Συνάντηση με τον πρωθυπουργό ζητούν οι αγελαδοτρόφοι της ΕΦΧΕ

Στην τακτική των γαλακτοβιομηχανιών να ζητούν λιγότερο γάλα από τους παραγωγούς αναφέρετε σε ανακοίνωσή της η Ένωση Φυλής Χολστάϊν Ελλάδας (ΕΦΧΕ) τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι «σήμερα οι περισσότερες γαλακτοβιομηχανίες κοιτούν μόνο τα νούμερα».

Και προσθέτει: «τα νούμερα όμως μπορείς να τα δεις από διάφορες οπτικές γωνίες. Επί παραδείγματι, από την δική μας οπτική γωνία, ναι μεν έχει μειωθεί η κατανάλωση αλλά έχει μειωθεί και η παραγωγή, η οποία με τίποτα δεν ξεπερνά το 40% – maximum 45% της εγχώριας κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων. Συνεπώς, που έγκειται το πρόβλημα; Στις εισαγωγές, είτε αυτές αφορούν πρώτη ύλη (συμπυκνωμένο γάλα, μπασκί κ.α.) είτε σε έτοιμο τελικό προϊόν».

Αναλυτικά η ΕΦΧΕ αναφέρει:

Με έκπληξη αλλά και αγωνία σε μια περίοδο, που οι τιμές του γάλακτος σε όλη την Ευρώπη είναι σε σχετικά ικανοποιητικά επίπεδα, πληροφορούμαστε ότι η μεγαλύτερη σε όγκο παραλαβής εγχώριου γάλακτος, ελληνική γαλακτοβιομηχανία «συνιστά» τους παραγωγούς της, να προβούν σε μείωση της παραγωγής κατά 10-15%, διότι δεν μπορεί ν’ απορροφήσει τις ίδιες ποσότητες γάλακτος, που απορροφούσε μέχρι σήμερα.

Φυσικά μείωση της παραγωγής μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε ταΐζοντας λιγότερο τα ζώα, οπότε κινδυνεύει όλη η εκτροφή είτε απομακρύνοντας παραγωγικά ζώα. Και τα δύο είναι ιδιαίτερα οδυνηρά και επικίνδυνα, για τους πολύπαθους τα τελευταία χρόνια παραγωγούς.

Το πρόβλημα είναι γενικότερο και πολύπλοκο. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ουδείς μπορεί να υποχρεώσει μια γαλακτοβιομηχανία, να πάρει ποσότητες μεγαλύτερες από αυτές, που μπορεί να διαθέσει στην αγορά. Το πρόβλημα είναι ότι στην εγχώρια αγορά υπάρχουν πολύ λίγες πλέον γαλακτοβιομηχανίες και ότι οι συνεταιριστικές -φυσικά αυτές που έχουν απομείνει – δεν μπορούν να παίξουν κάποιο ρόλο στην αγορά αγελαδινού γάλακτος.

Είναι γεγονός ότι η εποχή των «γαλατάδων» κ. κ. Αριστείδη Δασκαλοπούλου, Φιλίππου, Χατζάκου, που ο ρόλος τους στην ανάπτυξη και στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής αγελαδοτροφίας ήταν τεράστιος, πέρασε ανεπιστρεπτί.

Σήμερα οι περισσότερες γαλακτοβιομηχανίες κοιτούν μόνο τα νούμερα. Τα νούμερα όμως μπορείς να τα δεις από διάφορες οπτικές γωνίες. Επί παραδείγματι, από την δική μας οπτική γωνία, ναι μεν έχει μειωθεί η κατανάλωση αλλά έχει μειωθεί και η παραγωγή, η οποία με τίποτα δεν ξεπερνά το 40% – maximum 45% της εγχώριας κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων. Συνεπώς, που έγκειται το πρόβλημα; Στις εισαγωγές, είτε αυτές αφορούν πρώτη ύλη (συμπυκνωμένο γάλα, μπασκί κ.α.) είτε σε έτοιμο τελικό προϊόν.

Όταν, όμως, χρόνια ολόκληρα οι ελληνικές γαλακτοβιομηχανίες πάσχιζαν να πείσουν τον κόσμο ότι το γάλα μακράς διάρκειας και υψηλής παστερίωσης πρέπει να το προτιμά ο καταναλωτής (ενάντια σε κάθε επιστημονική λογική, που λέει ότι είναι ένα άλλο προϊόν σαφώς πιο υποβαθμισμένο από το φρέσκο γάλα), ουσιαστικά έσκαβαν το λάκκο μέσα στον οποίο κινδυνεύουμε να πέσουμε όλοι μαζί τώρα.

Διότι, όταν ο καταναλωτής έχει συνηθίσει να καταναλώνει σε καθημερινή βάση αλλά και να ταΐζει τα παιδιά του μ’ αυτό το προϊόν, που οι Ευρωπαίοι χρησιμοποιούν για τον καφέ τους,  θα φτάσει η στιγμή, που θα τού είναι αδιάφορο, αν αυτό που παίρνει από το ράφι είναι προϊόν παρασκευαζόμενο στην Ελλάδα από ξένη πρώτη ύλη ή έρχεται κατευθείαν απέξω.

Τα θέματα είναι πάρα πολλά σε μία χώρα, όπου καταβάλλονται απ’ όλους και κυρίως από τα markets τεράστιες προσπάθειες εξαπάτησης του καταναλωτή. Το τελευταίο, που φοριέται πολύ είναι τα διάφορα εκχυλίσματα (αμυγδάλου, καρύδας κτλ), τα οποία είναι εντελώς άλλα προϊόντα από το γάλα.

Είναι ροφήματα, όπως τόσα άλλα, που κυκλοφορούν σε όλη την Ευρώπη, τα οποία είναι τοποθετημένα στα ράφια των πολυκαταστημάτων, εκτός από την Ελλάδα, όπου και βρίσκονται εντός ψυγείου, στα ίδια ράφια με το γάλα. Πολλά, δε, απ’ αυτά φέρουν και παραπλανητική ονομασία, γάλα καρύδας, γάλα αμυγδάλου κτλ.

Ουδείς όμως από τους αρμόδιους φορείς συγκινείται. Η Ε.Φ.Χ.Ε. εντοπίζοντας το πρόβλημα που έρχεται, εδώ και πολλά χρόνια με απανωτές επιστολές της προς τους εκάστοτε ΥΠΑΑΤ, ζητούσε τη σύγκληση διάσκεψης με τη συμμετοχή των παραγωγών, των εργοστασίων, των markets, και εκπροσώπων των καταναλωτών υπό την αιγίδα του Υπουργείου, προκειμένου να λύσουμε θέματα της εγχώριας παραγωγής, να προστατέψουμε τα θαυμάσια προϊόντα μας, που μόνοι μας, κυρίως υποβαθμίζουμε και να σταματήσουμε την εξαπάτηση του Έλληνα καταναλωτή.