Χειμερινή λίπανση σιτηρών

του Γρηγόρη Βασιλειάδη, γεωπόνου MSc, ΑΕΙΦΟΡΙΚΗ ΑΕ

Ως επί το πλείστον, τα χειμερινά σιτηρά στη χώρα μας αξιοποιούν εδάφη χαμηλής γονιμότητας χωρίς δυνατότητα άρδευσης, όπου καμία άλλη καλλιέργεια δεν μπορεί να αποδώσει οικονομικά. Σε άλλες περιπτώσεις, εισέρχονται σε προγράμματα αναγκαστικής αμειψισποράς πιο δυναμικών εαρινών καλλιεργειών, για να ξεκουραστούν τα χωράφια.

Η σπορά των χειμερινών σιτηρών πραγματοποιείται κυρίως τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο. Ουσιαστικά, οι παράγοντες που καθορίζουν την καλλιέργειά τους σε μία περιοχή είναι η αντοχή τους στις χαμηλές θερμοκρασίες, η κατανομή των βροχοπτώσεων για την κάλυψη των απαιτήσεων σε νερό και οι επικρατούσες εδαφικές συνθήκες. Ως άριστη θερμοκρασία φυτρώματος είναι οι 22-25oC και ελάχιστη οι 4oC.

Η σειρά ανθεκτικότητας στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα είναι σίκαλη>τριτικάλε>μαλακό σιτάρι>σκληρό σιτάρι>κριθάρι>βρώμη. Όσον αφορά τις βροχοπτώσεις ρόλο παίζει τόσο το συνολικό ύψος όσο και η κατανομή τους μέσα στη χρονιά. Κρίσιμο για τις συνολικές αποδόσεις στάδιο είναι αυτό μεταξύ καλαμώματος και άνθισης, οπότε οι ανάγκες είναι μεγαλύτερες.

Πολλές βροχές κατά την περίοδο της ωρίμανσης είναι επιζήμιες, διότι ευνοούν την ανάπτυξη των ασθενειών, το πλάγιασμα, μειώνουν την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη και υποβαθμίζουν την ποιότητα του αλεύρου. Οι απαιτήσεις σε εδαφική υγρασία είναι αντίστροφη της ανωτέρω σειράς αντοχής στο ψύχος.

Ο ρόλος των θρεπτικών στοιχείων

Όλα τα θρεπτικά στοιχεία εκτελούν συγκεκριμένους ρόλους στη λειτουργία και στην ανάπτυξη των φυτών. Τα σημαντικότερα στοιχεία για τα χειμερινά σιτηρά είναι το άζωτο (Ν), ο φώσφορος (P) και το κάλιο (K).

Το άζωτο επηρεάζει την απόδοση της καλλιέργειας ποσοτικά και ποιοτικά. Σχετίζεται με τον αριθμό των σταχύων, τον κόκκων ανά στάχυ, αλλά και το τελικό βάρος των κόκκων. Επίσης, σε συνθήκες επάρκειας κατά το γέμισμα του κόκκου, βελτιώνει την περιεκτικότητά του σε πρωτεΐνη. Ο ρυθμός απορρόφησης του εδαφικού αζώτου αυξάνεται κατά τη διάρκεια της έντονης αύξησης του φυτού, δηλαδή από το στάδιο του αδελφώματος μέχρι το τέλος της άνθισης. Το άζωτο του κόκκου κατά τη φάση του γεμίσματος προέρχεται περισσότερο από την ανακατανομή του στοιχείου από φύλλα και βλαστούς και λιγότερο από το έδαφος.

Ο φώσφορος συμμετέχει σε πολλές σημαντικές λειτουργίες και ιδιαίτερα στην παροχή ενέργειας των φυτών. Συμβάλλει στην ανάπτυξη του ριζικού συστήματος και τη σκλήρυνση των ιστών, χαρακτηριστικά που προστατεύουν τα φυτά από το πλάγιασμα και τις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα.

