυση στη γνώση και στην αγροτική καινοτομία είναι επίσης επιτακτική, στο πλαίσιο του «πράσινου» μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής γεωργίας.

Οι δύο πηγές χρηματοδότησης

Την ίδια στιγμή, βέβαια, σημειώνει ότι η αγροτική έρευνα στην ΕΕ βασίζεται κατά κύριο λόγο στη δημόσια χρηματοδότηση, καθώς, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε άλλους κλάδους, πάνω από το 90% των κεφαλαίων για την παραγωγή και την εμπέδωση της νέας γνώσης και καινοτομίας απορρέουν από τους εθνικούς προϋπολογισμούς.

Ο ΟΟΣΑ εντοπίζει δύο κύριες πηγές χρηματοδοτικής στήριξης της αγροτικής έρευνας και της καινοτομίας στην ΕΕ: To πρόγραμμα Ορίζοντας Ευρώπη (Horizon Europe) και τον Β’ Πυλώνα της ΚΑΠ. Με προϋπολογισμό 95,5 δισ. ευρώ για την περίοδο 2021-2027, ο Ορίζοντας Ευρώπη είναι το βασικό πρόγραμμα-πλαίσιο της ΕΕ για τη χρηματοδότηση της έρευνας και της καινοτομίας, έχοντας ως στόχο την ενίσχυση των διασυνοριακών συνεργασιών μεταξύ διαφόρων φορέων (δημόσιος τομέας, βιομηχανίες, επιχειρήσεις, ακαδημαϊκή κοινότητα κ.ά.) για την ανάπτυξη ριζοσπαστικών λύσεων σε πιεστικές κοινωνικές προκλήσεις και για την προώθηση της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο Πυλώνας 3 (προϋπολογισμός 13,6 δισ. ευρώ), ο οποίος εστιάζει σε ανατρεπτικές καινοτομίες που δημιουργούν νέες αγορές και στην ενίσχυση των ευρωπαϊκών συστημάτων καινοτομίας, καθώς και στην ανάπτυξη Κοινοτήτων Γνώσης και Καινοτομίας μέσω του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καινοτομίας και Τεχνολογίας (ΕΙΤ).

Ομοίως και ο Πυλώνας 2 του προγράμματος και, ειδικότερα, η έκτη Θεματική Ομάδα (Cluster 6), με τίτλο «Τρόφιμα, Βιο-Οικονομία, Φυσικοί Πόροι, Γεωργία και Περιβάλλον» και προϋπολογισμό 8,9 δισ. ευρώ, που έχει ως στόχο τη δημιουργία νέας γνώσης και την ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων, ώστε να επιταχυνθεί η μετάβαση σε ένα μοντέλο αποτελεσματικής διαχείρισης φυσικών πόρων.

Όσον αφορά τον Β’ Πυλώνα της ΚΑΠ, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι εστιάζει, μεταξύ άλλων, και σε στοχευμένα μέτρα ανταλλαγής γνώσης, συμβουλευτικής και συνεργασίας, στα οποία, ενδεικτικά, το 2021 διοχετεύθηκε το 2,3% των συνολικών πόρων του –επομένως επενδύσεις και πρότζεκτ που εστιάζουν στην έρευνα και στην αγροτική καινοτομία μπορούν να «ακουμπήσουν» πάνω σε αυτόν, αντλώντας πόρους από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Ανάπτυξης (EAFRD).

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον ΟΟΣΑ, χρηματοδοτικές επιλογές υπάρχουν αρκετές, όμως η αξιοποίησή τους είναι περιορισμένη ή γίνεται με ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς. Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Οργανισμός, για την περίοδο 2014-2020, οι Βρυξέλλες και τα κράτη-μέλη αποφάσισαν να δαπανήσουν συνολικά 4,45 δισ. ευρώ σε δράσεις και μέτρα για την ενίσχυση της αγροτικής γνώσης και καινοτομίας. Ειδικότερα, 1,3 δισ. ευρώ για τη μεταφορά γνώσης, 700 εκατ. ευρώ για τη συμβουλευτική και 2,4 δισ. ευρώ για τη συνεργασία.

Ωστόσο, μέχρι τη στιγμή της σύνταξης της έκθεσης, ο βαθμός απορρόφησης των σχετικών κονδυλίων δεν ξεπερνούσε το 45%, το 27% και το 30% αντίστοιχα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό για το σύνολο του προγράμματος περιφερειακής ανάπτυξης ήταν 67%.

Τα εμπόδια στον δρόμο της ψηφιακής γεωργίας

Αν και η ψηφιοποίηση, κατά γενική ομολογία, προβάλλει ως μια από τις πλέον ενδεδειγμένες λύσεις για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της παραγωγικότητας και της βιωσιμότητας στη γεωργία, απαιτούνται ακόμα σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές τεχνολογίας και επικοινωνίας (ICT), καθώς και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, για την υιοθέτησή της.

Το πλέον προφανές και άμεσα ορατό εμπόδιο είναι η απουσία γρήγορης, αξιόπιστης και οικονομικά προσιτής πρόσβασης στο διαδίκτυο σε αρκετές –κυρίως απομακρυσμένες– περιοχές.

Ένα δεύτερο εμπόδιο έχει να κάνει με την έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους των αγροτών, εξού και ο ΟΟΣΑ θεωρεί ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα οι ανησυχίες και ο προβληματισμός τους γύρω από την ιδιοκτησία των δεδομένων, την εμπιστευτικότητα, αλλά και την πολυπλοκότητά τους, ούτως ώστε να ενισχυθούν το αίσθημα ασφάλειας και η εμπιστοσύνη στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες.

Το ενθαρρυντικό, πάντως, είναι ότι τα κράτη-μέλη, όπως και οι Βρυξέλλες, φαίνεται ότι έχουν συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα ανάπτυξης και προώθησης των ψηφιακών δεξιοτήτων. Σε σχετική έρευνα που πραγματοποίησε ο ΟΟΣΑ το 2022 μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, αναφορικά με τις σημαντικότερες μακροπρόθεσμες ανάγκες και, ταυτόχρονα, τους τομείς στους οποίους εντοπίζονται τα μεγαλύτερα κενά γνώσης στον δρόμο για τη βιωσιμότητα, η πλειονότητα των απαντήσεων υπέδειξε την ψηφιακή τεχνολογία ως τον τομέα με τη μεγαλύτερη προτεραιότητα. Τη δεύτερη θέση στις απαντήσεις που συγκέντρωσε ο ΟΟΣΑ κατέλαβε η περιβαλλοντική διαχείριση.

Όπως σχολιάζει ο Οργανισμός, οι δύο αυτές ανάγκες συνδέονται σε μεγάλο βαθμό, καθώς τα ψηφιακά εργαλεία μπορούν να παρέχουν πολύτιμη πληροφόρηση και λύσεις για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων, με πλέον χαρακτηριστικό το παράδειγμα της γεωργίας ακριβείας.