Τα σχέδια του Οίκου Σπύρου για τις μεγάλες καλλιέργειες και τα κηπευτικά

Έχοντας αφήσει πίσω τις αναταράξεις του καλοκαιριού, η ιστορική επιχείρηση συνεχίζει να επενδύει στην παραγωγή σπόρων υψηλής προστιθέμενης αξίας

Ο Δημήτρης Βασιλάς, διευθυντής Πωλήσεων και Μάρκετινγκ Κηπευτικών (αριστερά) με τον αρχισυντάκτη της «ΥΧ», Γιάννη Τσατσάκη (δεξιά).

To περασμένο καλοκαίρι ο Αγροτικός Οίκος Σπύρου απασχόλησε την επικαιρότητα θα έλεγε κανείς για τους… λάθος λόγους. Τα υψηλά δανειακά βάρη, σε συνδυασμό με την κρίση της τουρκικής λίρας –η οποία αναπόφευκτα επηρέασε τις δραστηριότητες της εκεί θυγατρικής– είχαν ως αποτέλεσμα η ιστορική εταιρεία σπόρων να βρεθεί σε δυσχερή θέση, με τα σενάρια για το μέλλον της να… δίνουν και να παίρνουν.

Η κάλυψη του ομολογιακού δανείου, ύψους 1,5 εκατ. ευρώ, από την Bluemoon Capital Fund και η αναδιάρθρωση των δανειακών υποχρεώσεων, ήρθαν να δώσουν στην εισηγμένη μια πολύτιμη ανάσα ρευστότητας και, παράλληλα, την άνεση να σχεδιάσει τα επόμενα βήματά της, εστιάζοντας σε αυτό που γνωρίζει πολύ καλά: την παραγωγή πολλαπλασιαστικού υλικού υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών, με οδηγό την πείρα και την τεχνογνωσία που έχει αποκτήσει στην 75ετή διαδρομή της.

«Η στρατηγική μας ξετυλίγεται γεωγραφικά στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι τη Ρωσία και επικεντρώνεται στη δημιουργία και στη διανομή προϊόντων με ανώτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, μεγάλες ανθεκτικότητες και υψηλή παραγωγικότητα.

Η βασική προτεραιότητά μας είναι η υψηλή ποιότητα για τον χρήστη –και λέγοντας ‘‘χρήστη’’ εννοούμε αρχικά τον παραγωγό και, εν συνεχεία, τη βιομηχανία και τον τελικό καταναλωτή», λέει στην «ΥΧ» ο Διονύσης Μαλακατές, διευθυντής Πωλήσεων και Μάρκετινγκ Μεγάλης Καλλιέργειας, καθώς μας υποδέχεται στα γραφεία του οίκου Σπύρου στην Αθήνα.

Η προσήλωση αυτή είναι εμφανής, όπως τονίζει, στο βαμβάκι για το οποίο, εκτός από την Ελλάδα, αγορές-στόχοι είναι επίσης η Τουρκία και η Ισπανία. «Το ερευνητικό μας πρόγραμμα ξεκίνησε, με στόχο να δημιουργηθούν προϊόντα ανώτερων ποιοτικών χαρακτηριστικών (μήκος και αντοχή ίνας, micronair κ.ά.), τα οποία θα παρέχουν υπεραξία για όλους τους εμπλεκόμενους στην αλυσίδα, από τον καλλιεργητή και τον εκκοκκιστή μέχρι την κλωστοϋφαντουργία και τη βιομηχανία ενδυμάτων. Αυτό έπρεπε να συνδυαστεί με την πρωιμότητα, η οποία συνιστά την ιδιομορφία, αλλά και το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας ως βαμβακοπαραγωγικής χώρας», εξηγεί ο κ. Μαλακατές.

Ο διευθυντής Πωλήσεων και Μάρκετινγκ Μεγάλης Καλλιέργειας, Διονύσης Μαλακατές.

Τα «τρία π» στο βαμβάκι

«Αυτό το στoίχημα νομίζω ότι το κερδίσαμε. Δημιουργήθηκαν ποικιλίες, οι οποίες συνδυάζουν και ικανοποιούν ταυτόχρονα τα ‘‘τρία π’’, όπως τα αποκαλούμε χαρακτηριστικά, δηλαδή την πρωιμότητα, την ποιότητα ίνας και την παραγωγικότητα, κάτι που θεωρώ ότι αποτελεί παγκόσμια καινοτομία.

