Τουλάχιστον 40% πάνω η κομπόστα λόγω της ελλειμματικής προσφοράς

Θετικοί οι αγοραστές στις ανεβασμένες τιμές που ζητούν οι ελληνικές βιομηχανίες

A

ρκετά ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα που λαμβάνουν οι εγχώριες βιομηχανίες επεξεργασίας ροδάκινου στις συζητήσεις με τους πελάτες τους αυτό το διάστημα, ενόψει των παραδόσεων των επόμενων μηνών.

Με δεδομένη και την ελλειμματική προσφορά, οι ξένοι αγοραστές φαίνονται διατεθειμένοι να αποδεχτούν κατά πολύ υψηλότερες, σε σχέση με πέρυσι, τιμές, τόσο για την κομπόστα, όσο και για τα υπόλοιπα παρασκευάσματα που παράγουν τα ελληνικά εργοστάσια. Οι πληροφορίες θέλουν τις αυξήσεις να ξεκινούν από το 40%, ενώ σε αρκετές κουβέντες έχουν τεθεί επί τάπητος και ακόμα υψηλότερα ποσοστά.

Το δυστύχημα, βέβαια, είναι ότι, λόγω του μικρού τονάζ, οι ελληνικές επιχειρήσεις πολύ δύσκολα θα καταφέρουν να αξιοποιήσουν τη συγκυρία στη διεθνή αγορά, με την εκτίναξη των ναύλων (κάτι που δημιουργεί σοβαρό ντισαβαντάζ στον κινεζικό ανταγωνισμό) και τη σταθεροποίηση της ισπανικής παραγωγής, προκειμένου να αυξήσουν περαιτέρω τα μερίδια αγοράς τους.

Κάτω από 7 εκατ. κιβώτια η παραγωγή

«Είμαστε αυτό το διάστημα στη φάση της οριστικοποίησης των συμφωνιών. Προφανώς οι τιμές θα ανέβουν ψηλά, γιατί υπάρχει αυτό το τεράστιο έλλειμμα προσφοράς», δηλώνει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος της Ένωσης Κονσερβοποιών Ελλάδος (ΕΚΕ), Κώστας Αποστόλου. Οι αυξήσεις σαφέστατα ακολουθούν εκείνες στο πεδίο της πρώτης ύλης (συμπύρηνο), όπου η τιμή φέτος έχει διαμορφωθεί στα 43 λεπτά/κιλό.

Ο κ. Αποστόλου βέβαια αναφέρει ότι το κόστος για τη βιομηχανία είναι υψηλότερο, καθώς «τα εργοστάσια, λόγω της πολύ μικρής προσφοράς πρώτης ύλης που προσεγγίζει το 60% μιας κανονικής χρονιάς, δεν αποδίδουν στον βαθμό που μπορούν και πρέπει να αποδώσουν». Ο ίδιος εκτιμά ότι από τα 14 εκατ. χαρτοκιβώτια του 2020, φέτος η παραγωγή των ελληνικών βιομηχανιών θα πέσει κάτω από τα 7 εκατ. χαρτοκιβώτια.

Καθόλου καλές οι αναλώσεις

Πέραν αυτού, με δεδομένα τα ποιοτικά προβλήματα που παρουσιάζουν αρκετά φρούτα, οι αναλώσεις κρίνονται κάθε άλλο παρά ικανοποιητικές και διαμορφώνονται κατά μέσον όρο στα 23 κιλά/χαρτοκιβώτιο. Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της Venus Growers, Στέλιο Θεοδουλίδη, παρά τη βελτίωση που υπάρχει σε σχέση με την αρχή της καμπάνιας, οι αναλώσεις είναι τουλάχιστον 10% χειρότερες σε σχέση με πέρυσι καθώς, ακόμα και στην Άνδρος, που συγκομίζεται αυτό το διάστημα, «υπάρχουν αρκετά κούφια ροδάκινα», ενώ ο ομόλογός του στην κονσερβοποιία Δαναΐς, Μιλτιάδης Κονοπισόπουλος, εκτιμά ότι οι αναλώσεις βρίσκονται στα χειρότερα ίσως επίπεδα ιστορικά.

Αναφορικά με τις τιμές, ο κ. Θεοδουλίδης σημειώνει ότι η αύξηση είναι αναμενόμενη σε στιγμές που η προσφορά υπολείπεται κατά πολύ της ζήτησης, εκφράζει ωστόσο τον προβληματισμό του για τη δυνατότητα απορρόφησής τους από τον καταναλωτή. «Αυτό είναι κάτι που τίθεται από τους αγοραστές στις συζητήσεις μας. Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή και σωστή διαχείριση, ιδίως από τη στιγμή που δεν πρόκειται για ένα προϊόν από τα λεγόμενα “πρώτης ανάγκης”», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Μακάρι να είχαμε μια κανονική παραγωγή ώστε να αξιοποιήσουμε σαν χώρα τη φετινή συγκυρία», σχολιάζει.

Σύμφωνα με τον κ. Κονοπισόπουλο, συνυπολογίζοντας την αύξηση της τιμής του συμπύρηνου ροδάκινου και τις μειωμένες αναλώσεις, το κόστος του φρούτου για τη βιομηχανία είναι φέτος αυξημένο πάνω από 100% σε σχέση με πέρυσι.

Τονίζει, βέβαια, ότι προς το παρόν η αγορά αντιδρά θετικά: «Σίγουρα οι ενδιάμεσοι, που είναι και οι βασικοί αγοραστές, δείχνουν κατανόηση και τις τελευταίες μέρες μάλιστα εμφανίζονται διατεθειμένοι να αποδεχτούν τις τιμές που τους προτείνουμε. Επιπλέον, πέρα από την κομπόστα για το ράφι, υπάρχουν και τα υπόλοιπα προϊόντα που παράγουμε και τα οποία πληρώνονται καλά, εφόσον αποτελούν πρώτη ύλη για άλλες βιομηχανίες». Σπεύδει, ωστόσο, να προσθέσει ότι «το ζητούμενο είναι πώς όλα αυτά θα μεταφραστούν σε φορτώσεις στη διάρκεια της χρονιάς, γιατί εμείς δεν προπληρωνόμαστε κάτι».

Αναζητούνται εργατικά χέρια

Τόσο ο κ. Αποστόλου, όσο και ο κ. Θεοδουλίδης, στέκονται στο πρόβλημα της έλλειψης εργατικών χεριών. «Πρόκειται για κάτι που αναδείχτηκε και φέτος, παρά το μικρό μέγεθος της παραγωγής και θα συνεχίσουμε να το βρίσκουμε μπροστά μας. Οι περισσότερες βιομηχανίες δουλεύουν αυτήν τη στιγμή με ελλιπή στελέχωση», σημειώνει ο πρόεδρος της ΕΚΕ, ενώ ο γεν. διευθυντής της Venus Growers συμπληρώνει ότι «επειδή ακριβώς είμαστε επιχειρήσεις εντάσεως κεφαλαίου και η ποιότητα δεν είναι αυτή που πρέπει (άρα θέλει ακόμα μεγαλύτερη προσοχή στη διαλογή), το ζήτημα φαίνεται φέτος ακόμα πιο πιεστικό».