Το κάλιο μέσω της διαπνοής ρυθμίζει την κυκλοφορία των θρεπτικών στοιχείων και του νερού μέσα στο φυτό. Η επάρκειά του συμβάλλει στην αποφυγή της πρόωρης γήρανσης των κυττάρων από τις παρατεταμένες ξηροθερμικές συνθήκες κατά την ωρίμανση, οι οποίες συντομεύουν και το χρονικό διάστημα γεμίσματος των κόκκων. Σε συνθήκες έλλειψης καλίου, παρατηρείται μειωμένη αντοχή σε εχθρούς και ασθένειες και σε αντίξοες συνθήκες περιβάλλοντος.

Προτάσεις λίπανσης

Σε σχέση με την πρόταση λίπανσης, δεν υπάρχει μία γενική συνταγή για όλες τις περιπτώσεις. Η τακτική που τελικά θα ακολουθηθεί εξαρτάται από: α) τις εδαφοκλιματικές συνθήκες, β) το είδος και τη χρησιμοποιούμενη ποικιλία, γ) την καλλιεργητική πρακτική που ακολουθείται και δ) την αναμενόμενη απόδοση.

Όσον αφορά το τελευταίο, οι ξηροθερμικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας κατά τη φάση του γεμίσματος των κόκκων περιορίζουν το μέγιστο δυναμικό παραγωγής των χρησιμοποιούμενων ποικιλιών λόγω της συντόμευσης της περιόδου αυτής. Παράλληλα, επηρεάζεται και η ποιότητα του προϊόντος αυξάνοντας την αναλογία πρωτεΐνης/αμύλου. Στον παρακάτω πίνακα δίνονται οι ανάγκες των καλλιεργειών, βάσει βιβλιογραφίας.

Χρήσιμες επισημάνσεις για τον καθορισμό της τελικής σύστασης

Η πλήρης εικόνα της υπάρχουσας γονιμότητας αποτυπώνεται στην ανάλυση εδάφους. Συνιστάται η υλοποίηση αναλύσεων στα αγροτεμάχια ανά 3-5 έτη. Λαμβάνεται ένα σύνθετο δείγμα ανά περίπου 20 στρέμματα πλησίον της περιόδου της σποράς. Τυχόν τροφοπενίες μπορούν να προσδιοριστούν και με τη μέθοδο της φυλλοδιαγνωστικής, πριν ή κατά το ξεστάχυασμα.

Ο φώσφορος και το κάλιο προστίθενται κατά τη βασική λίπανση και το τελευταίο μόνο εφόσον υπάρχει έλλειψη.

Οι ανώτερες τιμές αζώτου στον πίνακα χρησιμοποιούνται για το μέγιστο της αναμενόμενης παραγωγής, εφόσον το επιτρέπουν η εδαφική γονιμότητα και οι κλιματικές συνθήκες. Το 1/3 – 1/2 του συνολικού α ζώτου προστίθεται με τη βασική λίπανση σε αμμωνιακή μορφή. Το υπόλοιπο μέρος του αζώτου εφαρμόζεται επιφανειακά από την έναρξη του αδελφώματος. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιοποίηση της ποσότητας αυτής αποτελεί η ύπαρξη εδαφικής υγρασίας. Στην περίπτωση του σκληρού σταριού (και εφόσον πάλι οι συνθήκες το επιτρέπουν) θα μπορούσε μία μικρή ποσότητα να χορηγηθεί λίγο πριν από το ξεστάχυασμα, για την αύξηση της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη. Το άζωτο στην επιφανειακή λίπανση συνήθως χορηγείται ως νιτρική αμμωνία ή ουρία.