Τέτοιες ποικιλίες είναι, για παράδειγμα, οι καταξιωμένες ‘‘Ελπίδα’’ και ‘‘Αρμονία’’, αλλά και νέες, όπως η ‘‘Μελωδία’’, καθώς κι εκείνες που έρχονται, δεδομένου ότι το πρόγραμμα εξελίσσεται διαρκώς», σημειώνει ο κ. Μαλακατές. «Παράλληλα, είμαστε από τους ελάχιστους παγκοσμίως που υλοποιούν πρόγραμμα υβριδίων στο βαμβάκι. Βρίσκεται, αυτήν τη στιγμή, σε προ-εμπορικό στάδιο, ωστόσο μπορώ να σας πω ότι τα αποτελέσματά του είναι εξαιρετικά», συμπληρώνει.

Την ίδια φιλοσοφία, όπως επισημαίνει ο κ. Μαλακατές, ακολουθούν και τα προγράμματα που τρέχει ο οίκος Σπύρου σε καλαμπόκι και μηδική. «Στο καλαμπόκι, οι προορισμοί στους οποίους απευθυνόμαστε είναι διαφορετικοί. Μας ενδιαφέρουν, για παράδειγμα, τα Βαλκάνια, η Ρωσία, η Ουκρανία, η Μολδαβία, η Μέση Ανατολή και το βόρειο τμήμα της Αφρικής. Εκεί εστιάζουμε σε έναν συνδυασμό ποιοτικών χαρακτηριστικών με κυρίαρχα την υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και το χρώμα, χωρίς φυσικά να ξεχνάμε τις αποδόσεις».

Αντίστοιχα, στη μηδική υπάρχουν γκρουπ ποικιλιών που καλλιεργούνται στη Σ. Αραβία, στην Αίγυπτο, στη Ρωσία, στην Ουκρανία κ.ά. «Εδώ, πέρα από την πρωτεϊνική σύσταση και την παραγωγικότητα, εμπλέκονται και παράγοντες, όπως η ανθεκτικότητα στις θερμοκρασίες (υψηλές ή χαμηλές, ανάλογα με την κάθε χώρα), αλλά και στις ασθένειες του εδάφους ή του φυλλώματος, ούτως ώστε το προϊόν να καλύπτει τις ανάγκες του χρήστη που, εν προκειμένω, μπορεί να είναι είτε ο κτηνοτρόφος είτε η γαλακτοβιομηχανία», εξηγεί ο κ. Μαλακατές.

Πρωτοπόρος στα υβρίδια κηπευτικών

Πέρα από τις μεγάλες καλλιέργειες, ο Αγροτικός Οίκος Σπύρου έχει ισχυρή παρουσία και στον τομέα των κηπευτικών. Όπως υπενθυμίζει ο Δημήτρης Βασιλάς, διευθυντής Πωλήσεων και Μάρκετινγκ Κηπευτικών για την Ελλάδα, «ο αείμνηστος Γιώργος Σπύρου είχε φέρει το πρώτο υβρίδιο της ελληνικής αγοράς, το κολοκύθι “Spyrou 200”, το οποίο, είτε το πιστεύετε είτε όχι, εξακολουθεί να πουλάει περί τα 200 κιλά σπόρου ετησίως». Παράδοση έχτισε η εταιρεία και στο καρπούζι με το «Galaxy», την οποία συνεχίζουν πλέον δυναμικά το «Sunfresh» και η «Cleopatra». «Εκεί όμως που είμαστε leader την τελευταία εικοσαετία είναι η ντομάτα», υπογραμμίζει.

«Το σκεπτικό μας είναι να βρισκόμαστε πολύ κοντά στους ανθρώπους της παραγωγής, του εμπορίου και στους γεωπόνους. Γιατί το δύσκολο στους σπόρους δεν είναι τόσο να καταλάβεις τις σημερινές ανάγκες όσο το να αφουγκραστείς αυτές που θα δημιουργηθούν, π.χ. στην επόμενη πενταετία. Εκεί κυρίως πέφτει το βάρος της δουλειάς που κάνουμε με συνεργάτες, όπως η Enza Zaden και η Golden West», εξηγεί ο κ. Βασιλάς.

