Συμβολαιακή στο σιτάρι και άνοιγμα στη λιανική από τους Μύλους Κομοτηνής

Επόμενος στόχος της ακριτικής εταιρείας η είσοδος στα ράφια μεγάλης αλυσίδας

Τη δεκαετία του ’80, μια σύμπραξη μυλωνάδων δημιούργησε την Αλευροβιομηχανία Σιμιγδαλοποιία Κομοτηνής η οποία, μετά από μια διακοπή κάποιων ετών, επανεκκίνησε το 1996 με νέο μετοχικό σχήμα.

Η βασική γκάμα των προϊόντων, με τους 42 κωδικούς που «υπογράφουν» οι Κυλινδρόμυλοι Κομοτηνής, όπως είναι ευρύτερα γνωστή η εταιρεία, απευθύνεται στη βιοτεχνική αρτοποιία, ωστόσο το τελευταίο τετράμηνο έγινε το πρώτο βήμα και στον χώρο των καταναλωτικών προϊόντων με το «Αλεύρι για όλες τις χρήσεις».

Όπως εξηγεί στην «ΥΧ» ο εκπρόσωπος της επιχείρησης, Ιορδάνης Παπαδόπουλος, στόχος τους είναι όλα τα προϊόντα τους «να παρασκευάζονται εξ ολοκλήρου από σιτάρια της Θράκης, ώστε να αναδείξουμε τη σχέση του τόπου με την παραγωγή σιτηρών. Αυτό, μάλιστα, θα αναγράφεται και στη συσκευασία».

Πειραματισμός με νέες ποικιλίες

Σε αυτό το πλαίσιο, από το 2019, ξεκίνησε ένα πρόγραμμα συμβολαιακής με ποικιλίες «εφάμιλλες του εξωτερικού και υψηλών προδιαγραφών», όπως τονίζουν από την εταιρεία, το οποίο έχει γίνει δεκτό με μεγάλο ενδιαφέρον από τους παραγωγούς. Το 2020 σπάρθηκαν 15.000 στρέμματα, ενώ για δεύτερη χρονιά πειραματίζονται με ποικιλίες υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη. Στους στόχους της εταιρείας είναι να αλλάξει τη νοοτροπία της περιστασιακής ενασχόλησης με το σιτάρι και γι’ αυτό συνεργάζεται με έξι τοπικές επιχειρήσεις γεωπόνων.

Όπως αναφέρει ο κ. Παπαδόπουλος, «το 80% των λευκών παραγόμενων στην Ελλάδα αλεύρων παράγεται από σιτάρια εισαγωγής. Εξαίρεση αποτελούμε ορισμένοι μύλοι σε επαρχιακές πόλεις, που χρησιμοποιούμε ελληνικό μαλακό σιτάρι, με αυστηρή διαλογή». Ο ίδιος τονίζει πως παραδοσιακά η εταιρεία αναπτύσσει στενή συνεργασία με τον ντόπιο παραγωγό.

«Επιδιώκουμε να υπενθυμίσουμε στην Αθήνα ότι υπάρχει η Θράκη, που παράγει σιτάρια. Στοχεύουμε να μπούμε στο ράφι μεγάλης αλυσίδας και η συσκευασία μας να γράφει “από σιτάρια της Θράκης”», υπογραμμίζει. Σε αυτό το πλαίσιο της δημιουργίας ενός brand που θα επενδύει στην ντόπια πρώτη ύλη, το επόμενο βήμα θα είναι η διάθεση αλευριού για οικιακή χρήση από σκληρό σιτάρι (η τέταρτη βασικότερη κατηγορία σε πωλήσεις στην Ελλάδα), με πρώτη ύλη αποκλειστικά από την περιοχή.

Οι προβλέψεις για την παραγωγή

Αναφορικά με τις τιμές των πρώτων υλών, ο κ. Παπαδόπουλος επισημαίνει πως η εταιρεία παρακολουθεί στενά τη διεθνή αγορά και ιδίως τη Βουλγαρία, η οποία εξάγει μεγάλες ποσότητες σιτηρών στην Ελλάδα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η παραγωγή μαλακού σιταριού αναμένεται μειωμένη κατά 3 εκατ. τόνους στην Ευρώπη, ωστόσο, η Βουλγαρία εκτιμάται ότι θα κινηθεί στα επίπεδα της χρονιάς 2019-2020.

Με αυτά τα δεδομένα, μια πρώτη εκτίμησή του είναι ότι οι τιμές στο μαλακό θα μείνουν ως έχουν μέχρι το τέλος του αλωνισμού και αν η προσφορά σε ποσότητα εξελιχθεί με βάση τη σπορά, θα πιεστούν προς τα κάτω. Για το σκληρό σιτάρι, σημειώνει ότι στην Ευρώπη αναμένονται 700.000 τόνοι περισσότεροι, αναφέρει ωστόσο ότι «έχει μια καλή δυναμική που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια καλή εκκίνηση στη νέα σεζόν».

Βαρύ το τίμημα για τα αρτοποιεία

Ο πατέρας του Ιορδάνη Παπαδόπουλου κατασκεύαζε μηχανήματα αρτοποιίας από τη δεκαετία του ’80, οπότε γνωρίζουν την κρίση που περνούν οι αρτοποιοί πανελλαδικά. Ο πρωτόγνωρος εγκλεισμός άλλαξε τις ισορροπίες στην αγορά. Στα σούπερ μάρκετ υπάρχει αύξηση 30% στο κομμάτι των αλεύρων, η οποία δεν αντισταθμίζει την πτώση των πωλήσεων όλων των μύλων πανελλαδικά.

«Ορισμένα αρτοποιεία έχασαν πάνω από το 50% των πωλήσεών τους. Στο παρελθόν, ένα μικρό αρτοποιείο παρήγαγε έναν τόνο ψωμί. Σήμερα, μεγάλα αρτοποιεία “κάνουν πάγκο” 250 κιλά», λέει. Το κλείσιμο της εστίασης και των ξενοδοχείων λειτουργεί αθροιστικά στη μείωση της ζήτησης. Ταυτόχρονα, έχουμε αύξηση στην τιμή των σιτηρών σε περίοδο μεγάλης οικονομικής κρίσης.

Οι Κυλινδρόμυλοι Κομοτηνής επέλεξαν να την απορροφήσουν έστω κι αν είχε επίπτωση στα οικονομικά τους αποτελέσματα. «Είμαστε ένας μύλος ανθρώπων, όχι μηχανών», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Παπαδόπουλος.