Για τη σταθερή τροφοδοσία της καλλιέργειας με άζωτο και τη μείωση των απωλειών λόγω έκπλυσης ή εξαέρωσης (ειδικά στα αλκαλικά εδάφη) προτείνεται η χρήση λιπασμάτων βραδείας και ελεγχόμενης απελευθέρωσης ή λιπασμάτων με ενσωματωμένους αναστολείς δράσης ενζύμων (νιτροποίησης, ουρεάσης). Στην περίπτωση αυτή, η δεύτερη επιφανειακή δόση στο σκληρό σιτάρι μπορεί να αποφευχθεί. Σε όξινα εδάφη μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ασβεστούχος νιτρική αμμωνία ή ακόμα καλύτερα το νιτρικό ασβέστιο. Για τη συμπίεση του κόστους, μέρος του αζώτου μπορεί να χορηγηθεί και διαφυλλικά.

Σε περιοχές ευπρόσβλητες στη νιτρορύπανση, οι παραγωγοί είναι υποχρεωμένοι να τηρούν τα αντίστοιχα προγράμματα δράσης.

Αν έχει προηγηθεί ενσωμάτωση της καλαμιάς σιτηρών προστίθενται 5 μονάδες αζώτου/στρ. επιπλέον το φθινόπωρο, μετά το παράχωμά της, για να καλύψει τις ανάγκες των μικροοργανισμών που συμμετέχουν στη διάσπασή της και να μη λείψει από την καλλιέργεια αργότερα.

Αν η χρησιμοποιούμενη ποικιλία είναι ευαίσθητη στο πλάγιασμα, μπορούμε να μειώσουμε το άζωτο κατά 1-2 μονάδες/στρ. και να αυξήσουμε τον φώσφορο κατά την ίδια ποσότητα.

Σε περίπτωση που έχει προηγηθεί ψυχανθές, μειώνεται η ποσότητα αζώτου κατά 1-2 μονάδες/στρ. από τη βασική.

Ομοίως, αν έχουν προηγηθεί εαρινές ποτιστικές καλλιέργειες, όπου έχουν εφαρμοστεί ισχυρές δόσεις λιπαντικών στοιχείων, μπορούμε να μειώσουμε το άζωτο κατά 1-3 μονάδες/στρ. από τη βασική.

Το ιδανικό έδαφος

Τα χειμερινά σιτηρά προτιμούν μέσης σύστασης, βαθιά και καλώς στραγγιζόμενα εδάφη, ενώ τα περισσότερα είναι ευαίσθητα στη χαμηλή οξύτητα (απαιτείται pH>5,5). Πιο απαιτητικό είναι το σιτάρι το οποίο προτιμά γόνιμα εδάφη με pH 7-8,5 και είναι ευαίσθητο στην αλατότητα. Το κριθάρι προσαρμόζεται σε εδάφη με pH 6-8, όχι όμως μεγάλης γονιμότητας, για την αποφυγή του πλαγιάσματος, ενώ θεωρείται από τις πιο ανθεκτικές καλλιέργειες στην υψηλή εδαφική αλατότητα.

Η σίκαλη μπορεί να ευδοκιμήσει σε οριακά από άποψη γονιμότητας χωράφια με pH 4,5-8 αξιοποιώντας άγονα, αμμώδη, όξινα και αλατούχα εδάφη. Το τριτικάλε, όντας διασταύρωση σιταριού και σίκαλης, παρουσιάζει ενδιάμεσες δυνατότητες.

H βρώμη προτιμά ουδέτερο εδαφικό pH αντέχει όμως στην οξύτητα (pH 5-6) και την υψηλή εδαφική υγρασία.

 

Λιπαντικές μονάδες (kg/στρ.)

Καλλιέργεια

Άζωτο (Ν)

Φώσφορος (P)

Κάλιο (Κ)

Μαλακό σιτάρι1

13-18

5-8

0-8

Σκληρό σιτάρι1

12-16

4-5

0-8

Κριθάρι1

8-12

4-6

5-10

Σίκαλη1

3,5-5 (καρποδοτική)

5-10 (βιομάζα)

5

3-4

Τριτικάλε1

10-15

4-5

0-8

Βρώμη2

2-6

3-6

3-5,5

Πηγές: 1. Γεωργία & Κτηνοτροφία, τεύχος 6/2010, αφιέρωμα: Λίπανση καλλιεργειών. 2. www.gaiapedia.gr, καλλιέργεια βρώμης.