«Για παράδειγμα, όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 καταργήθηκε το βρωμιούχο μεθύλιο, το οποίο απάλλασσε το χωράφι από ζιζάνια και από μυκητολογικές, νηματώδεις κ.ά. ασθένειες, ήμασταν έτοιμοι και φέραμε εγκαίρως ντομάτες με πολύ ανθεκτικό ριζικό σύστημα. Επίσης, το 2002, δείξαμε σε παραγωγούς και συνεργάτες μας τα πρώτα εμβολιασμένα αγγούρια και ντομάτες, όχι απλά σε δειγματισμό, αλλά σε καλλιέργεια».

Σήμερα, η στρατηγική της εταιρείας στα κηπευτικά εκτείνεται, όπως περιγράφει, σε τρεις άξονες: «Ο πρώτος αφορά τις ανθεκτικότητες. Με τους συνεργάτες μας και δη με την Enza Zaden δουλεύουμε πάνω σε ανθεκτικά υβρίδια, τα οποία ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ελληνικής αγοράς, είτε αυτές έχουν να κάνουν με το ριζικό σύστημα είτε με μυκητολογικές κ.ά. ασθένειες. Ενδεικτικά, μέχρι το 2023, θα έχουμε εμπορικές λύσεις για την καινούργια ίωση της ντομάτας που απασχολεί αυτήν τη στιγμή πολλούς παραγωγούς.

Ο δεύτερος άξονας έχει να κάνει με την υψηλή παραγωγικότητα που είναι βασική προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα του παραγωγού, ιδίως σε εποχές όπως η σημερινή, που τα κόστη παραγωγής έχουν εκτιναχθεί σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Ο τρίτος άξονας σχετίζεται με την ποιότητα και ιδίως με τα γευστικά χαρακτηριστικά, τα οποία είναι απαραίτητα για να σε διαφοροποιήσουν στις διεθνείς αγορές».

Στα σκαριά δύο νέες ντομάτες, πάει… σφαίρα η Φλωρίνης

Στο πλαίσιο της στρατηγικής που υλοποιεί ο οίκος Σπύρου έφερε πρόσφατα στην ελληνική αγορά το Santyplum, ένα νέο υβρίδιο ντομάτας τύπου «βελανίδι». «Η συγκεκριμένη αγορά έχει ανέβει πάρα πολύ και το ‘‘Santyplum’’ περικλείει όλα τα χαρακτηριστικά της στρατηγικής μας: Έχει δηλαδή ένα πολύ δυνατό ριζικό σύστημα και μπορεί να καλλιεργηθεί ακόμα και αυτόρριζο.

Επίσης, διαθέτει ανοχή σε τρεις ιούς, αυξημένη κατά 25%-30% παραγωγικότητα σε σχέση με προηγούμενα ανταγωνιστικά υβρίδια και, επιπλέον, καταπληκτική γεύση», εξηγεί ο κ. Βασιλάς. Παράλληλα, δίπλα στις γνωστές και καταξιωμένες «Elpida», «Formula», «Rally» κ.ά., δύο καινούργιες επιτραπέζιες ντομάτες πρόκειται να καταχωριστούν στον εμπορικό κατάλογο μέχρι την ερχόμενη άνοιξη και να ξεκινήσουν την εμπορική τους σταδιοδρομία πιθανότατα από τον Ιούνιο του 2022.

Τέλος, ξεχωριστή θέση στο χαρτοφυλάκιο του οίκου Σπύρου έχει και το νέο υβρίδιο πιπεριάς Φλωρίνης M48, η εμπορική πορεία του οποίου ξεκίνησε δειγματοληπτικά τη φετινή χρονιά και, ήδη, καταγράφει εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης.

«Κι εδώ έχουμε πολλές ανθεκτικότητες, μεγάλη διάρκεια, αλλά και όγκο παραγωγής, ενώ μιλάμε για μια τυπική πιπεριά Φλωρίνης. Αυτό το τονίζω γιατί εσχάτως, λόγω και της αυξημένης ζήτησης για το εν λόγω προϊόν, υπάρχει μια τάση στην αγορά οποιαδήποτε πιπεριά είναι κόκκινη και μακριά να ‘‘βαφτίζεται’’ Φλωρίνης», υπογραμμίζει ο κ. Βασιλάς.