Tερτίπια από τους αγοραστές λαδιού επισημαίνουν οι αγρότες

των Μαρίας Αντωνίου, Γιώργου Αργυρίου

Στο επίπεδο της προηγούμενης εβδομάδας παραμένουν οι τιμές για το ελαιόλαδο, όπως δείχνει και το πρόσφατο δελτίο τιμών του ΣΕΔΗΚ στις 12 Σεπτεμβρίου, καθώς η αγορά φαίνεται ότι δεν έχει επανέλθει πλήρως από τον Αύγουστο σε όλα τα παραγωγικά κέντρα. Τα αποθέματα παραμένουν λίγα, ενώ χαμηλότερες εξακολουθούν να είναι και οι εκτιμήσεις σε όρους ποσοτήτων για τη νέα σοδειά, όσο πλησιάζει και ο χρόνος έναρξης της συγκομιδής.

Τεχνητή η απουσία των αγοραστών, λένε από τη Λακωνία

Στη Λακωνία προβληματίζει η επίμονη απουσία ενδιαφέροντος των αγοραστών, παρ’ όλο που προχωρά ο Σεπτέμβρης. Η περιοχή μετά την πράξη του Συνεταιρισμού Βλαχιώτη στα 8,50 ευρώ την περασμένη εβδομάδα δεν έχει καταγράψει άλλο συμβόλαιο, μέχρι τα μέσα τουλάχιστον της τρέχουσας. «Δεν υπάρχει τίποτα, ούτε τηλέφωνο δεν χτυπάει», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Παναγιώτης Ντανάκας, διευθυντής στον Συνεταιρισμό Μολάων-Πακίων, κάνοντας λόγο για ένα «κρυφτό που παίζεται από την πλευρά των αγοραστών».

Στόχος δεν είναι άλλος από την άσκηση πίεσης στην τιμή. Κατά τον ίδιο, είναι «αδιανόητο να έχουμε φτάσει στα μέσα Σεπτέμβρη, να έχει ανοίξει η αγορά και να μη γίνεται πρόταση για τιμή. Πιέζουν με τον τρόπο τους να ανοίξουν τα εργοστάσια για το φετινό λάδι, ώστε αυτόματα να χαρακτηριστεί περσινό αυτό και να έχει διαφορετική τιμολογιακή πολιτική», προσθέτει. Ως προς τη νέα σοδειά, σύμφωνα με την εικόνα που έχουμε αυτήν τη στιγμή, ο κ. Ντανάκας υποστηρίζει ότι «πάμε σε μία χρονιά με μία από τις μικρότερες παραγωγές των τελευταίων δεκαετιών. Η καρπόδεση δείχνει τόσο μειωμένη, που δεν μπορούμε να κάνουμε πρόβλεψη για το ύψος της παραγωγής. Πάντως, οι απώλειες θα είναι άνω του 50% από πέρυσι», εκτιμά.

«Η ζημιά θα φτάσει στο 70% και η μεγαλύτερη αφορά την Αθηνοελιά» αναφέρει από πλευράς του ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Αγ. Αποστόλων, Παναγιώτης Μπατσάκης. Αντίθετα, η Κορωνέικη έχει και φέτος σοδειά, εξηγεί. Παράλληλα, χαρακτηρίζει σωτήριες τις βροχές του Σεπτεμβρίου, ενόψει και της έναρξης της συγκομιδής στο τέλος του μήνα, αφού ακόμα και τα δένδρα έδειχναν αρρωστημένα.

Με τιμές πέριξ των 8 ευρώ φεύγουν και οι τελευταίες ποσότητες από τη Μεσσηνία

Οι τελευταίες ποσότητες που έχουν μείνει σιγά-σιγά φεύγουν κι αυτές, αναφέρει από τη Δυτική Μεσσηνία ο Γιώργος Κόκκινος, πρόεδρος στον Συνεταιρισμό «Νηλέας». Τα αδιάθετα αποθέματα είναι μικρά και δεν αποκλείεται ως τα μέσα της άλλης βδομάδας να φύγουν, εκτιμά, με την περιοχή να καταγράφει πράξεις σε τιμές γύρω στα 8 ευρώ.

Η νέα παραγωγή προβλέπεται μειωμένη, περίπου στο 60% της περσινής, κυρίως λόγω της αστάθειας του περσινού χειμώνα. «Βέβαια, μπορεί να έχουμε καλύτερες ελαιοπεριεκτικότητες» συμπληρώνει, τοποθετώντας την έναρξη της συγκομιδής το πολύ σε έναν μήνα από τώρα. Παράλληλα, εκφράζει φόβο για το γλοιοσπόριο, λόγω των καιρικών συνθηκών, κάτι που πέρυσι από ταλαιπώρησε τους παραγωγούς.

Έπιασαν τιμή ακόμη και τα «βαριά λάδια» στην Κέρκυρα

Βγαίνοντας από μία χρονιά καλή σε όρους ποσοτήτων, με ελαιόλαδα όμως πιο «βαριά» από το σύνηθες, η Κέρκυρα αναμένει σημαντικές μειώσεις για τις ελιές που θα ξεκινήσουν να μαζεύονται τον Νοέμβριο. Πυρκαγιές, αλλοπρόσαλλος καιρός, αλλά και χρονιά άσοδη φέρνουν τη νέα παραγωγή στο 5%-10% μίας κανονικής χρονιάς, βάσει της εικόνας που μεταφέρει από το νησί ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Συνεταιρισμένων Αγροτών Κέρκυρας, Σταύρος Σταυρόπουλος.

Φέτος, «λόγω της αυξημένης τιμής βγήκαν λάδια» αναφέρει, εξηγώντας ότι το βιομηχανικό ελαιόλαδο που δουλεύουν συνήθως, με εξαγωγή προς την Ιταλία για εξευγενισμό, διάνυσε μία καλή χρονιά, καθώς είχε πιάσει υψηλή τιμή παρά τις ιδιαίτερα υψηλές οξύτητες, που άγγιξαν ακόμη και τους 8-9 βαθμούς. Η τιμή, που ξεκίνησε από τα 3,30 ευρώ στις αρχές του 2023, φτάνει τώρα ως και τα 5,50 ευρώ.

Ενδιαφέρον υπάρχει από την αγορά, ωστόσο τα συμβόλαια με την Ιταλία βρίσκονται σε αναμονή, λόγω και του δισταγμού που φέρνει από πλευράς κατανάλωσης η άνοδος της τιμής. «Δεν σου κάνει ο άλλος συμβόλαιο αυτήν τη στιγμή, είναι σε αναμονή. Ό,τι συσκευάζουν, αγοράζουν» εξηγεί, συμπεραίνοντας ότι και η τιμή που έχει ανέβει μετά τον Αύγουστο «αποτελεί μία μάλλον προεξόφληση της ανάγκης της αγοράς, χωρίς να είναι ακόμη γνωστό τι θα γίνει».