Σκληρό σιτάρι: Ισορροπεί στα 300 ευρώ η εξαγωγή στην τελική ευθεία για τον αλωνισμό

Σε κομβικό σημείο για τη διαμόρφωση των τιμών με τις οποίες θα ανοίξουν τα φετινά αλώνια βρίσκεται η εγχώρια αγορά του σκληρού σιταριού, με τους συντελεστές του κλάδου να έχουν παράλληλα το βλέμμα στραμμένο και στη γειτονική Ιταλία.

Η ιταλική αγορά, όπως έγραψε σε πρόσφατο ρεπορτάζ η «ΥΧ», μοιάζει να έχει ισορροπήσει στα επίπεδα των 330-340 ευρώ/τόνο για παράδοση στους μύλους, με τις πιέσεις από πλευράς κάποιων επιχειρήσεων –ιδίως αυτών που δεν ιδιοπαράγουν, αλλά προμηθεύονται σιμιγδάλι από τη spot αγορά και, επομένως, επωφελούνται άμεσα από περαιτέρω αποκλιμάκωση των τιμών του σκληρού– να αποκρούονται μέχρι στιγμής.

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η Φότζια έμεινε για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα αμετάβλητη, με τις τιμές για την πρώτη ποιοτική κατηγορία (πρωτεΐνη 12%, ειδικό βάρος 78 kg/hl, υαλώδη 70%) να παραμένουν στα 340-345 ευρώ/τόνο επί αυτοκινήτου, για τη δεύτερη (πρωτεΐνη 11,5%, ειδικό βάρος 76 kg/hl, υαλώδη 60%) στα 330-333 ευρώ/τόνο και για την τρίτη (πρωτεΐνη 11%, ειδικό βάρος 74 kg/hl, υαλώδη 74%) στα 320-323 ευρώ/τόνο.

«Πάτημα» στις πιέσεις που προαναφέρθηκαν έδωσαν και οι εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν στο πρόσφατο συνέδριο Durum Days της Φότζια, σύμφωνα με τις οποίες η Ιταλία οδεύει προς μια παραγωγή άνω των 4 εκατ. τόνων, αυξημένη κατά 12% σε σχέση με πέρυσι.

Οι βροχοπτώσεις, ωστόσο, που πλήττουν τα παραγωγικά κέντρα της Ιταλίας το τελευταίο διάστημα και, κυρίως, το κεντρικό και το βόρειο κομμάτι της ενδέχεται να καταστήσουν αναγκαία μια «διόρθωση» προς τα κάτω, ενώ μένει να φανεί και η επίπτωσή τους στα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Παρόμοιες ανησυχίες, βέβαια, υπάρχουν και για την ελληνική σοδειά, καθώς οι παρατεταμένες βροχοπτώσεις, η έντονη υγρασία και οι χαμηλές για την εποχή θερμοκρασίες προσέφεραν… πεδίο δόξης λαμπρό σε ένα μεγάλο εύρος μυκητολογικών ασθενειών, οι οποίες έκαναν την εμφάνισή τους σε πολλές περιοχές της χώρας.

Στις λίγες εβδομάδες που απομένουν μέχρι την έναρξη του αλωνισμού (σ.σ. οι πρώτες κοπές στις πρώιμες περιοχές τοποθετούνται μετά τις 10 Ιουνίου), πιθανότατα θα φανεί σε τι βαθμό έχουν επηρεαστεί οι αποδόσεις, οι οποίες μέχρι πρόσφατα αναμένονταν μεσοσταθμικά υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι.

Ανόρεχτοι οι έμποροι για πωλήσεις

Στο πεδίο των εξαγωγών, τα 300-305 ευρώ που προσφέρονται αυτό το διάστημα για τη νέα σοδειά «κουμπώνουν» με τις τιμές που έχουν διαμορφωθεί στην Ιταλία και δίνουν μια τιμή της τάξης των 26-27 λεπτά στον παραγωγό. Σε αυτά τα επίπεδα, πάντως, οι ντόπιοι έμποροι δεν δείχνουν αυτήν τη στιγμή διάθεση για πωλήσεις.

Εντός της Μεσογείου, η παραγωγή της Ισπανίας εκτιμάται ότι θα κινηθεί πέριξ των 400.000 τόνων με τα ειδικά βάρη, μάλιστα, να διαφαίνονται μειωμένα και η ιβηρική χώρα να εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να εισαγάγει τουλάχιστον 300.000 τόνους. Η πλειονότητά τους αναμένεται να καλυφθεί από τη Γαλλία, που αυτήν τη στιγμή η τιμή για τη νέα σοδειά διαμορφώνεται σε 365 ευρώ/τόνο FOB.

Χαμηλά τα παγκόσμια αποθέματα, μικρή η αύξηση της παραγωγής

Στο σύνολό της η ΕΕ φαίνεται να οδεύει προς μια σοδειά της τάξης των 7,5 εκατ. τόνων, εξ ου και οι πρόσφατες προβλέψεις της Κομισιόν που έκαναν λόγο για μείωση άνω του 5% στις εισαγωγές τη νέα εμπορική χρονιά.

Όσο τα ναύλα συνεχίζουν να αποκλιμακώνονται, πάντως, τα σιτάρια από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και δη τα καναδέζικα θα συνεχίσουν να φαντάζουν ελκυστικά σε αρκετούς Ευρωπαίους αγοραστές. Στον Καναδά, η βελτίωση των καιρικών συνθηκών είχε ως αποτέλεσμα να τρέξουν οι σπορές, οι οποίες έχουν ολοκληρωθεί σε τουλάχιστον 40% των εκτάσεων.

Ένα στοιχείο που θα μπορούσε να δώσει στήριξη στις τιμές στη διάρκεια της εμπορικής σεζόν είναι το γεγονός ότι τα παγκόσμια αποθέματα βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών. Μάλιστα, δεν φαίνεται ότι θα αναπληρωθούν σύντομα, ιδίως αν επιβεβαιωθούν προβλέψεις, όπως οι τελευταίες του Διεθνούς Συμβουλίου Δημητριακών (IGC), το οποίο εκτιμά ότι η αύξηση στην παγκόσμια παραγωγή τη σεζόν 2023/2024 δεν θα ξεπεράσει τους 200.000 τόνους.