Ο τρίλογος, που μόλις άνοιξε, κρίνει την ΚΑΠ που έρχεται

Οι αγρότες πρέπει να είναι σε θέση να ζουν από το επάγγελμά τους και όχι απλά να συμβάλλουν στη βιωσιμότητα, δηλώνει στην «ΥΧ» ο Νόρμπερτ Λινς.

Ο Γερμανός ευρωβουλευτής, που ηγείται της διαπραγματευτικής ομάδας του Κοινοβουλίου στον τρίλογο για τη νέα ΚΑΠ, θεωρεί ότι ο πρωτογενής τομέας είναι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος της σημερινής συγκυρίας.

Και τα γεγονότα της τρέχουσας διαπραγμάτευσης για την ΚΑΠ θυμίζουν άλλες εποχές, επώδυνες για κάποιους. Αναφερόμαστε στη διάλυση της ΚΟΑ καπνού, όταν στη διαπραγμάτευση απέκτησαν βαρύνουσα σημασία όχι οι αγροτικές οργανώσεις και η ΓΔ Γεωργίας, αλλά οι οργανώσεις και η ΓΔ Υγείας της Κομισιόν.

Σήμερα, λοιπόν, βιώνουμε μία αντίστοιχη πραγματικότητα. Ο επίτροπος Γεωργίας φαίνεται να έχει μικρή ουσιαστική συμμετοχή και βαρύτητα στις διαπραγματεύσεις, με συνέπεια η ΓΔ Γεωργίας να μην είναι αυτή που «τρέχει» την Αναθεώρηση. Ο πρώτος λόγος σε κρίσιμα ζητήματα περνάει στις ΓΔ Περιβάλλοντος και Υγείας, υπό τον συντονισμό του αντιπροέδρου Φρανς Τίμερμανς. Ενδεικτικό του κλίματος που διαμορφώνεται είναι ότι η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, απαντά στο αίτημα των Πρασίνων και προσπαθεί να διασκεδάσει τις απόψεις μη κυβερνητικών οργανώσεων που ζητούν την απόσυρση της ΚΑΠ. 

Απόσυρση που, κατά τη γνώμη τους, πρέπει να οδηγήσει σε πολιτικές όπως της υποκατάστασης της κατανάλωσης των κτηνοτροφικών προϊόντων με προϊόντα φυτικής προέλευσης ή στην κατάργηση κάθε στήριξης των ενεργειακών φυτών στην ΕΕ, γιατί δημιουργούν ζήτηση και στο φοινικέλαιο, που ως γνωστόν παράγεται σε εκτάσεις αποψιλωμένων δασών του τρίτου κόσμου.

Έτσι, ενώ πολλοί από τους παραπάνω πρότασσαν κατά το πρόσφατο παρελθόν την ανάγκη περιορισμού των οικονομικών ανισοτήτων που δημιουργεί η ΚΑΠ, πλέον ενστερνίζονται πολιτικές (ίσως άθελά τους) που συχνά στρέφονται εις βάρος κυρίως των οικογενειακών μικρομεσαίων εκμεταλλεύσεων.

Με αυτά τα δεδομένα, το βάρος που επωμίζονται τα άλλα δύο μέρη του λεγόμενου τριλόγου, δηλαδή οι ευρωβουλευτές και το Συμβούλιο Υπουργών, αυξάνεται, καθώς είναι αυτοί που σε μεγάλο βαθμό θα προσδιορίσουν:

Πρώτον, εάν η αναγκαία βιωσιμότητα που πρέπει να διέπει τη νέα ΚΑΠ θα είναι ισόρροπη και θα διασφαλίζει αρμονικά τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιδιώξεις και όχι τις τελευταίες εις βάρος των υπολοίπων.

Δεύτερον, η αναγκαία ενσωμάτωση της στρατηγικής «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» στη νέα ΚΑΠ θα συνοδεύεται από επαρκή υποστήριξη στους αγρότες που θα κληθούν να την εφαρμόσουν, όπως κατάλληλα κίνητρα που αφορούν τη σύγχρονη τεχνολογία και τη μεταφορά γνώσης. Εάν αυτά δεν διασφαλιστούν, οι οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις θα είναι μεγάλες.